ΓΕΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΟΛΟΓΙΑ & ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
285 Το περιεχόμενο του γενικού θεμελιώδους δικαιώματος τικά ως ημέρες ανάπαυσης και ψυχικής ανάτασης». Η κρατούσα γνώμη 120 ερμη- νεύει τη διάταξη και την έννοια ότι δεν περιλαμβάνει ένα θεμελιώδες δικαίωμα, αλλά μια θεσπική εγγύηση θρησκευτικού και κοινωνικοπολιτικού περιεχομένου. Το Δικαστήριο δέχτηκε δύο βασικές θέσεις και, συγκεκριμένα, ότι η υποχρέωση προστασίας του νομοθέτη, η οποία συνάγεται από το άρθρο 4 §§ 1 και 2 του Θε- μελιώδους Νόμου που κατοχυρώνει τη θρησκευτική ελευθερία, «συγκεκριμενο- ποιείται με την εντολή προστασίας για την αργία της Κυριακής και τις άλλες αργίες από το άρθρο 139 του Συντάγματος σε συνδυασμό με το άρθρο 140 του Θεμελιώ- δους Νόμου 121 · και ότι η επίμαχη νομοθετική ρύθμιση λειτουργίας των καταστη- μάτων είναι αντίθετη με την κατοχύρωση της ανάπαυσης κατά την Κυριακή και τις άλλες αργίες. Έτσι, η απόφαση απέκλινε από την προεκτιθέμενη ερμηνεία της διά- ταξης από τη θεωρία και περιόρισε το περιεχόμενο της εγγύησης της αργίας της Κυριακής και των άλλων αργιών στην κοινωνική σημασία της. Με άλλες λέξεις, το Δικαστήριο δεν δέχτηκε τη θρησκευτική σημασία της εγγύησης, την οποία, πά- ντως, θεώρησε 122 πρακτικά καλυπτόμενη ευρέως από την κοινωνική σημασία της. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας και η απόφαση του Ομοσπονδια- κού Δικαστηρίου ασχολήθηκαν με όμοιες υποθέσεις, η συνταγματική προβλη- ματική των οποίων ήταν όμως κατ’ αρχήν διαφορετική. Ειδικότερα, το Ομοσπον- διακό Συνταγματικό Δικαστήριο ασχολήθηκε με την προβαλλόμενη αντίθεση νό- μου με ρητή διάταξη του Συντάγματος, ενώ το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε την προβαλλομένη νομοθετική προσβολή δικαιώματος που δεν κατοχυρώνεται ρητά από καμιά διάταξη του Συντάγματος. Το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε και δέχτηκε και μια τυπική ακυρότητα του επίμαχου εξουσιοδοτικού νόμου λόγω της αοριστίας του. 120. Βλ. π.χ. Badura , Staatsrecht, αριθ. περιθ. 48, σ. 761 επ., όπου υποστηρίζεται ότι η εντο- λή προστασίας που η διάταξη απευθύνει στο νομοθέτη περιλαμβάνει μια θεσμική εγγύηση νομικοθρησκευτικού, κοινονικοπολιτικού και πολιτιστικού περιεχομένου και δεν θεμελιώ- νει κανένα δικαίωμα των ατόμων· D. Ehlers, Übergangs - und Schlussbestimmungen, σε Sachs, op. cit., σ. 1934 επ., ο οποίος υποστηρίζει ότι η κατοχυρούμενη από το άρθρο 139 του Συντάγματος της Βαϊμάρης και από το νόμο διαμορφωμένη προστασία της αργίας της Κυριακής και των αργιών υπηρετεί κοινωνικούς και θρησκευτικούς σκοπούς και ότι αποτελεί από τη μια μεριά μια συγκεκριμενοποίηση της αρχής του κοινωνικού κράτους και από την άλλη μια διαμόρφωση (έκφραση) της προστασίας της θρησκείας, γιατί υπη- ρετεί τόσο την ανάπαυση όσο και την ψυχική ανάταση· και Jarass, σε Jarass - Pieroth, op. cit., σ. 1023, αριθ. περιθ. 1. - Βλ. σχετικά με την ερμηνεία της διάταξης και Ansch ütz, op. cit., σ. 654 επ. 121. Η βασική αυτή θέση υιοθετήθηκε με ψήφους 5 κατά 3. 122. Β ΙΙ, 2 c: «Καθόσον το άρθρο 139 του Συντάγματος της Βαϊμάρης αναφέρεται στην παρα- δεδομένη χριστιανική σημασία της αργίας, καλύπτεται ευρέως πρακτικά κατ’ αποτέλεσμα στις ενέργειές του από την κοινωνική σημασία της εγγύησης της Κυριακής και των αργιών, πράγμα που έχει τις μίζες του στο ιουδαϊκό Σάββατο. Η ιουδαϊκή αντίληψη του Σαββάτου ως ιερής αργίας μεταβιβάστηκε αργότερα στην Κυριακή...».
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=