ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

160 ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ αποθέματος. Η αξία κτήσης δεν μπορεί να είναι χαμηλότερη από την κα- θαρή ρευστοποιήσιμη 76 αξία των αποθεμάτων τέλους κατά την ημερομηνία αναφοράς. Αφού έχει προσδιορισθεί η αξία κτήσης ανά κωδικό αποθέμα- τος 77 ενημερώνονται λογιστικά οι μερίδες της αποθήκης και ως προς τις αξί- ες τους και συνεπακόλουθα και οι οικείοι λογαριασμοί του αναλυτικού κα- θολικού στη γενική λογιστική. Η τελική αξία των αποθεμάτων τέλους δια- μορφώνεται αφού διαπιστωθούν και αναγνωρισθούν και οι τυχόν απομει- ώσεις και διαγραφές λόγω απαξίωσης ή καταστροφών, οπότε και οριστικο- ποιείται η αξία του τελικού αποθέματος το οποίο πρέπει να γνωστοποιηθεί στις οικονομικές καταστάσεις. Στο τέλος της διαδικασίας αυτής, αφού η αξία των αποθεμάτων τέλους έχει πλέον προσδιορισθεί, και δεδομένου ότι η αξία των αποθεμάτων έναρξης εί- ναι ήδη γνωστή, η αξία των αγορών που διενεργήθηκαν εντός της περιόδου αναφοράς μπορεί να προκύψει και υπολογιστικά με τη χρήση του τύπου Α = ΑΤ + ΚΠ – ΑΑ, και το ποσό αυτό να «συμφωνηθεί» λογιστικά με την κίνη- ση στους λογαριασμούς των αγορών του γενικού καθολικού κατά την περί- οδο αναφοράς. Από τα ανωτέρω γίνεται σαφές ότι κατά τη διάρκεια της χρήσης, ενώ το λογιστικό κύκλωμα παρακολούθησης των αποθεμάτων και οι μερίδες της αποθήκης ενημερώνονται λογιστικά μετά από κάθε συναλλαγή πωλήσεων, οι οικείοι λογαριασμοί των αποθεμάτων της γενικής λογιστικής ενημερώ- νονται κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς μόνο με τις αγορές των εμπορευμάτων. Προκειμένου οι λογαριασμοί των αποθεμάτων στη γενική λογιστική να απεικονίζουν τα υπόλοιπα στο τέλος της χρήσης, τακτοποιού- νται λογιστικά μόνο μία φορά στο τέλος κάθε περιόδου αναφοράς, μετά το πέρας της φυσικής απογραφής των μενόντων στις αποθήκες εμπορευμάτων και την ολοκλήρωση της επιμετρήσεως τους. Όταν εφαρμόζεται η μέθοδος της διαρκούς απογραφής, μετά από κάθε συ- ναλλαγή πώλησης διενεργείται σε επίπεδο γενικής λογιστικής (ή και στο λο- γιστικό κύκλωμα παρακολούθησης των αποθεμάτων) μία λογιστική εγγρα- φή αναγνώρισης του κόστους των πωληθέντων εμπορευμάτων (χρέωση) με αντίστοιχη μείωση του λογαριασμού των αποθεμάτων (πίστωση). 76. Η εκτιμώμενη τιμή διάθεσης ενός περιουσιακού στοιχείου κατά την κανονική πορεία της επιχειρηματικής δραστηριότητος μειωμένη κατά το τυχόν κόστος που απαιτείται για την ολοκλήρωσή του και για την πραγματοποίηση της διάθεσης. 77. Ο όρος «κωδικός αποθέματος» στην καθομιλουμένη λογιστική διάλεκτο χρησιμοποιεί- ται προκειμένου να προσδιορίζεται το είδος του εμπορεύματος ή του υλικού που τηρεί- ται στην αποθήκη. Για σκοπούς μηχανογραφικής κυρίως διαχείρισης των αποθεμάτων, ανά είδος ή τύπο αποθέματος, ορίζονται κωδικοί μέσω των οποίων παρακολουθούνται μηχανογραφικά οι κινήσεις και τα υπόλοιπα των μερίδων της αποθήκης.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=