ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
Η προσωρινή δικαστική προστασία στο διοικητικό δικονομικό δίκαιο 690 Ως προς την τέταρτη εξαίρεση, αναγκαία είναι η τελολογική συστολή της διατά- ξεως. Σ’ αυτήν υπάγεται μόνο η υλική και όχι η νομική εκτέλεση της προσβαλλόμε- νης, η οποία μπορεί εύκολα συνήθως να ανατραπεί με νομικό επίσης τρόπο 40 . Αλλά και επί υλικής (μερικής ή ολικής) εκτελέσεως η αρχή της αναλογικότητας επιβάλ- λει στάθμιση των συγκρουόμενων αγαθών. (ε) Η ειδική περίπτωση της αναστολής εκτελέσεως πράξεως ανακτήσεως κρατικής ενισχύσεως (202 § 4 Κ∆∆ικ - ν. 4152/2013) Ειδικώς η αναστολή κατά πράξεως που, μετά την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διατάσσει την ανάκτηση παράνομης ή ασυμβίβαστης με την εσωτερική αγορά κρατικής ενισχύσεως, κατά την έννοια του άρθρου 108 § 2 ΣΛΕΕ, χορηγείται αν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: (α) Έχει ασκηθεί προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως κατά της αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εφό- σον και καθ’ ο μέρος αμφισβητείται η νομιμότητα της αποφάσεως αυτής. Αν δεν έχει ασκηθεί η, κατά ανωτέρω, προσφυγή, το δικαστήριο υποχρεούται να αποστείλει σχετικό προδικαστικό ερώτημα. (β) Πιθανολογείται σοβαρά η παρανομία της εθνικής ή ενωσιακής πράξεως ανα- κτήσεως. (γ) Ο αιτών επικαλείται και αποδεικνύει ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμε- νης πράξεως θα του προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη 41 . Η χορήγηση αναστολής αποκλείεται αν από τη στάθμιση της βλάβης του συμ- φέροντος του αιτούντος και του συμφέροντος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες της αιτήσεως αναστολής είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. Κατά την εκτίμηση των παραπάνω προϋποθέσεων, το δικαστήριο οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις αποφάσεις των δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως επί της νομιμότητας της ενωσιακής πράξεως, καθώς και τη διάταξη που τυχόν εκδό- θηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. 4. Προδικασία (άρθρο 203 Κ∆∆ικ) Η αίτηση αναστολής θα πρέπει να εμπεριέχει όλα τα κατ’ άρθρο 45 Κ∆∆ικ απα- ραίτητα στοιχεία του δικογράφου, καθώς και τους συγκεκριμένους λόγους που δι- 40. Βλ. ιδίως ∆ΕφΑθ 48/2011 (Συμβ.), Τρ∆ΠρΑθ 477/2000, 166/2000, 1/2000, 273/2000, Ε∆ΚΑ 2000.453, 457/2000, Τρ∆ΠρΗρακλ 13/2000, ΟλΣτΕ 2040/2007, Ε∆∆∆ 2008.69 (η ταμειακή βεβαίωση δεν συνιστά εκτέλεση της πράξεως), ΣτΕ 980/2006, Αρμ 2006.1099 (με παραπο- μπή στις ΕΑ 407/1999, 364/1998, 220/1985 κ.ά.). Βλ. από τη θεωρία Καράκωστα , ∆ 30.1065 επ. (1077), (με τονισμό της σημασίας διακρίσεως μεταξύ νομικής και υλικής εκτελέσεως), Πανταζάτο , Ε∆ΚΑ 2000.404, Νικολάου/Παπουτσή , ∆ΦΝ 54.1387-188, με παραπομπή στις ΕΑ ΣτΕ 400/1997, Αρμ 1997.1195, 55/1996, Ε∆∆∆ 1997.277, 19/1996, Ε∆∆∆ 1997.277, 578/1996, Ε∆∆∆ 1997.277. Λεπτομέρειες για το ζήτημα βλ. σε: Λαζαράτο , όπ.π., αρ. 391 επ. 41. Λεπτομέρειες για τις προϋποθέσεις αυτές και πληθώρα περαιτέρω παραπομπών, βλ. σε ράϊ- κο , ΘΠ∆∆ 2014.118 επ. (132 επ.). Πρβλ. και Ξυλάκη , ΘΠ∆∆ 2013.1032 επ. 915 916
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=