ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ

Ν. ΚΟΥΛΟΥΡΗΣ 909 ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ Αναστολή της ποινής υπό όρο και απόλυση υπό όρο Άρθ. 110Α τηση εκδόθηκε και δημοσιεύτηκε η ΚΥΑ 39067/2015 με την οποία καθορίστηκε η δια- δικασία της ειδικής πραγματογνωμοσύνης (βλ. σχετικά κατωτέρω). Υπό το προ του 2015 νομοθετικό καθεστώς η κοινή υπουργική απόφαση που προ- βλέφθηκε το 1993 στην παρ. 2 του άρθρου 110Α ΠΚ δεν είχε εκδοθεί επί σειρά ετών. Η μη έκδοσή της δεν εμπόδιζε τη διακρίβωση της ύπαρξης νόσου που καθιστά υπο- χρεωτική την απόλυση του ασθενούς καταδίκου με διενέργεια της κοινής πραγμα- τογνωμοσύνης των άρθρων 183 επ. ΚΠΔ. Αυτό συνέβαινε με το σκεπτικό ότι καμία νομοθετική ρύθμιση δεν αποκλείει την εφαρμογή αυτών των άρθρων ως προς το ζήτημα της χορήγησης της υπό όρο απόλυσης [ΣυμβΠλημΠειρ 1564/2004 ΝΟΜΟΣ, ΣυμβΠλημΠειρ 800/2009, αδημ.]. Έτσι, η έκδοση αυτής της υπουργικής απόφασης θεωρήθηκε ότι δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή της απόλυσης υπό όρο του ασθενούς κρατουμένου [ Σπυράκος , Συστηματική Ερμηνεία ΠΚ, 2005, 1264] και τα δικαστικά συμβούλια διέτασσαν τη διενέργεια της κοινής πραγματογνωμοσύνης επι- καλούμενα ανθρωπιστικούς λόγους και τον κατεπείγοντα χαρακτήρα του θέματος [εν- δεικτικά, ΣυμβΠλημΠειρ 839/2008, 42/2009, 800/2009, αδημ.]. Αφού τροποποιήθηκε η πρώτη παράγραφος του άρθρου 110Α ΠΚ, διευρύνοντας τις περιπτώσεις εφαρμογής του, χωρίς να τροποποιηθεί και η δεύτερη παράγραφος του ίδιου άρθρου, η οποία προβλέπει τον καθορισμό του τρόπου διενέργειας της ειδικής πραγματογνωμοσύνης προκειμένου να διαπιστωθεί αν ο αιτών κατάδικος εμπίπτει στο ρυθμιστικό πεδίο του με την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης, τέθηκε ζήτη- μα (δεκαέξι χρόνια μετά την εισαγωγή της ρύθμισης!) ως προς το εάν μπορεί να ενερ- γοποιείται η εφαρμογή της πρώτης παραγράφου χωρίς να έχει εκδοθεί η απόφαση αυτή. Συγκεκριμένα υποστηρίχθηκε ότι η έκδοση της προβλεπόμενης ΚΥΑ ήταν απα- ραίτητη προϋπόθεση για να ενεργοποιηθεί η εφαρμογή της ειδικής απόλυσης υπό όρο της πρώτης παραγράφου του άρθρου 110Α ΠΚ. Τούτο διότι, εάν αρκούσε η κοινή πραγματογνωμοσύνη των άρθρων 183 επ. ΚΠΔ, δεν υπήρχε κανένας λόγος να προ- βλεφθεί ειδική πραγματογνωμοσύνη και, εάν ήταν σύμφωνη με τη βούληση του νο- μοθέτη η ακολουθούμενη πρακτική μέχρι την παρέμβασή του, το έτος 2008, στο άρ- θρο 110Α ΠΚ, θα καταργούσε την πρόβλεψη περί της ειδικής πραγματογνωμοσύνης. Η ανάγκη διενέργειας πραγματογνωμοσύνης ειδικού χαρακτήρα προκύπτει από το ότι η διάγνωση της ύπαρξης των παθήσεων που προβλέπει ο νόμος απαιτεί ειδικές εξετά- σεις από εξειδικευμένους επιστήμονες. Συμπερασματικά, είχε κριθεί ότι ο νομοθέτης εμμένει στην ειδική πραγματογνωμοσύνη και στην αναγκαιότητα έκδοσης της υπουρ- γικής απόφασης που θα όριζε τη διαδικασία διεξαγωγής της [ΣυμβΕφΠειρ 343/2009, δεχόμενο τυπικά και στην ουσία έφεση του Εισαγγελέα Εφετών Πειραιώς κατά του ΣυμβΠλημΠειρ 800/2009 αδημ., και ΣυμβΠλημΠειρ 19/2010 αδημ.]. Το πρόβλημα λύθηκε τότε με την έκδοση της ΚΥΑ υπ’ αριθ. 164484/2009. Στη συνέχεια ο νομοθέτης υπήρξε πιο αναλυτικός. Έτσι, οι σήμερα ισχύουσες διατά- ξεις προβλέπουν ότι η ειδική πραγματογνωμοσύνη ή, σύμφωνα με τη ρύθμιση του Ν 4571/2018, και η βεβαίωση του ΚΕ.Π.Α. πρέπει να προσδιορίζουν εάν η αναπηρία είναι μόνιμη ή πρόσκαιρη και, στην περίπτωση της πρόσκαιρης αναπηρίας να αναφέρουν τον χρόνο διάρκειάς της και το ποσοστό της. Στην ίδια περίπτωση (της πρόσκαιρης αναπη-

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=