ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ Εισαγ. παρατ. 482 ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΒΟΥΛΕΥΜΑΤΩΝ 604 Λ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ παρ. 2 εδ. τελευταίον». Για τη συγκεκριμένη μεταβολή, στην Εισηγητική Έκθεση του νόμου [Κώδιξ Νόμων, 1967, σελ. 957] παρατηρούνται τα εξής: «Η παγία νομολογία του Αρείου Πάγου δέχεται ότι τα ένδικα μέσα της εφέσεως και αναιρέσεως κατά των παραπεμπτικών βουλευμάτων δεν εκτείνονται και επί των συρρεόντων ή συναφών εγκλημάτων, άτινα δεν υπόκεινται εις τα ένδικα ταύτα μέσα αυτοτελώς, επί τη σκέψει ότι η συνάφεια έχει επιρροήν επί την δικαιοδοσίαν και αρμοδιότητα, ουχί δε και επί το παραδεκτόν των ενδίκων μέσων. Η λύσις αύτη επεκρίθη και ασφαλώς δεν είναι ορ- θή: Διότι μοναδικός σκοπός της απαγορεύσεως των ενδίκων μέσων επί των ελαφρών πλημμελημάτων, είναι η μη παρέλκυσις της εκδικάσεως τούτων. Αλλ’ όταν η υπόθε- σις άγεται συνεπεία του ενδίκου μέσου διά το βαρύτερον έγκλημα εις το ανώτερον δι- καστήριον, ο λόγος ούτος εκλείπει. Συμβαίνει δε ενίοτε να απαλλάσσηται του βαρυτέ- ρου εγκλήματος ο κατηγορούμενος, να παραπέμπηται δε επί τω ελαφροτέρω, μολο- νότι το βούλευμα και ως προς τούτο είναι εκδήλως ημαρτημένον. Εκ τούτου του λό- γου ορίζεται εις τα ως άνω άρθρα ότι τα ένδικα μέσα εκτείνονται και επί των συρρεό- ντων ή συναφών εγκλημάτων. (ii) Με το άρθρο 13 του Ν 1941/1991 (: «τροποποίηση διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και άλλες διατάξεις»), η παρ. 1 του άρ- θρου 482 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαταστάθηκε ως εξής: « 1. Εκτός από τις περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 310 και της παρ. 2 του άρθρου 476, έχουν δι- καίωμα να ζητήσουν επίσης την αναίρεση του βουλεύματος: Α. Ο κατηγορούμενος όταν το βούλευμα: α) παύει προσωρινά την ποινική δίωξη εναντίον του, β) αποφαί- νεται ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία, δεχόμενο έμπρακτη μετάνοια. Β. Ο πολιτι- κώς ενάγων με τους όρους του άρθρου 480 παρ. 2, όταν το βούλευμα: α) παύει προ- σωρινά την ποινική δίωξη κατά του κατηγορουμένου, β) αποφαίνεται ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία εναντίον του για κακούργημα ή παύει οριστικά ή κηρύσσει απα- ράδεκτη την ποινική δίωξη για κακούργημα. Γ. Ο τρίτος που άσκησε έφεση κατά του βουλεύματος των πλημμελειοδικών στην περίπτωση του άρθρου 310 παρ. 2 εδ. τε- λευταίο». Στην Εισηγητική Έκθεση του νόμου [ΠοινΧρ 1991,459 επ.] για τη συγκε- κριμένη τροποποίηση επισημαίνονται τα ακόλουθα: «Με την παρ. 4 αντικαθίσταται η πρώτη παράγραφος του άρθρου 482 ΚΠΔ. Με την τροποποίηση αυτήν ο κατηγο- ρούμενος δεν έχει πλέον δικαίωμα να ασκεί αναίρεση κατά των βουλευμάτων που τον παραπέμπουν για κακούργημα. Η ρύθμιση αυτή κρίνεται αναγκαία προκειμένου να περιορισθεί, χάριν της ταχύτητας εκδικάσεως των ποινικών υποθέσεων, η προδι- κασία, δεδομένου ότι πρόκειται απλώς για παραπομπή του κατηγορουμένου για την οποία κρίνεται επαρκής η κρίση του συμβουλίου εφετών, η οποία πάντοτε υπάρχει. Άλλωστε τις περισσότερες φορές η αίτηση αναιρέσεως ασκείται μόνο για να καθυ- στερήσει η εκδίκαση της υποθέσεως ή για να συμπληρωθεί το ανώτατο όριο προσω- ρινής κρατήσεως και ν’ αφεθεί ελεύθερος ο κατηγορούμενος προ της δίκης. Επίσης με την τροποποίηση αυτή στερείται ο πολιτικώς ενάγων του δικαιώματος ν’ ασκεί αναίρεση στα βουλεύματα που αναφέρονται σε πλημμελήματα, γιατί οι προηγηθεί- σες κρίσεις των συμβουλίων πλημμελειοδικών και εφετών κρίνονται απολύτως επαρ- κείς για αυτού του είδους τα αξιόποινα αδικήματα. Εξάλλου αν υπάρξει περίπτωση
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=