Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης

ΛΟΓΟΙ ΑΡΝΗΣΕΩΣ ΕΚΤΕΛΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΕΕΣ 135 περιστατικών στις έννομες τάξεις δεν είναι νομικά σημαντικός για την εφαρ- μογή ή μη του άρθρου. Περαιτέρω σε εφετειακή απόφαση 368 ειδικώς για τον εδώ εξεταζόμενο λόγο υποχρεωτικής άρνησης εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης έγιναν δεκτά μεταξύ άλλων και οι ακόλουθες σημαντικές σκέψεις: «… Με το λόγο αυτό επιβάλλεται μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο σεβασμός της αρχής του δεδικασμένου (ne bis in idem), αρχή η οποία ευρίσκε- ται διατυπωμένη με τον ίδιο τρόπο και στη Σύμβαση Σένγκεν (άρθρ. 54 επ.). Η εφαρμογή της διάταξης αυτής προϋποθέτει την ύπαρξη απόφασης επί της ουσίας της ποινικής υπόθεσης σε άλλο κράτος-μέλος και ταυτότητα των δι- ωκόμενων πράξεων και ακόμη, σε περίπτωση καταδίκης , τη διαπίστωση ότι η επιβληθείσα στον εκζητούμενο ποινή έχει εκτιθεί ή εκτίεται ή δεν μπορεί πλέον να εκτιθεί σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους-μέλους στο οποίο εκδό- θηκε η καταδικαστική απόφαση. Εξάλλου, λόγος υποχρεωτικής άρνησης εκτέ- λεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εισάγεται και με διάταξη του άρθρου 11 στοιχ. στ΄ του ίδιου νόμου, από την οποία σαφώς συνάγεται ότι, αν το πρόσωπο, του οποίου ζητείται με ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης η παράδο- ση για την εκτέλεση στερητικής της ελευθερίας ποινής, που του επιβλήθηκε τελεσιδίκως με απόφαση ποινικού δικαστηρίου του κράτους-μέλους έκδοσης του εντάλματος, είναι έλληνας υπήκοος, η δικαστική αρχή που αποφασίζει για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης αρνείται υποχρεωτικά την εκτέλεση του εντάλματος και διατάσσει ταυτόχρονα την εκτέλεση της κα- ταδικαστικής απόφασης, δηλαδή την έκτιση της επιβληθείσας στον εκζητού- μενο ποινής στην Ελλάδα, σύμφωνα με τους ελληνικούς ποινικούς και σωφρο- νιστικούς νόμους. Στην υπό κρίση περίπτωση υφίστατο ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης από τις δικαστικές αρχές της Γαλλίας, σε βάρος Έλληνα υπηκόου , ο οποίος είχε κη- ρυχθεί ένοχος για το πλημμέλημα της συνέργειας σε απάτη και είχε καταδι- καστεί σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων (4) ετών. Ειδικότερα η πράξη για την οποία αυτός είχε καταδικαστεί συνίσταται στο ότι στο Παρίσι, μέσα στο χρο- νικό διάστημα από το 1990 έως το 1997, εκμεταλλευόμενος τη θέση του, ως υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ειδικότερα ως ∆ιευθυντής Τουρισμού, μεθόδευσε την καταβολή κοινοτικών κονδυλίων σε εταιρίες της επιλογής του, με αντάλλαγμα να του καταβάλουν οι εταιρίες αυτές, ως κρυ- φή προμήθεια και με τον τρόπο αυτό προσπορίστηκε παρανόμως το ποσό τουλάχιστον των 550.000 ευρώ. Ο εκζητούμενος προσκόμισε απόφαση του Πρωτοβάθμιου ∆ικαστηρίου των Βρυξελών, από την οποία προέκυπτε ότι σε βάρος αυτού ασκήθηκε στο Βέλγιο ποινική δίωξη για διάπραξη, μέσα στο 368.  ΕφΑθ 25/2007, ΝοΒ 2007, 1883.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=