ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ Λ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ 603 Αίτηση αναίρεσης Εισαγ. παρατ. 482 απέρριψε την κατά του πρωτοδίκου έφεσιν ως απαράδεκτον, το βούλευμα του συμ- βουλίου των εφετών υπόκειται εις αναίρεσιν δυνάμει της ρητής διατάξεως της παρ. 2 του άρθρου 486, αλλά και εν τη περιπτώσει ταύτη το πρωτόδικον βούλευμα δεν υπό- κειται εις αναίρεσιν ιδίαν (άρθρα 491 παρ. 3). Ο κατηγορούμενος, ο πολιτικώς ενά- γων και ο εισαγγελεύς έχουσι τα αυτά σχετικώς δικαιώματα. Μόνον ο εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου δύναται να ζητή την αναίρεσιν παντός βουλεύματος, είτε οριστικού, είτε προδικαστικού ή παρεμπίπτοντος (άρθρου 492 παρ. 3). Η αίτησις αύτη αναιρέσε- ως έχει πάντα τα αποτελέσματα της αναιρέσεως, δεν αναστέλλει όμως, ως και η προς άσκησιν αυτής ειδική προθεσμία του άρθρου 488 παρ. 2, την τυχόν διά του προσβαλ- λομένου βουλεύματος διαταχθείσαν αποφυλάκισιν του κατηγορουμένου. Ισχύον δίκαιο - Αρχική μορφή. Το ως άνω άρθρο 491 ΣχΚΠΔ 1934 αποτέλεσε στη συνέχεια, ύστερα από όχι ουσιαστικές μεταβολές στα πλαίσια των συζητήσεων των Αναθεωρητικών Επιτροπών, το άρθρο 482 του ισχύοντα ΚΠΔ. Το τελευταίο, στην αρχική του, όπως τέθηκε σε ισχύ, μορφή είχε το ακόλουθο περιεχόμενο: « 1. Πλην των περιπτώσεων της παρ. 2 του άρθρου 310 και της παρ. 2 του άρθρου 476 δικαι- ούνται προσέτι να ζητήσωσι την αναίρεσιν του βουλεύματος: Α. Ο κατηγορούμενος όταν: α) παραπέμπη αυτόν εις το ακροατήριον επί κακουργήματι, β) παύη προσωρι- νώς την κατ’ αυτού ποινικήν δίωξιν, γ) αποφαίνηται ότι δεν πρέπει να γίνη κατηγορία δι’ έμπρακτον μετάνοιαν. Β. Ο πολιτικώς ενάγων, υπό τους όρους του άρθρου 480 παρ. 2, όταν το βούλευμα: α) παύη προσωρινώς ή οριστικώς την κατά του κατηγο- ρουμένου ποινικήν δίωξιν, β) αποφαίνηται ότι δεν πρέπει να γίνη κατ’ αυτού κατηγο- ρία ή κηρύσση την ποινικήν δίωξιν απαράδεκτον. Γ. Ο εκκαλέσας το βούλευμα των πλημμελειοδικών τρίτος εις την περίπτωσιν του άρθρου 310 παρ. 2 εδ. τελευταίον. 2. Η διάταξις του άρθρου 478 παρ. 2 εφαρμόζεται αναλόγως και επί της αιτήσεως αναι- ρέσεως του κατηγορουμένου. 3. Επιληφθέντος του συμβουλίου των εφετών, συμφώ- νως τω άρθρω 317, εις αναίρεσιν υπόκειται μόνον το παρ’ αυτού εκδοθέν βούλευμα εις τας εν τη παρ. 1 περιπτώσεις». Το ως άνω άρθρο 482 ΚΠΔ, υπέστη, από την έναρ- ξη εφαρμογής του μέχρι σήμερα, τις ακόλουθες τροποποιήσεις : (i) Με το άρθρο 12 του ΑΝ 230/1967 (: «περί τροποποιήσεως διατάξεων του Ποινικού Κώδικος, του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας και άλλων τινών νόμων»), η παρ. 1 του άρθρου 482 ΚΠΔ αντικαταστάθηκε ως ακολούθως: « 1. Πλην των περιπτώσεων της παρ. 2 του άρθρου 310 και της παρ. 2 του άρθρου 476 δικαιούνται προσέτι να ζητή- σωσι την αναίρεσιν του βουλεύματος. Α. Ο κατηγορούμενος όταν: α) παραπέμπη αυ- τόν εις το ακροατήριον επί κακουργήματι. Επί συρρεόντων ή εν γένει συναφών εγκλη- μάτων, ο κατηγορούμενος δικαιούται να ζητήση την αναίρεσιν ως προς πάντα ταύ- τα και όταν δι’ εν μόνον επιτρέπεται κατά τα στοιχεία α, β και γ το ένδικον τούτο μέ- σον, β) παύη προσωρινώς την κατ’ αυτού ποινικήν δίωξιν, γ) αποφαίνηται ότι δεν πρέπει να γίνη κατηγορία δι’ έμπρακτον μετάνοιαν. Β. Ο πολιτικώς ενάγων, υπό τους όρους του άρθρου 480 παρ. 2 όταν το βούλευμα: α) παύη προσωρινώς ή οριστικώς την κατά του κατηγορουμένου ποινικήν δίωξιν, β) αποφαίνηται ότι δεν πρέπει να γί- νη κατ’ αυτού κατηγορία ή κηρύσσει την ποινικήν δίωξιν απαράδεκτον. Γ. Ο εκκαλέ- σας το βούλευμα των πλημμελειοδικών τρίτος εις την περίπτωσιν του άρθρου 310 3

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=