ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΗ
[23] ΕΝΣΤΑΣΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ 500 Χ. ΜΕΪΔΑΝΗΣ Ι. Γενικά Η διαιτησία αποτελεί την βασική εναλλακτική μορφή επίλυσης διαφορών (διεθνώς: ADR - Alternative Dispute Resolution) και αποτελεί προϊόν της βούλησης των με- ρών 1 . Το διαιτητικό δικαστήριο αποκτά αρμοδιότητα επί ορισμένης υπόθεσης βά- σει ειδικής συμφωνίας διαιτησίας. Μάλιστα, το πλαίσιο της εξουσίας των διαιτητών προσδιορίζεται από την ίδια τη συμφωνία των μερών. Οι διαιτητές ασκούν πάντως, όπως και οι δικαστές, δικαιοδοτικό έργο. Η διαφορά που εμφανίζεται στη διαιτησία είναι ότι οι διαιτητές αποφασίζουν όχι μόνο κατόπιν υπαγωγής των πραγματικών πε- ριστατικών στους κανόνες του ουσιαστικού δικαίου 2 , αλλά και πολλές φορές βάσει άλλων κανόνων και αρχών 3 . Με βάση τα ανωτέρω, προκύπτει ότι η διαιτησία έχει μεν συμβατική αφετηρία, αλ- λά καταλήγει σε δεσμευτική δικαιοδοτική κρίση 4 , με την έννοια ότι είναι ισότιμη με δικαστική απόφαση, η οποία δεν υπόκειται μάλιστα, όπως ρητώς προβλέπεται, σε ένδικα μέσα (άρθρο 895 παρ. 1 ΚΠολΔ). Μοναδική μορφή ελέγχου η αίτηση ακύ- ρωσης για περιορισμένους λόγους ενώπιον πολιτειακού δικαστηρίου. Εάν στην ίδια τη συμφωνία διαιτησίας δεν προβλέπεται άσκηση προσφυγής ενώπιον άλλων δι- αιτητών, η σχετική απόφαση των διαιτητών αποτελεί και δεδικασμένο (άρθρο 896 ΚΠολΔ). Οι διαιτητικές αποφάσεις είναι, λοιπόν, καταρχήν ισοδύναμες με τις δικα- στικές, με μόνη την επιφύλαξη του, κατόπιν αιτήσεως του ηττηθέντος μέρους, επανε- λέγχου τους από κρατικό δικαστήριο για πολύ συγκεκριμένους λόγους που προβλέ- πονται νομοθετικά και αφορούν ζητήματα διαδικασίας. Τα μέρη δεν μπορούν να πα- ραιτηθούν ούτε και με κοινή νεότερη συμφωνία τους από διαιτητικό δεδικασμένο 5 . Επίσης, η διαιτητική απόφαση αποτελεί και εκτελεστό τίτλο (βλ. άρθρο 904 παρ. 2 εδ. 1. Στο άρθρο 87 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι «η δικαιοσύνη απονέμεται από δικαστήρια συγκροτούμενα από τακτικούς δικαστές, που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανε- ξαρτησία». Για τις σχετικώς προς τη νομική φύση της διαιτησίας υποστηριχθείσες θεωρίες, βλ. αντί άλλων Κουσούλη , Θεμελιώδη προβλήματα της διαιτησίας, Β. Θεωρία, σελ. 1 επ. μ.π.π. 2. Βλ. Κουσούλη , Δίκαιο της Διαιτησίας, σελ. 2. 3. Βλ. Καλαβρό , Η εξουσία κρίσης των διαιτητών, σελ. 50. 4. Έτσι έχει κριθεί (ΑΠ 1219/2014 ΧρΙΔ 2015, 130) ότι «Ο θεσμός της διαιτησίας, εσωτερικής ή διεθνούς, είναι διφυής, με την έννοια ότι ρυθμίζεται από διατάξεις δικονομικού, αλλά και ου- σιαστικού δικαίου με προέχοντα πάντως το δικονομικό χαρακτήρα της διαιτησίας, αφού κύριο γνώρισμά της αποτελεί η άσκηση δικαιοδοτικού έργου. Κατά τη δικαιοδοτική λοιπόν θεωρία, που είναι σήμερα η περισσότερο αποδεκτή, η διαιτησία έχει συμβατική αφετηρία και δικαιο- δοτικό τέλος. Έτσι, κυρίαρχος είναι ο συμβατικός χαρακτήρας της ίδιας της συμφωνίας για τη διαιτησία, ο οποίος μειώνεται όσο η διαιτησία οδηγείται προς την απόφαση, που αποτελεί κα- θαρά δικαιοδοτική λειτουργία προς επίλυση ιδιωτικών διαφορών. Όμοια και Κουσούλης , Θε- μελιώδη προβλήματα της διαιτησίας, Β. Θεωρία, σελ. 33. 5. Βλ. Κασιμάτη , Το επιτρεπτό της συμφωνίας περί καταργήσεως της διαιτητικής συμφωνίας μετά την έκδοση της διαιτητικής απόφασης, Δ 2000, 126 επ. 1 2
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=