ΛΕΞΙΚΟ ΝΟΜΙΚΗΣ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ - ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

421 Μ Μάρτυρες θώς και η διάταξη του άρθρου 224 παρ. 1 εδ. β΄ ΚΠΔ που αναφέρεται στην κατάθεση των «εξ ακοής μαρτύ- ρων» . Παρά το γεγονός, όμως, ότι οι μάρτυρες αποτελούν ένα από τα κυριότερα αποδεικτικά μέσα της ποινικής δί- κης, στα οποία πολλές φορές στηρίζεται ίσως και απο- κλειστικά η έκδοση μίας δικαστικής απόφασης, δεν είναι λίγες οι φορές εκείνες που μία πεπλανημένη μαρ- τυρίαήάλλως μίαμαρτυρίαμηανταποκρινόμενηστην πραγματικότητα οδηγεί σε εσφαλμένες δικαστικές κρί- σεις. Αυτό έχει ως συνέπεια να διατυπώνεται -όχι αδι- καιολόγητα- η έλλειψη εμπιστοσύνης προς το εν λό- γω αποδεικτικό μέσο, η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι το ειλικρινές ή μη περιεχόμενο μίας μαρτυρικής κα- τάθεσης εξαρτάται συχνά από διάφορους παράγοντες, οι οποίοι επενεργούν και ως αποτέλεσμα έχουν την εμ- φάνιση σφαλμάτων και παραλείψεων. Επειδή το ζήτη- μα του ελέγχου της αξιοπιστίας των μαρτυρικών κα- ταθέσεων είναι σύνθετο και επειδή σε ορισμένες πε- ριπτώσεις είναι δεδομένη η ελαττωματική, προβλη- ματική και μεροληπτική κατάθεσή τους, επιχειρείται με διάφορες δικονομικές αλλά και ουσιαστικού δικαί- ου ρυθμίσεις να εξασφαλισθεί η ακριβής αφήγηση των πραγματικών περιστατικών σε κάθε στάδιο της ποινι- κής διαδικασίας. Αντίστοιχες διατάξεις καθορίζουν τον έλεγχο και την αξιολόγηση των πραγματικών εκείνων περιστατικών που κατατίθενται από τους εξεταζόμε- νους μάρτυρες. Η ανάγκη όπως προσέλθουν και καταθέσουν ως μάρ- τυρες τα πρόσωπα εκείνα που βρίσκονται σε ιστο- ρική σχέση με την εξεταζόμενη υπόθεση, προσδί- δει στην μαρτυρική απόδειξη δημόσιο και υποχρεω- τικό χαρακτήρα (άρθρο 209 ΚΠΔ). Στο βασικό ερώτη- μα, εάν ο καθένας μπορεί να αποκτήσει την ικανότη- τα προς μαρτυρία, τη νομική δηλαδή ικανότητα όπως καταστεί μάρτυρας σε μία ποινική δίκη, η απάντηση είναι ότι σήμερα δεν υπάρχουν πρόσωπα, τα οποία κα- τά γενικό κανόνα θεωρούνται ανίκανα προς μαρτυ- ρία σε σχέση με κάθε ποινική υπόθεση (in abstracto). Την γενική-αφηρημένη, όμως, ικανότητα προς μαρτυ- ρία πρέπει να την διακρίνουμε από την ικανότητα ή μη ενός προσώπου να αποκτήσει την ιδιότητα του μάρτυ- ρα στο πλαίσιο συγκεκριμένης ποινικής υπόθεσης, κα- θότι ορισμένα πρόσωπα μπορεί για ειδικούς λόγους να χαρακτηρίζονται εκ του νόμου ή να πρέπει να θεωρού- νται μη ικανά προς μαρτυρία. Στον κώδικα ποινικής δι- κονομίας αλλά και σε ειδικούς ποινικούς νόμους περι- λαμβάνονται συγκεκριμένες διατάξεις, οι οποίες με- ταξύ άλλων αναφέρουν συγκεκριμένους λόγους, για τους οποίους δύναται in concreto να αποκλεισθεί η ικανότητα προς μαρτυρία. Σε αυτές ανήκουν η διάτα- ξη του άρθρου 211 ΚΠΔ, που ορίζει ότι με ποινή ακυ- ρότητας της διαδικασίας δεν εξετάζονται ως μάρτυρες