ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΗ
[23] ΕΝΣΤΑΣΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ 504 Χ. ΜΕΪΔΑΝΗΣ τησία ως τη μοναδική επιτρεπτή μορφή διαιτησίας 23 . Από αυτή τη διαπίστωση απορ- ρέουν δύο συμπεράσματα: Πρώτον, ότι απαγορεύεται η εκ του νόμου καθιέρωση υποχρεωτικής διαιτησίας (άρθρο 8 παρ. 1 Συντ. εξ αντιδιαστολής και άρθρο 20 παρ. 1 Συντ. εξ αντιδιαστολής) και δεύτερον, ότι αντίκειται στο Σύνταγμα η εκ του ενός μό- νο μέρους της διαφοράς, καθιέρωση αναγκαστικής διαιτησίας (άρθρο 8 παρ. 1 Συντ. εξ αντιδιαστολής). Συναφές ζήτημα αποτελεί το εάν είναι δυνατή η ανάθεση εξουσί- ας προσφυγής στη διαιτησία σε ένα μόνο των συμβαλλόμενων μερών. Στην περί- πτωση αυτή υπάρχει η συμφωνία των μερών για την υπαγωγή της διαφοράς προς επίλυση ενώπιον διαιτητικού δικαστηρίου (σε αντίθεση με την αναγκαστική διαιτη- σία), αλλά απλώς περιορίζεται διά της συμφωνίας ο φορέας ασκήσεως του δικαιώ- ματος της προσφυγής. Σύμφωνα με τη νομολογία είναι αδιάφορο για το κύρος της διαιτητικής ρήτρας το ζήτημα, αν και τα δύο ή ένα μόνο και ποιο από τα αντίδικα μέ- ρη και για ποιες μεταξύ των διαφορές έχει δικαίωμα να προσφύγει στη διαιτησία 24 . Συναφώς και από τη νομολογία επισημαίνεται, ότι η ύπαρξη μονομερούς διαιτητικής ρήτρας σε σύμβαση δεν γεννά λόγο ακυρότητας της διαιτητικής αποφάσεως κατά το άρθρο 897 αριθ. 5 ΚΠολΔ (συνδυαστικά με το άρθρο 886 παρ. 2 ΚΠολΔ), διότι η κα- τά την ανωτέρω διάταξη ισότητα προϋποθέτει υφιστάμενη διαιτητική διαδικασία 25 . Η νομολογία επομένως αναγνωρίζει, ότι, παρά την ύπαρξη της μονομερούς διαιτη- τικής ρήτρας, σε τελική ανάλυση η συμφωνία των μερών είναι αυτή που θεμελιώ- νει την εξουσία κρίσεως των διαιτητών και όχι η απόφαση του μέρους, που βάσει της ρήτρας είχε την εξουσία να οδηγήσει τελικώς στη διαιτησία τη διαφορά 26 . Στην έγγραφη διαιτητική συμφωνία για τις μελλοντικές διαφορές επιβάλλεται να αναφέρεται ορισμένη έννομη σχέση, από την οποία θα γεννηθούν οι διαφορές, χω- ρίς πάντως να είναι και απαραίτητο να μνημονεύονται αυτές ρητώς 27 . Ως έγκυρη, πά- ντως, δεν μπορεί να θεωρηθεί η διαιτητική ρήτρα, η αναφερόμενη αορίστως στην επίλυση μελλοντικών διαφορών μεταξύ των συμβαλλομένων 28 . Επίσης, γίνεται δε- κτό ότι για την υπαγωγή στη διαιτησία, αρκεί να υπάρχει έστω γενική συμφωνία των μερών έστω με τη μορφή γενικής δηλαδή ρήτρας (όπως π.χ. στη διαιτησία συμφω- νείται να υπάγονται οι από τη σύμβαση διαφορές ή και με άλλη συνώνυμη ή όμοια διατύπωση) και το δικαστήριο την ερμηνεύει και καλύπτει ασάφεια, κενό ή αμφίβο- λο σημείο βάσει των άρθρων 173 και 200 ΑΚ 29 . Ειδικά για την περίπτωση διαιτητικής συμφωνίας επί υφιστάμενων διαφορών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι απαιτείται η συμ- φωνία να περιέχει ακριβή περιγραφή της διαφοράς που έχει ήδη ανακύψει μεταξύ 23. Βλ. Κουσούλη , Δίκαιο της Διαιτησίας, σελ. 6· Κεραμέα , Αστικό δικονομικό δίκαιο Ι, σελ. 81 επ. 24. Βλ. ΑΠ 1426/2005 ΕΕΝ 2006, 630 επ.= ΔΕΕ 2006, 77 επ. 25. Βλ. ΑΠ 1426/2005 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 71/1995 ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 19/2008 ΝΟΜΟΣ. 26. Για το θέμα αυτό βλ. πάντως τις επιφυλάξεις του Κουσούλη , Δίκαιο της Διαιτησίας, σελ. 3. 27. Έτσι ορθώς ΑΠ 1219/2014, ΑΠ 102/2012, ΑΠ 506/2010, ΕφΔωδ 19/2008, ΕφΑθ 8320/2004 όλες σε ΝΟΜΟΣ. 28. Βλ. Φουστούκο σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ΚΠολΔ ΙΙ, άρθρο 868, αριθ. 1. 29. ΕφΛαρ 350/2015 Δικογρ 2015, 784. 9
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=