ΕΠΙΤΟΜΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
ΕΠΙΤΟΜΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 296 στήματος, το χρόνο ενημέρωσης των λογιστικών αρχείων, τον ορισμό των χρη- ματοοικονομικών καταστάσεων, τις γενικές αρχές σύνταξης χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τους κανόνες επιμέτρησης 2 , τα ενσώματα και άυλα πάγια περιου- σιακά στοιχεία, τα αποθέματα 3 , τις προκαταβολές δαπανών και λοιπά μη χρημα- τοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, τις μη χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις, τις προβλέψεις και, τέλος, ζητήματα πρώτης εφαρμογής και καταργούμενες και τρο- ποποιούμενες διατάξεις. 2. Επιμέτρηση καλείται η διαδικασία προσδιορισμού της χρηματικής αξίας ενός στοιχείου των χρηματοοικονομικών καταστάσεων κατά την αρχική του αναγνώριση ή μεταγενέστερα. Αφο- ρά ενσώματα και άυλα πάγια περιουσιακά στοιχεία, χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοι- χεία, επιμέτρηση αποθεμάτων και υπηρεσιών, προκαταβολές δαπανών και λοιπά μη χρημα- τοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, υποχρεώσεις, κρατικές επιχορηγήσεις και αναβαλλόμε- νους φόρους, επιμέτρηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων στην εύλογη αξία, στοι- χεία της κατάστασης αποτελεσμάτων, στοιχεία της καθαρής θέσης, συναλλαγές και στοιχεία σε ξένο νόμισμα, μεταβολές λογιστικών πολιτικών και εκτιμήσεων και διόρθωση λαθών. Οι λο- γιστικές πολιτικές αναφέρονται σε συγκεκριμένες αρχές, βάσεις επιμέτρησης, παραδοχές, κα- νόνες και πρακτικές που εφαρμόζονται για την κατάρτιση και παρουσίαση των οικονομικών καταστάσεων, όπως για παράδειγμα η υιοθέτηση από μια οντότητα της μεθόδου FIFO για τον προσδιορισμό της αξίας κτήσης των αποθεμάτων της, η επιμέτρηση στο ιστορικό κόστος ή στην εύλογη αξία κλπ. Μεταβολή λογιστικής πολιτικής συνιστά, για παράδειγμα, η απόφαση της οντότητας να παρακολουθεί εφεξής τα επενδυτικά της ακίνητα στην εύλογη αξία (από το ιστορικό κόστος) ή να χρησιμοποιεί εφεξής το μέσο σταθμικό όρο αντί της FIFO στον προσ- διορισμό του κόστους του τελικού αποθέματος. Τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία [Συμμετοχές σε θυγατρικές, συγγενείς και κοινοπραξίες, Λοιποί συμμετοχικοί τίτλοι (μετοχές), Χρεωστικοί τίτλοι- Ομόλογα (κρατικά & εταιρικά) – Ομολογίες, Δάνεια, Απαιτήσεις από πελά- τες/ λοιπούς χρεώστες, Εγγυήσεις, Απαιτήσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης, Επενδύσεις σε αμοι- βαία κεφάλαια, Παράγωγα (forwards, options, swaps κλπ), σύνθετα χρηματοοικονομικά προ- ϊόντα (ομόλογο με ενσωματωμένο παράγωγο), Ταμειακά διαθέσιμα και ταμειακά ισοδύναμα (ταμείο, καταθέσεις όψεως & προθεσμίας, επιταγές)] επιμετρώνται, μεταγενέστερα της αρχι- κής αναγνώρισης, είτε στο κόστος κτήσεως είτε στην εύλογη αξία. Λοιπά περιουσιακά στοιχεία του ενεργητικού (π.χ. μηχανήματα) δεν επιτρέπεται να επιμετρώνται στην εύλογη αξία. Σημει- ώνεται ότι η χρήση της λογιστική μεθόδου της εύλογης αξίας είναι προαιρετική. Γενικά, τα πε- ριουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις αρχικά επιμετρώνται στο κόστος κτήσης. Μεταγενέ- στερα της αρχικής αναγνώρισης, τα στοιχεία αυτά επιμετρώνται είτε στο (αποσβέσιμο) κόστος κτήσεως είτε στην εύλογη αξία. Η υιοθέτηση της μεθόδου του ιστορικού κόστους είναι ιδιαί- τερα χρήσιμη για τις οντότητες που απευθύνεται ο νόμος (οντότητες που δεν είναι δημοσίου ενδιαφέροντος). Το κόστος κτήσης είναι η βασική αρχή της φορολογικής νομοθεσίας που διέ- πει τον προσδιορισμό του φόρου εισοδήματος (Ν 4172/2013). 3. Τα ΕΛΠ δεν ορίζουν ρητά πότε αναγνωρίζονται τα αποθέματα στις οικονομικές καταστάσεις. Με βάση τις γενικές αρχές, αποθέματα αναγνωρίζονται όταν μεταβιβάζονται όλοι οι κίνδυνοι και οι ωφέλειες. Τα αποθέματα αναγνωρίζονται αρχικά στο κόστος κτήσης. Το κόστος κτήσης των αποθεμάτων περιλαμβάνει το σύνολο των δαπανών που απαιτούνται για να φθάσουν αυτά στην παρούσα θέση και κατάστασή τους. Μετά την αρχική αναγνώριση, τα αποθέματα επιμετρώνται στην κατ’ είδος χαμηλότερη αξία μεταξύ κόστους κτήσης και καθαρής ρευστο- ποιήσιμης αξίας. Το κόστος παραγωγής προϊόντων ή υπηρεσιών προσδιορίζεται με μία από τις γενικά αποδεκτές μεθόδους κοστολόγησης.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=