ΔΙΚΑΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ

10 Δίκαιο προστασίας καταναλωτή ΕΛ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΟΥ Το Ενωσιακό Δίκαιο της προστασίας του καταναλωτή φερόντων, την προώθηση του δικαιώματος τους για ενημέρωση και εκπαίδευση και την οργάνωση τους για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους, όπως αυτά ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 153. Όπως συνάγεται από την ανάγνωση της διάταξης του άρθρου 153 παρ. 3 ΣυνθΕΚ, η Ένωση πρέπει να λαμβάνει μέτρα εναρμόνισης των δικαίων των κρατών μελών για την προστασία του καταναλωτή, πρώτον , με στόχο την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς και δεύτερον , αυτοτελώς, για την επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασία των καταναλωτών. Για τη δεύτε- ρη περίπτωση, καθώς η αρμοδιότητα της δεν είναι αποκλειστική, εφαρμογής τυγχάνει, όπως ήδη τονίστηκε, η αρχή της επικουρικότητας (βλ. άρθρο 5 ΣυνθΕΚ). Σύμφωνα με την αρχή αυτή, στους τομείς που δεν υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της, η Ευρωπαϊκή Ένωση παρεμβαίνει μόνον εφόσον και στο βαθμό, που ο στόχος συγκεκριμένης δράσης δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς σε ατομικό επίπεδο από τα κράτη μέλη, ενώ μπορεί να επιτευ- χθεί καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης. Για να μπορεί να δράσει λοιπόν η ΕΕ, πρέπει να συ- ντρέχουν οι προϋποθέσεις της αναγκαιότητας και της αποτελεσματικότητας 9 . Ακόμη, τα μέσα που χρησιμοποιεί για την επίτευξη των σκοπών της πρέπει να είναι ανάλογα προς τους επι- διωκόμενους στόχους, να είναι δηλ. κατάλληλα για το συγκεκριμένο εκάστοτε στόχο και να μην υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο ( αρχή της αναλογικότητας ) (άρθρο 5 παρ. 3 ΣυνθΕΚ). Όσον αφορά στην αρχή της επικουρικότητας, πρέπει να παρατηρηθεί ότι αυτή δεν έχει ως μόνο αποτέλεσμα τον περιορισμό των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγχρόνως και αυτόματα, η εφαρμογή της καθιστά τα κράτη-μέλη υπεύθυνα να εκπληρώνουν αυτά τα ίδια τα καθήκοντα, τα οποία προηγουμένως επιβάρυναν τα όργανα της Ένωσης. Αυτό εξάλ- λου αποτελεί και γενικότερη νομική υποχρέωση των κρατών-μελών, που απορρέει από την «κοινοτική πίστη», την οποία επέβαλε σε αυτά το άρθρο 10 ΣυνθΕΚ. Με την καθιέρωση λοι- πόν της αρχής της επικουρικότητας, η ευθύνη των κρατών-μελών επαυξήθηκε, γιατί πλέον έχουν τα ίδια υποχρέωση, η οποία απορρέει απευθείας από το πρωτογενές δίκαιο, δηλ. από τη Συνθήκη, να εξασφαλίζουν την προστασία των καταναλωτών 10 . Σε τελευταία ανάλυση, η αρχή αυτή πρέπει να εκλαμβάνεται ως κανόνας, που κατανέμει τις αρμοδιότητες μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών και ρυθμίζει την ευθύνη τους κατά την άσκηση της πολιτικής προστασίας των καταναλωτών και την ψήφιση των σχετικών διατάξεων. Αξίζει να τονιστεί ότι μέσω του άρθρου 153 παρ. 5 ΣυνθΕΚ εισάγεται και μια άλλη σημαντική για την προστασία του καταναλωτή αρχή, η αρχή της ελάχιστης προστασίας . Ορίζεται δηλ. ρητά στην παραπάνω διάταξη ότι τα μέτρα, που θεσπίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να διατηρούν ή να εισάγουν στην εθνική τους νομοθεσία αυστηρότερα προστατευτικά μέτρα υπέρ των καταναλωτών, εφόσον τα μέ- τρα αυτά συμβιβάζονται με τη Συνθήκη και κοινοποιούνται στην Επιτροπή. Ιδιαίτερα σημαντική είναι, τέλος, η πρόβλεψη ότι η Επιτροπή, αλλά και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, έχουν καθήκον, στις προτάσεις τους σχετικά με την υγεία, την ασφάλεια, την προστασία του περιβάλλοντος και την προστασία των καταναλωτών, (και 9. Για το θέμα αυτό βλ. στα επομ. αριθ. 28α. 10. Βλ. σχετικά Αλεξανδρίδου, Συνθήκη του Μάαστριχτ και προστασία των δικαιωμάτων του κατανα- λωτή (Μια πρώτη προσέγγιση στην αρχή της επικουρικότητας), Αρμ 1993,701 επ., 706 επ. και εις Χαρμόσυνο Αριστόβουλου Μάνεση, ΙΙΙ, 461 επ., 463 επ. 7 8 9

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=