ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Γενικοί ορισμοί Άρθ. 177 Π. ΚΑΙΣΑΡΗΣ / Π. ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ 1037 ΟΙ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ χής της αναλογίας (άρθρο 25 Συντ.). Ο δικαιολογητικός λόγος της διατάξεως είναι η αποφυγή εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων στα πλαίσια της διεξαγωγής δυο ποινι- κών δικών, της μιας που αφορά στη δυσφήμηση και της άλλης που αφορά στο δυ- σφημιστικό γεγονός. Πλην όμως η θέσπιση αμάχητου τεκμηρίου σε βάρος του κατη- γορουμένου στην ποινική δίκη έρχεται σε προφανή δυσαναλογία μεταξύ αγαθών που συνδέονται με την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, μεταξύ του συμφέροντος δι- αφυλάξεως εννόμων αγαθών του ατόμου, η διαφύλαξη των οποίων είναι βασική υ- ποχρέωση της πολιτείας με τα αρμόδια δικαιοδοτικά της όργανα, προς εμπέδωση της ομαλής κοινωνικής συμβιώσεως και προόδου, και του επιδιωκόμενου ως άνω συμ- φέροντος της μη εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων. Το τελευταίο είναι έλασσον του πρώτου [βλ. για τα παραπάνω Φ. Μακρή, Νομολογία στα εγκλήματα κατά της τιμής. Τεκμήριο του ψεύδους, απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί και αναγκαίο μέσο προστασίας δικαιολογημένου συμφέροντος, ΠοινΔικ 2010, 336 επ.]. Κάμψη στον κανόνα της αρχής της ηθικής απόδειξης εισάγεται από τη διάταξη του άρ- θρου 179 εδ. β΄ ΚΠΔ με την οποία εισάγεται απαγόρευση της εμμάρτυρης απόδειξης όταν βάση του εγκλήματος είναι κάποια ιδιωτική απαίτηση. Δικαιολογητικός σκοπός της διατάξεως είναι η αποφυγή της επιδιώξεως αστικών αξιώσεων μέσω της ποινικής δίκης, καθώς και της μη υπάρξεως αντίφασης σχετικά με την απόδειξη της ίδιας αγω- γής μεταξύ των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων [βλ. Θ. Δαλακούρα, τόμ. Β, σελ. 27, Ι. Ζησιάδη, τόμ. Β΄, σελ, 14, Π. Καίσαρη, άρθρο 179, σελ. 2366, Α. Κονταξή, άρθρο 179, σελ. 1318, Χ. Σεβαστίδη, άρθρο 179, αριθ. 2, σελ. 2311]. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο νόμος έχει προσδώσει πλήρη αποδεικτική δύναμη σε έγ- γραφα της αποδεικτικής διαδικασίας, μέχρις ότου αυτά να προσβληθούν για πλαστό- τητα. Έτσι, ορίζεται λ.χ. στη διάταξη του άρθρου 141 παρ. 3 ΚΠΔ ότι τα πρακτικά ωσό- του προσβληθούν για πλαστότητα, αποδεικνύουν όλα όσα αναγράφονται σε αυτά, αλ- λά και στο άρθρο 162 ΚΠΔ προβλέπεται ότι το αποδεικτικό της επίδοσης έχει πλήρη αποδεικτική δύναμη, μέχρι να προσβληθεί για πλαστότητα. Αντίθετα, τα δημόσια έγγραφα , τέτοια είναι δε και τα συμβολαιογραφικά έγγραφα, ακόμη κι’ αν δεν έχουν προβληθεί για πλαστότητα, εν αντιθέσει με την πολιτική δίκη, δεν παρέχουν πλήρη απόδειξη. Κατά το άρθρο 438 του ΚΠολΔ, «έγγραφα που έχουν συνταχθεί κατά τους νόμιμους τύπους από δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό ή πρόσω- πο που ασκεί δημόσια υπηρεσία ή λειτουργία, αποτελούν πλήρη απόδειξη για όλους ως προς όσα βεβαιώνονται στο έγγραφο ότι έγιναν από το πρόσωπο που συνέταξε το έγγραφο ή ότι έγιναν ενώπιόν του, αν το πρόσωπο αυτό είναι καθ’ ύλην και κατά τό- πον αρμόδιο να κάνει αυτή τη βεβαίωση. Ανταπόδειξη επιτρέπεται μόνο με προσβο- λή του εγγράφου ως πλαστού». Στην ποινική όμως διαδικασία η αποδεικτική δύναμη των δημοσίων εγγράφων δεν είναι όπως στην πολιτική δίκη, αλλά επιτρέπεται κατά του περιεχομένου αυτών το εμμάρτυρο μέσο, πολύ δε περισσότερο άλλες έγγραφες αποδείξεις, σύμφωνα με την από το άρθρο 177 του ΚΠΔ καθιερωμένη αρχή της ελεύ- θερης εκτίμησης των αποδείξεων της ποινικής διαδικασίας [βλ. ΑΠ 241/2011 ΠοινΔικ 2012,218]. 14 15 16

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=