στο ακροατήριο όσοι άσκησαν εισαγγελικά ή ανακριτι- κά καθήκοντα ή έργα γραμματέα της ανάκρισης στην ίδια υπόθεση και όσοι κηρύχθηκαν ένοχοι για την πρά- ξη που εκδικάζεται, και εάν ακόμα δεν τους επιβλήθη- κε ποινή και εν μέρει εκείνες του άρθρου 212 ΚΠΔ που αναφέρονται στο επαγγελματικό απόρρητο των μαρ- τύρων και επιβάλλουν επίσης με ποινή ακυρότητας της διαδικασίας την μη μαρτυρία στην προδικασία και στο ακροατήριο ορισμένων προσώπων για λόγους γε- νικότερου κοινωνικού συμφέροντος. Αναφέρεται δε ο όρος «εν μέρει», διότι στις περιπτώσεις του επαγγελ- ματικού απορρήτου εισάγεται μία δικονομική απαγό- ρευση της εξέτασης κυρίως των αναφερομένων προ- σώπων και μόνο για συγκεκριμένα στοιχεία που περι- ήλθαν σε γνώση τους από την άσκηση του λειτουργή- ματος-επαγγέλματός τους (περιεχόμενο εξομολόγη- σης, εμπιστευτικές πληροφορίες, στρατιωτικάήδιπλω- ματικά μυστικά). Εξαιρέσεις από τον ως άνω κανόνα του άρθρου 211 ΚΠΔ εισάγουν αρκετές διατάξεις ειδικών ποινικών νό- μων, ενώ αντίθετα, σε άλλες διατάξεις του κώδικα ποι- νικής δικονομίας και ειδικών ποινικών νόμων ρυθμίζε- ται το ζήτημα της εμφάνισης και ένας ειδικός τρόπος εξέτασης ορισμένων προσώπων, τα οποία έχουν την ικανότητα προς μαρτυρία, λόγω όμως της ιδιότητάς τους ή για άλλους ειδικούς λόγους κρίθηκε επιβεβλη- μένος ένας ιδιαίτερος τρόπος εξέτασης, ο οποίος κα- τά κανόνα αποτελεί εξαίρεση στη βασική υποχρέωση τουμάρτυρα για εμφάνιση ενώπιον της αρμόδιας δικα- στικής αρχής. Στις περιπτώσεις αυτές δεν μπορεί να γί- νει λόγος για ανικανότητα προς μαρτυρία, καθότι τα εν λόγω πρόσωπα καταθέτουν ως μάρτυρες, προβλέπε- ται όμως ειδικός τρόπος κατάθεσης και εξέτασής τους. Αυτό μεταξύ άλλων ορίζεται στη διάταξη του άρθρου 214 ΚΠΔ, σύμφωνα με την οποία τα τέκνα και τα μέλη της Βασιλικής Οικογένειας (πλέον του Προέδρου της Δημοκρατίας) εξετάζονται κατά την προδικασία στην κατοικία τους και η ένορκη κατάθεσή τους αναγιγνώ- σκεται στο ακροατήριο και στη διάταξη του άρθρου 215 ΚΠΔ που προβλέπει αντίστοιχο τρόπο εξέτασης του Προέδρου και των αντιπροέδρων της Βουλής, των υπουργών, τωναρχιερέων, ορισμένων υπαλλήλων, των κρατούμενων σε φυλακές έξω από την έδρα του δικα- στηρίου, καθώς και προσώπων που λόγω ασθένειας ή γηρατειών αδυνατούν να προσέλθουν στο δικαστή- ριο. Παρόμοια, στην παρ. 1 του άρθρου 216 ΚΠΔ ορί- ζεται ότι οι πρεσβευτές και άλλοι διπλωματικοί υπάλ- ληλοι ξένου κράτους επίσης εξετάζονται στην κατοικία τους και ηένορκηκατάθεσή τους διαβάζεται στοακρο- ατήριο, ενώη παρ. 2 του άρθρου 216 ΚΠΔ ρυθμίζει τον τρόπο εξέτασης μαρτύρων που διαμένουν στο εξωτε- ρικό. Στην κατηγορία αυτή υπάγεται και η επονομαζό- μενη προκαταβολική εξέταση μάρτυρα (μαρτυρία «a future memoria») σύμφωνα με τις διατάξεις των άρ- θρων 219 παρ. 2 και 328 ΚΠΔ.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=