Η ΚΑΛΗ ΝΟΜΟΘΕΤΗΣΗ ΩΣ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΜΙΑΣ ΔΙΚΑΙΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ

152 Μορφές εμφάνισης / συνέπειες κακής νομοθέτησης στην Ποινική Δικαιοσύνη οικονομικό έγκλημα και τη διαφθορά στον δημόσιο τομέα, που διεξήχθη στο ΑΠΘ, οι συνεχείς νομοθετικές μεταβολές, η πολυνομία και η εν γένει ασάφεια του νομοθετικού πλαισίου αναδείχθηκαν με έμφαση ως βασικοί παράγοντες για τη μειωμένη αποτελε- σματικότητα του ισχύοντος δικαίου 40 . Όπως επισημάνθηκε εύστοχα, μεταξύ άλλων, το έργο της ερμηνείας και εφαρμογής των ποινικών κανόνων έχει καταλήξει πλέον «σε μία διαρκή αναζήτηση τρόπου επίλυσης ζητημάτων διαχρονικού δικαίου χωρίς σταθε- ρές λύσεις, την ίδια στιγμή που θα έπρεπε να υφίσταται ευκρίνεια, απλότητα και στα- θερότητα» 41 . V. Συμπεράσματα και προτάσεις Τα παραπάνω, ενδεικτικά και επιγραμματικά μόνο αναφερόμενα δεδομένα καταδει- κνύουν ότι οι αρνητικές επιπτώσεις της κακής νομοθέτησης στον χώρο της Ποινικής Δι- καιοσύνης είναι πολυδιάστατες. Τούτο βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και περι- πτώσεις καλής νομοθέτησης 42 ή ότι η κακή νομοθέτηση ευθύνεται, τελικά, για όλα τα προβλήματα που εμφανίζονται σήμερα σ’ αυτόν τον χώρο. Η έλλειψη ικανοποιητικών στο πεδίο του άρθρου 256 ΠΚ και των πράξεων που αφορούν δημόσιες δαπάνες)], και αφετέ- ρου (β) την υπαγωγή στο άρθρο 386 ΠΚ, σε συνδυασμό με τις επιβαρυντικές διατάξεις του Ν. 1608/1950, περιπτώσεων απατηλής λήψης επιστροφής ΦΠΑ που καταλαμβάνονται ρητά από την ειδική (: ηπιότερη) διάταξη του άρθρου 18 Ν. 2523/1997 ή, πλέον, από αυτή άρθρου 66 ΚΦΔ [βλ. διεξοδικότερα Παπακυριάκου , ό.π., Φορολογικά αδικήματα, ΙΙΙ, αρ. περιθ. 127 επ.]. Τέτοια φαινόμενα τροφοδοτούνται, κάποτε, και από τις παραλείψεις του νομοθέτη να ρυθμί- σει έγκαιρα και σωστά νέους τύπους προσβολής εννόμων αγαθών, όπως π.χ. την αφαίρεση ή ιδιοποίηση «λογιστικού» χρήματος (βλ. ενδεικτικά Μυλωνόπουλο , ό.π., ΕΜ, σελ. Χ-ΧΙ, 158 επ.) ή την εξαπάτηση του επενδυτικού κοινού στο Χρηματιστήριο (βλ. ενδεικτικά Ανδρουλά- κη , ό.π., ΠοινΧρ 2015, 562, Β. Πετρόπουλο , σε: Παύλου / Σάμιο [εκδ. επιμ.], Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι, Κεφαλαιαγορά, ΙΙ [2012], αρ. περ. 123 επ.). Πρβλ. παραπάνω και τον (αδόκιμο) τρό- πο με τον οποίο επιλύθηκε τελικά νομολογιακά το ζήτημα διαχρονικού δικαίου που προέκυψε από την κατάργηση και (εντός 34 ημερών) επαναφορά της διάταξης του άρθρου 263Α στοιχ. δ΄ ΠΚ. Βλ. επίσης γενικότερα και τις επισημάνσεις του Μυλωνόπουλου , ό.π., σε: http:// www.mylοnοpοulοs.gr (ενότητες Ι, ΙΙΙ, ΙV.6., V). –Την ίδια στιγμή, όπως σωστά παρατηρεί- ται, η νομολογία δείχνει ιδιαίτερα διστακτική όταν τίθεται ζήτημα ενεργοποίησης εργαλείων, όπως π.χ. η αρχή της αναλογικότητας ή ο θεσμός των δικονομικών ακυροτήτων, που θα μπο- ρούσαν να περιστείλουν επιμέρους, δικαιοκρατικά προβληματικές νομοθετικές διατάξεις. Βλ. Δαλακούρα , ό.π., ΠοινΧρ 2016, 330. 40. Βλ. Καϊάφα-Γκμπάντι Μ. (επιστ. επ.), ό.π., τόμος ΙΙ [2014], σελ. 24, 56, 61-62, 64, 79, 81, 84, 87, 90-91, 94, 106, 121, 123-124, 133, 136: «Σημασία αποδίδεται … από το σύνολο σχεδόν των συμμετεχόντων στην ασάφεια του σχετικού νομοθετικού πλαισίου, η πολυπλοκότητα του οποίου αναγνωρίζεται ευρέως ως παράγοντας που υποθάλπει τη διαφθορά και τις δυνατότη- τες προσβολών της δημόσιας περιουσίας, αποδυναμώνοντας παράλληλα την αποτελεσματι- κότητα των υφιστάμενων μηχανισμών πρόληψης και καταστολής τους». 41. Βλ. Καϊάφα-Γκμπάντι Μ. (επιστ. επ.), ό.π., τόμος ΙΙ [2014], σελ. 24. 42. Ένα πρόσφατο σχετικό παράδειγμα παρέχει, καταρχήν , η αναμόρφωση των διατάξεων για τα αδικήματα της δωροδοκίας, της δωροληψίας και της εμπορίας επιρροής, που περιόρισε ση- μαντικά τη χαοτική κατάσταση που μέχρι τότε χαρακτήριζε την ελληνική ποινική νομοθεσία κατά της διαφθοράς. Ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση δεν έλειψαν οι εσφαλμένες επιλο- γές ή οι παλινωδίες σε επιμέρους ζητήματα. Βλ. διεξοδικότερα Κ. Χατζηκώστα , Η καταπολέ- μηση της διαφθοράς στο δημόσιο τομέα με τα μέσα του ποινικού δικαίου, με έμφαση στη δω-

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=