ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΗ ΑΓΟΡΑ
§ 4. Η ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟ ∆ΙΚΤΥΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ 85 Ενέργειας αποτελεί νομικό μονοπώλιο, το οποίο για τους σκοπούς μας, αναφορικά δηλαδή με την θεωρία και λογική των essential facilities ως θεμέλιο αναγκαστικής για τον διαχειριστή της αγοράς σύμβασης εξισώνεται με το φυσικό μονοπώλιο 341 . Υπό αυτό το δεδομένο ιδιαίτερα μπορεί να γίνει δεκτό, πως η νομοθετική πρόβλε- ψη υποχρέωσης του διαχειριστή της αγοράς να παράσχει πρόσβαση στην αγορά μπορεί να συμπυκνωθεί σε συμβατική αξίωση παροχής πρόσβασης. III. Συμπέρασμα: ∆ίκαιο των συμβάσεων και δίκαιο ανταγωνισμού Η μόλις δοθείσα απάντηση τίθεται βεβαίως υπό μία ευρύτερη και θεμελιώδη επι- φύλαξη, η οποία αφορά την αξιολογική σύνθεση του δικαίου των συμβάσεων. Μπο- ρεί το τελευταίο να αντλήσει από το δίκαιο ανταγωνισμού τα νομιμοποιητικά θε- μέλια της ρύθμισης, στην οποία αποσκοπεί; Το πρόβλημα αναδύεται εδώ εντονότε- ρα, διότι αναζητούμε τη θεμελίωση συμβατικής αξίωσης πέρα από την νομοθετική ρύθμιση. ∆εν ερωτάται πλέον για την εξουσία του νομοθέτη να εισάγει στην διμε- ρή προοπτική της σύμβασης υπερατομικούς σκοπούς, δηλαδή στόχους που ξεπερ- νούν την αξιολογική τοποθέτηση της αρχής της αυτοδιάθεσης, αλλά πολύ περισ- σότερο, αν ο ερμηνευτής του δικαίου δύναται να το πράξει. Είναι ωστόσο συμβα- τή η ανωτέρω αξιολογική τοποθέτηση με την αντίστοιχη του δικαίου του ανταγω- νισμού; Προστατεύει το τελευταίο τη συμβατική ελευθερία ή τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό και τις δομές του; Το ερώτημα εκβάλλει κατά πρώτον στην αναζήτη- ση, εάν η αξιολογική θεμελίωση του συμβατικού δικαίου είναι πράγματι τόσο μο- νοσήμαντη, ώστε η δημοσίου δικαίου προοπτική του δικαίου ανταγωνισμού να μην μπορεί να αποτελέσει το θεμέλιο μίας συμβατικής αξίωσης ή εάν μία θεωρία ποι- κιλίας των αρχών του συμβατικού δικαίου αφενός και του δικαίου ανταγωνισμού αφετέρου επιτρέπει την σύζευξή τους στην ερμηνευτική διαδικασία. Κατά δεύτε- ρον ερωτάται στο παρόν πλαίσιο αναφορικά με το θεμέλιο της αναγκαστικής σύμ- βασης εν γένει. Αν αυτό εντοπίζεται πράγματι στο άρθρο 919 ΑΚ, ήδη υπονοήθη- κε, πως έτσι αμβλύνεται η προβληματική, αλλά μάλλον με αυτό τον τρόπο, η ανα- γκαστική σύμβαση έχει δογματικά απομακρυνθεί από το δίκαιο των συμβάσεων. Τα ερωτήματα αυτά μπορούν εντός της στενής προοπτικής της παρούσας δυστυ- χώς μόνο να τεθούν και θα πρέπει να επιφυλαχθούμε για μία απάντηση σε διαφο- ρετικό πλαίσιο. Η πρώτη προσέγγιση στην προβληματική παραπέμπει στην, άμε- ση αναμφισβήτητα, σχέση ανάμεσα στην ελευθερία του ανταγωνισμού και την συμβατική ελευθερία, αφού η πρώτη εγγυάται τη δεύτερη. Αυτό βέβαια εξαρτά- ται από την έννοια της ελευθερίας, που χρησιμοποιεί κανείς 342 . Ωστόσο αυτή η πρώτη προσέγγιση δεν αρκεί, αν επιχειρήσουμε ad hoc να δανειστούμε δογματι- κά στοιχεία από το δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού, στοιχεία όπως η έννοια ταφατικά για την εισαγωγή μετοχών στην οργανωμένη αγορά Τουντόπουλος , ∆ίκαιο Κεφαλαιαγοράς, § 7, παρ. 19. 341. Βλ. την απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού 428/V/2009, Α3. 342. Canaris , Wandlungen des Schuldvertragsrechts, AcP 2000, σελ. 293 με παραπομπές.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=