Η ΚΑΛΗ ΝΟΜΟΘΕΤΗΣΗ ΩΣ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΜΙΑΣ ΔΙΚΑΙΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ

140 Μορφές εμφάνισης / συνέπειες κακής νομοθέτησης στην Ποινική Δικαιοσύνη κής διαδικασίας με παράλληλο σεβασμό των δικαιωμάτων των προσώπων που εμπλέ- κονται σ’ αυτήν κ.ο.κ. Επιγραμματικά θα μπορούσε κανείς να κάνει λόγο εν προκειμέ- νω για πρότυπα ρυθμιστικής αρτιότητας . Και εδώ τίθενται από την πλευρά του ποινι- κού δικαίου ιδιαίτερες αξιώσεις, λόγω της ισχύος συγκεκριμένων ειδικών εγγυήσεων, όπως π.χ. των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου στο δικονομικό δίκαιο ή των αρχών της ultima ratiο 7 , της ενοχής ( n.c.n.p. sine culpa ) και της αναδρομικής εφαρμογής του επιεικέστερου νόμου στο ουσιαστικό δίκαιο. Αξίζει λ.χ. να αναφέρει κανείς ενδεικτικά ότι, σε αντίθεση με τους άλλους δικαιικούς κλάδους, όπου η εφαρμογή των νεότερων νόμων μπορεί να περιορίζεται από τον νομοθέτη μόνο στα πραγματικά περιστατικά που λαμβάνουν χώρα μετά την ψήφιση των νέων νόμων, στο ποινικό δίκαιο, λόγω της (συνταγματικά και υπερνομοθετικά κατοχυρωμένης) επιταγής της αναδρομικής εφαρ- μογής των επιεικέστερων ποινικών νόμων 8 , αυτό δεν είναι δυνατόν. Έτσι, κάθε νέος ποινικός νόμος διεκδικεί εφαρμογή και σε όλες τις παλαιές υποθέσεις, όσο αυτές δεν έχουν εκδικαστεί αμετάκλητα. Το γεγονός αυτό δημιουργεί, σε περιπτώσεις αλλεπάλ- ληλων νομοθετικών μεταβολών, σοβαρά ερμηνευτικά ζητήματα, αφού για κάθε εκδι- καζόμενη υπόθεση καθίσταται αναγκαία η σύγκριση τόσο του νομοθετικού καθεστώ- τος που ίσχυε κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης, όσο και όλων των μεταγενέστερων, προκειμένου να ανευρίσκεται κάθε φορά ο ποινικός νόμος που είναι in cοncretο επι- εικέστερος για τον συγκεκριμένο κατηγορούμενο. Οι διαρκείς αλλαγές μπορούν, έτσι, πέρα από τα υπόλοιπα προβλήματα που δημιουργούν σε σχέση με την αξιολογική συ- νοχή του ποινικού κανονιστικού πλαισίου, να μειώνουν δραματικά και την αποτελεσμα- τικότητά του, αφού αυξάνουν γεωμετρικά –περισσότερο από ό,τι στους άλλους δικαιι- κούς κλάδους– τις δυσκολίες ερμηνείας και εφαρμογής του. Τα πρότυπα ποιότητας σε ό,τι αφορά τη διαδικασία παραγωγής των νόμων , εξάλλου, τα οποία θα μπορούσαν να αποδοθούν και με τον όρο πρότυπα διαδικαστικής αρτιό- τητας , είναι δυνατόν, από την πλευρά τους, να διακριθούν σε 4 υποκατηγορίες. Στην πρώτη υποκατηγορία ανήκουν οι κανόνες που επιδιώκουν να διασφαλίσουν τη συστη- 7. Αναφορικά ιδίως με την αρχή της αναγκαιότητας, όπως αυτή ισχύει στο ποινικό δίκαιο, βλ. τις χαρακτηριστικές επισημάνσεις του Ν. Ανδρουλάκη , Η ποινική δογματική και η απήχησή της στην πράξη 50 χρόνια μετά, ΠοινΧρ 2002, 289 επ., 290 υποσημ. 8: «Ειδικότερα η κυριάρχηση του ποινικού νομοθετικού έργου από την αρχή-δόγμα της αναγκαιότητας σημαίνει ότι σε σχέση με την εισαγωγή in malam partem ενός νέου ποινικού νόμου ισχύει ένα είδος τεκμηρίου μη- αναγκαιότητάς του, η ανατροπή-υπέρβαση του οποίου οφείλει να περάσει από μια ιδιαίτερης σοβαρότητας, εργώδη νομοθετική (και δογματική) προσπάθεια. Η σύνταξη ενός ποινικού νό- μου, πριν αποτυπωθεί στο Σχέδιο που θα τεθεί υπό την κρίση της Εθνικής Αντιπροσωπείας, πρέπει να έχει πίσω της μια μακριά, νηφάλια και απροκατάληπτη προεργασία από ειδήμο- νες, δογματικούς του ποινικού δικαίου και ανθρώπους της ποινικής πράξης (δικαστές, εισαγ- γελείς, ποινικολόγους δικηγόρους), οι οποίοι, εργαζόμενοι με τήρηση πρακτικών και βοηθού- μενοι από μια ειδική σε βάθος συγκριτική έρευνα του υπό ρύθμιση θέματος, είναι πια σε θέση να εκτιμήσουν όλες τις προβλεπόμενες συνέπειες, ευμενείς ή δυσμενείς, της υπό κατάρτιση διάταξης, την προσφορότητα και αναγκαιότητά της, να πετύχουν την δογματικά προσήκουσα διατύπωση της ειδικής υπόστασης και την αναλογικότητα της ποινικής κύρωσης.» 8. Γι’ αυτήν την κατοχύρωση βλ. ενδεικτικά ΟλΑΠ 1/2015, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 837/2015, ΝΟΜΟΣ. Για το περιεχόμενο της επιταγής και τον τρόπο εφαρμογής της βλ. τις παραπάνω αποφάσεις καθώς και ΑΠ 39/2015, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 546/2015, ΝΟΜΟΣ. Για παλαιότερες διακυμάνσεις στη νομολογία καθώς και για τις θέσεις στην επιστήμη βλ. συνοπτικά Μπέκα , σε: Χαραλαμπάκη (επιμ.), ΠΚ [2η έκδ.], άρθρο 2, αρ. περιθ. 4.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=