ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ & ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΥ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ 42 ας νομολογίας γύρω από την έννοια αυτή, η οποία, βέβαια, συνεχίστηκε και εμπλουτίστηκε μετά την ευθεία συνταγματική κατοχύρωση της βιώσιμης ανάπτυξης και η οποία τείνει αρκετές φορές να εστιάζει στην περιβαλλοντι- κή διάσταση της βιώσιμης ανάπτυξης. Η συνταγματική κατοχύρωση της βιώ- σιμης ανάπτυξης, συνεπώς, δεν υπήρξε παρά επιβεβαίωση της προγενέστε- ρής της νομοθετικής και νομολογιακής αναγνώρισης, συνεπεία της οποίας η έννοια αυτή θεωρήθηκε ότι αποτελεί γενική αρχή του δικαίου και κατοχυ- ρώθηκε ως προσδιοριστική της κρατικής δράσης, όταν λαμβάνει προληπτι- κά και κατασταλτικά μέτρα για τη διαφύλαξη του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, με αποτέλεσμα η λήψη ανάλογων μέτρων, τα οποία, ωστόσο, δεν εξυπηρετούν τη βιώσιμη ανάπτυξη, να είναι ιδιαίτερα πιθανό να κριθεί αντισυνταγματική 106 . Παγίως, άλλωστε, κρίνεται νομολογιακά ότι τα αρμόδια όργανα του Κράτους οφείλουν να λαμβάνουν τα απαιτούμενα νομοθετικά και διοικητικά, προλη- πτικά και κατασταλτικά, μέτρα, για την αποτελεσματική διαφύλαξη των πε- ριβαλλοντικών αγαθών, παρεμβαίνοντας στον αναγκαίο βαθμό στην οικο- νομική ή άλλη, ατομική ή συλλογική, δραστηριότητα. Κατά τη λήψη δε των ανωτέρω μέτρων, τα όργανα της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας οφείλουν να σταθμίζουν και άλλους παράγοντες, αναγόμενους στο γενικότε- ρο εθνικό και δημόσιο συμφέρον, η επιδίωξη, όμως, των σκοπών αυτών και η στάθμιση των προστατευόμενων αντίστοιχων έννομων αγαθών πρέπει να συμπορεύεται προς την υποχρέωση της Πολιτείας να μεριμνά για την προ- στασία του περιβάλλοντος, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η βι- ώσιμη ανάπτυξη 107 . Από την άλλη πλευρά, η προβληματική γύρω από τη συνταγματική αναγνώ- ριση της αρχής της αειφορίας έγκειται στο γεγονός ότι, όπως και στην περί- πτωση της έννοιας του περιβάλλοντος, δεν αποδόθηκε ο ορισμός της ή του- λάχιστον τα επιμέρους στοιχεία και το ειδικότερο περιεχόμενό της. Πρό- κειται μάλιστα για μία παράλειψη η οποία μόλις πρόσφατα υποκαταστάθηκε από την κοινή νομοθεσία, με αποτέλεσμα να αποτελεί, μέχρι πολύ πρόσφα- τα, μία έννοια ουδόλως αποσαφηνισμένη και ιδιαίτερα αμφίσημη και αόριστη στην ελληνική έννομη τάξη, παρά, μάλιστα, την ενσωμάτωση στο εσωτερικό δίκαιο των διεθνών και ενωσιακών κειμένων, που αποδίδουν τον ορισμό και το περιεχόμενό της. Αποτέλεσμα της αοριστίας αυτής είναι η έννοια της βι- 106.  Τροβά Ε., 2003, Το πολιτιστικό περιβάλλον κατά το Σύνταγμα του 1975 / 86 / 2001 , Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή, σελ. 75 επ. 107.  ΣτΕ Ολ. 705/2006, 1688/2005, ΣτΕ Ε΄ 5μ. 2214/2015.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=