Η ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΗ

Έννοια, λειτουργία και ταξινόμηση της απόδειξης  I Ι. ΒΑΛΜΑΝΤΩΝΗΣ 7 νόμηση των αποδείξεων, η οποία δεν βοηθά στην αποκάλυψη πραγματικά ση- μαντικών όψεων του φαινομένου της απόδειξης. Υποστηρίζεται ότι υπάρχει κίνδυνος παρερμηνειών λόγω της θεωρητικής και πολιτισμικής σχετικότη- τας και μεταβλητότητας των διακρίσεων αυτών 11 . Η ελληνική θεωρία ακο- λουθεί τις εξής διακρίσεις της απόδειξης: α) με σημείο αναφοράς το αντικεί- μενο της απόδειξης σε άμεση και έμμεση απόδειξη, β) με κριτήριο την κατα- νομή του βάρους αποδείξεως σε κύρια απόδειξη και ανταπόδειξη, γ) με βάση τον απαιτούμενο βαθμό σχηματισμού δικανικής πεποίθησης σε πλήρη απόδει- ξη και πιθανολόγηση και δ) με κριτήριο την τήρηση των κανόνων που αναφέ- ρονται στο επιτρεπτό των αποδεικτικών μέσων σε αυστηρή, ελεύθερη και εν μέρει ελεύθερη απόδειξη. 1. Άμεση και έμμεση απόδειξη Η πλέον θεμελιώδης διάκριση είναι εκείνη ανάμεσα στην άμεση και έμμεση απόδειξη 12 . Αναφέρεται στον τρόπο διαπίστωσης του αποδεικτέου γεγονό- τος και στο σχηματισμό της δικανικής πεποίθησης του δικαστή. Στην άμε- ση απόδειξη, φανερώνονται απ’ ευθείας τα ίδια τα πραγματικά γεγονότα του αποδεικτέου θέματος (thema probandum), χωρίς την παρεμβολή συλλογι- σμού του δικαστή. Αντίθετα, η έμμεση απόδειξη κατατείνει στη φανέρωση άλλων διαφορετικών προς το αποδεικτέο θέμα γεγονότων (ενδείξεις), από τη γνώση των οποίων, δύναται, με τη βοήθεια της λογικής, να συναχθεί η αλή- θεια ή αναλήθεια των γεγονότων, που αποτελούν στοιχεία του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου 13 . Η έμμεση απόδειξη δεν αποτελεί αποδεικτικό μέσο, αλλά συλλογιστική μέ- θοδο του δικαστή 14 . Το αποτέλεσμα του έμμεσου συλλογισμού ονομάζεται τεκμήριο. Για το λόγο αυτό, η λογική αυτή μέθοδος, με την οποία ο δικαστής αντλεί συμπεράσματα από γνωστά πράγματα για άγνωστα, ονομάζεται δια τεκμηρίων ή έμμεση απόδειξη. Ρυθμίζεται από τη διάταξη του άρθρου 336 §3 tion des preuves dans l’ histoire du droit, σε Perelman C./Foriers P. (επιμ.), La preuve en droit, 1981, σελ. 27 επ. 11.  Taruffo Μ. (επιμ.), La prova nel processo civile, 2012, σελ. 57. 12.  Αυτή θεωρεί ως τη μόνη σημαντική και ο Bentham J. , Traité des preuves judiciaires, 1823, I, σελ. 24 επ., ο οποίος διακρίνει οκτώ είδη αποδείξεων. 13.  ∆έδες Χ. , ∆ικαστικά τεκμήρια και ενδείξεις εις το δικονομικό δίκαιο, ∆ 1993, 695 επ. Ως κλασσικό παράδειγμα έμμεσης απόδειξης αναφέρεται στην ελληνική βιβλι- ογραφία το άλλοθι, ήτοι η αδυναμία ταυτόχρονης παρουσίας ενός ατόμου σε περισ- σότερα μέρη. 14.  ∆ιαμαντάκος Σ ., Η έμμεσος απόδειξις κατά τον Κώδικα Πολιτικής ∆ικονομίας, ΕΕΝ 1972, 274. 9 10

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=