ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Η προσωρινή δικαστική προστασία κατά τον Κώδικα ∆ιοικητικής ∆ικονομίας 683 (iv) Παρά το ότι κάτι τέτοιο δεν προκύπτει από το γράμμα του άρθρου 200 Κ∆∆ικ η νομολογία προσθέτει και υπό τον Κ∆∆ικ την προϋπόθεση να μην πρόκειται περί αρνητικής διοικητικής πράξεως 5 . Πρόκειται για εμμονή στην παλαιά νομολογία της Επιτροπής Αναστολών του ΣτΕ 6 , η οποία απορρίπτει αιτήσεις αναστολής κατά αρνητικών διοικητικών πράξε- ων με το επιχείρημα ότι η αναστολή εκτελέσεως έχει ως στόχο να αποτρέψει τη δυσμενή για τα συμφέροντα του αιτούντος μεταβολή της καταστάσεως, ενώμε την αίτηση προσωρινής δικαστικής προστασίας κατά της αρνητικής πράξεως ο θιγόμε- νος ιδιώτης επιδιώκει στην πραγματικότητα τη δημιουργία νέας και όχι τη διατή- ρηση της υπάρχουσας καταστάσεως 7 . Αντιθέτως χορηγείται αναστολή εκτελέσεως (τόσο υπό το καθεστώς του π.δ. 18/1989 όσο και υπό το καθεστώς του Κ∆∆ικ) σε συγκεκριμένες κατηγορίες μη γνήσιων (ή νόθων) αρνητικών πράξεων . Κοινό χαρακτηριστικό των περιπτώσεων αυτών είναι ότι η διοίκηση δεν απορρίπτει εξαρχής για πρώτη φορά, αίτημα του ιδι- ώτη, αλλά με την άρνησή της θίγει πραγματικές καταστάσεις που έχουν δημιουργη- θεί και αξίζουν να προστατευθούν. Οι Επιτροπές Αναστολών του ΣτΕ εφαρμόζουν τη θεωρία περί μη γνήσιας αρ- νητικής πράξεως σε τρεις κατά βάση κατηγορίες υποθέσεων: Πρώτον , σε περι- πτώσεις που αφορούν αρνήσεις πολεοδομικών αρχών να εξαιρέσουν αυθαίρετα κτίσματα από την κατεδάφισή τους. ∆εύτερο , στις περιπτώσεις που οι Επιτροπές Αναστολών θέλουν να εξασφαλίσουν στους ενδιαφερόμενους την έγκαιρη συνέχι- ση της σχολικής εκπαιδεύσεως και των σπουδών τους. Η αίτηση αναστολής στρέ- φεται στις περιπτώσεις αυτές είτε κατά πράξεως της αρμόδιας σχολικής ή πανε- πιστημιακής αρχής να (επαν)εγγράψει μαθητή, σπουδαστή ή φοιτητή στο επόμενο εξάμηνο ή έτος σπουδών, είτε κατά πράξεως στρατολογικής αρχής με την οποία απορρίπτεται αίτημα περί χορηγήσεως αναβολής κατατάξεως λόγω σπουδών ή (βλ. ∆ΠρωτΑθ εν συμβ. 1816, 1758, 1709, 2114/2015, ∆ΠρωτΠειρ συμβ. Ν575/2015). Βλ. όμως ∆ΠρωτΘεσσ 308/2015 (συμβ.) που ήταν η μόνη απόφαση σε αίτηση αναστολής επί ανακοπής, η οποία με το ως άνω σκεπτικό έκανε αποδεκτή την αίτηση αναστολής. 5.  Βλ. από την ελληνική βιβλιογραφία ενδεικτικώς: Μοζουράκη , ∆∆ 1995.23 επ., Τσούτσο , ΤοΣ 1985.286 επ., Χρυσανθάκη , όπ.π., σ. 109 επ., Πετρόγλου , Ε∆ΚΑ 1996.597-601, Σκουρή , Η προσωρι- νή δικαστική προστασία στις διοικητικές διαφορές, 2001, σ. 86 επ., Λαζαράτο , όπ.π., αρ. 198 επ. 6.  Πρβλ. ενδεικτικώς ΕΑ ΣτΕ 564/1999, 94/1999, 328/2000, 179/2001, 691/2003, 64/2004, 216/ 2004. 7.  Έτσι έχουν θεωρηθεί υπό τον Κ∆∆ικ ως μη επιδεκτικές αναστολής οι ακόλουθες πράξεις: η μη χορήγηση ασφαλιστικής ενημερότητας (Τρ∆ΠρΑθ 228/2000, Ε∆ΚΑ 2000.453 = ∆ΦΝ 2001. 190 και όμοια Τρ∆ΠρΑθ 1077/1999, ∆ΦΝ 2001.190), η παράλειψη άδειας ιδρύσεως ή/και λει- τουργίας καταστήματος (Τρ∆ΠρΗρακλ 81/2000), η άρνηση απαλλαγής από φόρο κληρονομίας (Μ∆ΠρΑθ 846/1999, ∆ΦΝ 2001.191), η άρνηση χορηγήσεως άδειας θεάτρου (Τρ∆ΠΡΑθ 1087/ 1999, ∆ΦΝ 2001.190), η σιωπηρή απόρριψη από τον Υπουργό ειδικής διοικητικής προσφυγής (Τρ∆ΠρΗρακλ 51/2000), η άρνηση του Προϊσταμένου της ∆ΟΥ να μεταθέσει φορολογική υπο- χρέωση λόγω κληρονομιάς (Τρ∆ΠρΑθ 924/2000), η άρνηση της ∆ΟΥ να αναβάλει τη φορολό- γηση λόγω επιδικίας των κληρονομικών στοιχείων (Τρ∆ΠρΑθ 152/2000, ∆ΦΝ 2001.191). Επί μη χορηγήσεως φορολογικής ενημερότητας αναστολή δεν δόθηκε, λόγω του άρθρου 26 Συντ., στις ∆ΕφΑθ (Συμβ.) 199/2012, 174/2013 (υποθετική και ενδεχόμενη βλάβη). Χορηγήθηκε, όμως, αναστολή στις ∆ΕφΑθ (Συμβ.) 290, 191/2013. Πρβλ. Σπαχή , ΘΠ∆∆ 2014.221.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=