TO ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ

2 ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ Ε. ΠΕΡΑΚΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 με βάση τους κανόνες που διέπουν τα μεγέθη αυτά (π.χ. η μείωση της αξίας των παγίων με τις αποσβέσεις και τις απομειώσεις). Τέλος η εμφάνιση υπο- δηλώνει την παρουσίαση των λογιστικών μεγεθών στις ετήσιες οικονομικές (σήμερα «χρηματοοικονομικές») καταστάσεις. Η πρώτη καταγραφή ονομά- ζεται «αναγνώριση» (για την οποία βλ. παρακάτω). Για τους σκοπούς του λογιστικού δικαίου η καταγραφή των περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων και των δοσοληψιών γίνεται με κριτήριο το λογιστικό ενδιαφέρον και το βαθμό σημαντικότητας μίας πληροφορίας . Το πότε συμβαίνει αυτό δεν είναι πάντοτε εύκολο να απαντηθεί. Προφανώς δεν έχει λογιστικό ενδιαφέρον κάποιο περιστατικό (π.χ. μια ιδιωτική επιστολή), άσχετο με τις υποθέσεις της οντότητας. Επιπλέον, δεν αξιολογείται ως ση- μαντική μία πληροφορία της οποίας η έλλειψη ή η ανακρίβεια δεν επηρεάζει τη λήψη αποφάσεων σχετικά με την οντότητα. Από κει και πέρα όμως χρει- άζεται προσοχή. Θα μπορούσε να λεχθεί ότι λογιστικό ενδιαφέρον έχουν εκείνα μόνο τα περιστατικά, που οδηγούν άμεσα σε εγγραφές στα βιβλία (πληρωμές, εισπράξεις, αγορές, πωλήσεις κ.λπ. ). Αντίστοιχα, ως σημαντικές θα μπορούσαν να αξιολογούνται μόνο οι πληροφορίες, που επηρεάζουν τις αποφάσεις σχετικά με την οντότητα. Όμως αυτό θα στένευε τον κύκλο της λογιστικής. Π.χ. μια εγγύηση που έδωσε η οντότητα, ενόσω δεν έχει καταπέ- σει, δεν προκαλεί εγγραφές στα βιβλία. Όμως και αν δεν έχει καταπέσει, πρέ- πει να αναφέρεται στο προσάρτημα (άρθρ. 29 παρ. 16). Επομένως θα πρέπει το «λογιστικό ενδιαφέρον» να νοείται με ευρύτητα. Το λογιστικό δίκαιο δεν περιλαμβάνει όλους τους κανόνες της λογιστικής κα- θεαυτήν , ως κλάδου της οικονομικής επιστήμης και ως τεχνικής, στο μέτρο που οι κανόνες αυτοί δεν περιέχονται στο νόμο ή δεν έχουν εξελιχθεί σε έθι- μα. Π.χ. το πώς τηρείται το «απλογραφικό» ή το «διπλογραφικό» σύστημα λογιστικής καταγραφής δεν ορίζεται από το νόμο, αλλά από τη λογιστική επιστήμη. Όταν συνεπώς ο νόμος προβλέπει την τήρηση τέτοιων συστημά- των (βλ. π.χ. άρθρ. 3 παρ. 10 και 12), ή γενικότερα αναφέρεται στις «ανά- γκες της λογιστικής» (βλ. π.χ. άρθρ. 4 παρ. 8 του – καταργηθέντος – ΚΦΑΣ, Ν 4093/2012) ή τις «γενικά παραδεκτές αρχές της λογιστικής (βλ. π.χ. άρθρ. 7 παρ. 1 του – επίσης καταργηθέντος – ΠΔ 186/1992), αφήνει πολλές λε- πτομέρειες να ρυθμιστούν από τη λογιστική επιστήμη. Αυτά έχουν πρακτι- κή σημασία στο μέτρο που, αν ένας κανόνας της λογιστικής δεν έχει εξελι- χθεί σε νομικό κανόνα, δεν ιδρύεται λόγος αναιρέσεως (ΚΠολΔ 559 αρ. 1). Είναι όμως αλήθεια ότι η τυποποίηση και η κωδικοποίηση των κανόνων αυ- τών έχει αναγάγει πολλούς κανόνες της λογιστικής σε εμπορικές συνήθειες, που μπορούν έτσι να «προαχθούν» σε συναλλακτικά ήθη στο πλαίσιο των άρθρων ΑΚ 200 και 288.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=