ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ (τσέπης)

10 [1] Άρθ. 11 ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ατάξεις των περιπτώσεων α’ και δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 5 και της παραγράφου 2 του άρθρου 4, β) ο σκοπός της, όπως ορίζεται στο κα- ταστατικό, είναι παράνομος ή αντίθετος προς τη δημόσια τάξη και γ) ο μο- ναδικός ιδρυτής ή όλοι οι ιδρυτές δεν είχαν την ικανότητα για δικαιοπρα- ξία κατά την υπογραφή της εταιρικής σύμβασης. 2. Η αγωγή ασκείται από κάθε πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και απευθύνεται κατά της εταιρείας. Το δικαστήριο που απαγγέλλει την ακυ- ρότητα διορίζει με την ίδια απόφαση και τους εκκαθαριστές της. 3. Οι λόγοι ακυρότητας των περιπτώσεων α’ και β’ της παραγράφου 1 θε- ραπεύονται αν, μέχρι τη κατάθεση των προτάσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 237 ΚΠολΔ, το καταστατικό τροποποιηθεί, ώστε να μην υφίστα- ται πλέον ο λόγος ακυρότητας που αναφέρεται στην αγωγή. Το δικαστή- ριο που εκδικάζει αγωγή για κήρυξη ακυρότητας της εταιρείας, μπορεί να χορηγήσει στην εταιρεία εύλογη προθεσμία, όχι μεγαλύτερη των τρι- ών (3) μηνών, με σκοπό να ληφθεί η απόφαση τροποποίησης του κατα- στατικού και να υποβληθεί στην αρμόδια Αρχή, σύμφωνα με τις παρα- γράφους 2 και 3 του άρθρου 9 ή να γίνει μετατροπή της εταιρείας σε άλλη εταιρική μορφή. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για ένα (1) ακό- μη μήνα. Για το διάστημα που μεσολαβεί το δικαστήριο μπορεί να διατά- ξει ασφαλιστικά μέτρα. 4. Η δικαστική απόφαση που κηρύσσει την ακυρότητα της εταιρείας αντι- τάσσεται στους τρίτους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του Ν 3419/2005. Τριτανακοπή μπορεί να ασκηθεί μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από την υποβολή της απόφασης σε δημοσιότητα. 5. Η ακυρότητα αυτή καθαυτή δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των υποχρε- ώσεων ή των απαιτήσεων της εταιρείας, χωρίς να βλάπτονται τα αποτελέ- σματα της κατάστασης εκκαθάρισής της. 6. Οι μέτοχοι της άκυρης εταιρείας υποχρεούνται να καταβάλουν το κεφά- λαιο που κάλυψαν και δεν έχουν ακόμη καταβάλει, στην έκταση που αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση του σκοπού της εκκαθάρισης. 7. Η αγωγή για κήρυξη της ακυρότητας ασκείται μέσα σε μια διετία από τη σύσταση της εταιρείας. Στην περίπτωση β’ της παραγράφου 1, η άσκηση της αγωγής δεν υπόκειται σε χρονικό περιορισμό.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=