ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ Εισαγ. παρατ. 482 ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΒΟΥΛΕΥΜΑΤΩΝ 602 Λ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ δι’ έμπρακτον μετάνοιαν ή των παυόντων προσωρινώς την καταδίωξιν βουλευμάτων του Συμβουλίου των Εφετών, τω δ’ Εισαγγελεί των Εφετών το δικαίωμα να ζητή την αναίρεσιν των απαλλακτικών εν γένει βουλευμάτων του Συμβουλίου των Εφετών, εις πρώτον ή εις δεύτερον βαθμόν αποφασίζοντος (ούτως άρθρα 347 εδ. α΄ ιταλ. Ποιν. Δικον. του 1913 και 387 της του 1930). Επί της κατά των βουλευμάτων αιτήσεως αναι- ρέσεως, άτε ανηκούσης εις την προπαρασκευαστικήν της κυρίας διαδικασίαν, δέον ν’ αποφασίζη ο Άρειος Πάγος εν συμβουλίω μετ’ έγγραφον ητιολογημένην πρότασιν του παρ’ αυτώ Εισαγγελέως δυνάμενος να καλέση ενώπιόν του τους διαδίκους προς παροχήν διασαφήσεων και υποβολήν υπομνημάτων (άρθρον 251 παρ. 5 της ισχυού- σης δικονομίας· όρα και άρθρον 531 της ιταλ. δικον. του 1930). Με βάση τις εκτιμήσεις αυτές, καταρτίστηκε το άρθρο 491 (: «αίτησις αναιρέσεως εκ μέρους των διαδίκων») του Σχεδίου ΚΠΔ 1934 , με το ακόλουθο περιεχόμενο: « 1. Πλην της περιπτώσεως της παρ. 2 του άρθρου 486, δικαιούνται προσέτι να ζητήσω- σι την αναίρεσιν του οριστικού βουλεύματος ο μεν κατηγορούμενος και εις τας περι- πτώσεις των στοιχ. α΄, β΄ και γ΄ του άρθρου 487, ο δε πολιτικώς ενάγων και εις τας αυ- τάς περιπτώσεις του άρθρου 487, έτι δε, όταν το βούλευμα αποφαίνηται ότι δεν πρέ- πει να γίνη κατηγορία ή παύη οριστικώς την ποινικήν δίωξιν ή κηρύσση ταύτην απα- ράδεκτον, εν πάση δε περιπτώσει υπό τους όρους του άρθρου 489 παρ. 2. 2. Η διάτα- ξις του άρθρου 487 παρ. 2 εφαρμόζεται αναλόγως και ενταύθα. 3. Επιληφθέντος του συμβουλίου των εφετών συμφώνως τω άρθρω 304, εις αναίρεσιν υπόκειται μόνον το παρ’ αυτού εκδοθέν βούλευμα, εις τας εν τη παρ. 1 του παρόντος άρθρου περιπτώ- σεις». Στην Αιτιολογική Έκθεση του Σχεδίου επί των άρθρων 491-492 παρατηρού- νται [Ελληνική Ποινική Δικονομία, ό.π., σελ. 622] αναλυτικότερα: «Αναίρεσις δύναται να ζητηθή μόνον των οριστικών αποφαινομένων επί της κατηγορίας βουλευμάτων, καθ’ ων επιτρέπεται έφεσις (άρθρο 487 στοιχ. α΄, β΄, γ΄ και 489), ως και του βουλεύ- ματος του συμβουλίου των εφετών, του απορρίπτοντος ως απαράδεκτον την έφεσιν κατά του βουλεύματος του συμβουλίου των πλημμελειοδικών (άρθρο 486 παρ. 2). Δεν εθεωρήθη σκόπιμον να υπαχθή εις το ένδικον μέσον της αναιρέσεως και το κη- ρύσσον την αναρμοδιότητα βούλευμα, διότι, εκτός του ότι είναι επαρκές διά την ορ- θήν λύσιν του περί αρμοδιότητος ζητήματος το χορηγούμενον εις τον εισαγγελέα και τον κατηγορούμενον και τον πολιτικώς ενάγοντα ένδικον μέσον της εφέσεως (άρθρα 487 παρ. 1 στοιχ. ε΄, 488 παρ. 1 και 489), το τοιούτο βούλευμα δεν δύναται να θεωρη- θή ως οριστικώς αποφαινόμενον επί της κατηγορίας, μόνον δε κατά τοιούτων οριστι- κών βουλευμάτων προσήκει να παρέχηται η εις τον Άρειον Πάγον προσφυγή. Αίτησις αναιρέσεως επιτρέπεται και κατά του επί της αιτήσεως αποκαταστάσεως εκδιδομένου βουλεύματος των εφετών (άρθρον 432 παρ. 2), διά τους εν τω άρθρω 493 γενικώς οριζομένους λόγους. Εάν επελήφθη της κατηγορίας το συμβούλιον εφετών, είτε συνε- πεία εφέσεως, είτε συνεπεία αυτεπαγγέλτου προτάσεως του παρ’ αυτώ εισαγγελέως, εις αναίρεσιν υπόκειται μόνον το βούλευμα των εφετών, εις τας αυτάς ανωτέρω περι- πτώσεις (άρθρο 491 παρ. 2) και όταν ακόμη επεκύρωσεν απλώς το εκκληθέν βούλευ- μα, διότι ούτως υποκατέστησε το πρωτόδικον βούλευμα [ούτω και παγία νομολογία: ΑΠ 190 του 1922, 409 του 1923, 145 του 1924, 218 του 1925 κ.λπ .]. Τέλος, και όταν

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=