Η ΚΑΛΗ ΝΟΜΟΘΕΤΗΣΗ ΩΣ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΜΙΑΣ ΔΙΚΑΙΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ

Θεόδωρος Παπακυριάκου 147 πει να επικρατεί κάθε φορά 23 , και άλλοτε εισάγουν ειδικά νομικά καθεστώτα, που αποκλίνουν από τις κεντρικές επιλογές των βασικών Κωδίκων, δημιουργώντας πολ- λαπλές αξιολογικές αντινομίες 24 . Χαρακτηριστικό σχετικό παράδειγμα αποτελούν οι ρυθμίσεις του Ν. 3691/2008 για το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος 25 , οι ρυθμίσεις των άρθρων 66 επ. του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ) 26 και του άρθρου 17Α του Ν. 2523/1997 27 για τα εγκλήματα φοροδιαφυγής και τον Εισαγγελέα Οικονομι- κού Εγκλήματος, αντίστοιχα, και οι ρυθμίσεις του Ν. 4022/2011 για την εκδίκαση των εγκλημάτων διαφθοράς 28 , οι οποίες τέμνονται τόσο μεταξύ τους όσο με αυτές των βασικών Κωδίκων, σε ό,τι αφορά π.χ. τα θέματα της δήμευσης ή της δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων ή των αρμοδιοτήτων ή των εκάστοτε τηρητέων διαδικαστι- κών κανόνων, ώστε να δημιουργείται σοβαρή ανασφάλεια ως προς το εφαρμοστέο κάθε φορά δίκαιο.  Στη γενικότερη διαρκή αποδόμηση της συνοχής του σημερινού κανονιστικού πλαισί- ου συντελεί, εξάλλου, αποφασιστικά και η προσφιλής τακτική του Έλληνα νομοθέ- τη, να υλοποιεί τις υποχρεώσεις του για μεταφορά στο ελληνικό δίκαιο διεθνών και ενωσιακών κειμένων συνήθως με μια μηχανιστική αντιγραφή αυτών, χωρίς να φρο- ντίζει για την αρμονική ορολογική και συστηματική ένταξή τους στο σύνολο της εσω- τερικής εθνικής νομοθεσίας ή, ενίοτε, και χωρίς καν να εξετάζει προηγουμένως αν η εσωτερική έννομη τάξη καλύπτει ή υπερκαλύπτει ήδη τις σχετικές διεθνείς ή ενωσι- ακές απαιτήσεις. Έτσι ευνοείται και πάλι η δημιουργία ενός δικαίου που βρίθει αξιο- λογικών αντιφάσεων και αλληλοεπικαλύψεων 29 . 23. Βλ. Συμεωνίδου-Καστανίδου , ό.π., ΠοινΧρ 2015, 483-484. 24. Έτσι, π.χ., η αναμόρφωση των ορίων της κακουργηματικής ευθύνης στα αδικήματα της πλα- στογραφίας, της κλοπής, της υπεξαίρεσης, της απάτης και της απιστίας από τα 73.000 στα 120.000 ευρώ και από τα 15.000 στα 30.000 ευρώ, όταν η πράξη τελείται κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια, που έγινε με τον Ν. 4055/2012, δεν επεκτάθηκε και στα αδικήματα που τυ- ποποιούνται στον Ν. 2803/2000 (κοινοτική απάτη) και στον Ν. 1599/1986 (άρθρο 22 παρ. 6 - ψευδής υπεύθυνη δήλωση), με αποτέλεσμα να αναφύονται σοβαρές αξιολογικές αντινομί- ες κατά την αντιμετώπιση ομοειδών υποθέσεων. Βλ. Μυλωνόπουλο , ΕΜ [3η έκδ., 2016], σελ. VIII. Βλ. επίσης Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι , σε: Καϊάφα-Γκμπάντι (επιστ. επ.), Οικονομικό έγκλημα και διαφθορά στο δημόσιο τομέα, τόμος Ι [2014], σελ. 574 επ., με αναφορά και σε άλλα ανα- φυόμενα προβλήματα λόγω της προχειρότητας του νομοθετικού έργου και των παραλείψεων του νομοθέτη να ελέγχει, κατά την τροποποίηση επιμέρους διατάξεων του ΠΚ, τη γενικότερη επίδραση αυτών σε διατάξεις ειδικών ποινικών νόμων (όπως του Ν. 2803/2000), που σχετί- ζονται με το εκάστοτε ρυθμιζόμενο αντικείμενο. 25. Ν. 3691/2008 «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δρα- στηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις», ΦΕΚ Α΄ 166. 26. Ν. 4174/2013 «Φορολογικές διαδικασίες και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 170), όπως τα ως άνω άρθρα προστέθηκαν με το άρθρο όγδοο Ν. 4337/2015 (ΦΕΚ Α΄ 129). 27. Ν. 2523/1997 «Διοικητικές και ποινικές κυρώσεις στη φορολογική νομοθεσία και άλλες δια- τάξεις», ΦΕΚ Α΄ 179. 28. Ν. 4022/2011 «Εκδίκαση πράξεων διαφθοράς Πολιτικών και Κρατικών Αξιωματούχων, υπο- θέσεων μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος και μείζονος Δημοσίου Συμφέροντος και άλλες διατάξεις», ΦΕΚ Α΄ 219. 29. Πρβλ. Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι , Ποινική νομοθεσία και ενωσιακές επιταγές – Εθνική ενσωμάτωση της ενωσιακής νομοθεσίας στο παράδειγμα αντιμετώπισης της διαφθοράς, ΠοινΧρ 2015, 647 επ., 650 επ., 654 (: «η ελληνική ποινική νομοθεσία … [σ]υνεχίζει να υιοθετεί ως επί το πλεί-

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=