ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

164 ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση : Aφορά στα ποσά του φόρου εισο- δήματος τα οποία πρόκειται να καταβληθούν σε μελλοντικές περιόδους και οφείλονται σε φορολογητέες διαφορές της τρέχουσας χρήσης, οι οποίες εί- ναι «προσωρινές». Στην περίπτωση αυτή, ο αναβαλλόμενος φόρος προσαυ- ξάνει ως έξοδο τον τρέχοντα φόρο εισοδήματος της περιόδου αναφοράς, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα μία «αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση» (ή μία αύξηση της αναβαλλόμενης φορολογικής υποχρέωσης η οποία ήδη έχει αναγνωριστεί και εμφανίζεται στον ισολογισμό της οντότητας). Αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση: O αναβαλλόμενος φόρος λογίζεται και ως «έσοδο φόρου». Ως τέτοιο έσοδο μειώνει το συνολικό φόρο εισοδή- ματος της περιόδου, αφού λειτουργεί αφαιρετικά στον τρέχοντα φόρο ει- σοδήματος. Στην περίπτωση αυτή μιλάμε για «αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση». Οι λόγοι δημιουργίας μίας αναβαλλόμενης φορολογικής απαί- τησης στον ισολογισμό μίας οντότητας (και συνεπακόλουθα και μειωτικά στο φόρο εισοδήματος της περιόδου στην κατάσταση των αποτελεσμάτων) μπορεί να είναι η ύπαρξη προσωρινών λογιστικών διαφορών οι οποίες θα εκπέσουν φορολογικά στο μέλλον με αποτέλεσμα να έχει καταβληθεί υψη- λότερος φόρος εισοδήματος κατά την τρέχουσα χρήση. Επιπρόσθετα, μπο- ρεί να οφείλονται σε οι φορολογικές ζημίες, οι οποίες βάσει των διατάξεων της κείμενης φορολογικής νομοθεσίας μπορούν να μεταφερθούν προς συμ- ψηφισμό με φορολογικά κέρδη σε μελλοντικές περιόδους. Τέλος, δημιουρ- γούνται και από μη χρησιμοποιημένους πιστωτικούς φόρους και τις προσω- ρινές διαφορές μεταξύ της λογιστικής και της φορολογικής βάσης των λογα- ριασμών του ισολογισμού. Όπως ήδη εξηγήθηκε, οι μεταβολές στο ποσό των αναβαλλόμενων φορο- λογικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων που έχουν αναγνωριστεί στον ισο- λογισμό από περίοδο σε περίοδο αναγνωρίζονται ως μείωση ή αύξηση του φόρου εισοδήματος της κατάστασης αποτελεσμάτων. Ωστόσο, σύμφωνα με το ΔΛΠ 12 και την παρ. 5 του άρθρου 23 του Ν 4308/2014, κατ’ εξαίρεση οι διαφορές που προκύπτουν από περιουσιακά στοιχεία ή υποχρεώσεις των οποίων οι μεταβολές αναγνωρίζονται στην καθαρή θέση, αναγνωρίζονται αντίστοιχα κατ’ ευθείαν στη καθαρή θέση, με ανάλογη μείωση ή αύξηση του σχετικού κονδυλίου. Προκειμένου να εκτιμηθεί η αναβαλλόμενη υποχρέωση ή απαίτηση της πε- ριόδου αναφοράς χρειάζεται, για κάθε περιουσιακό στοιχείο ή υποχρέωση του ισολογισμού να προσδιορισθεί η «λογιστική βάση» και η «φορολογική βάση» του στοιχείου. Ειδικότερα: Λογιστική βάση ενός περιουσιακού στοιχείου ή μίας υποχρέωσης: Νοείται η λογιστική αξία με την οποία εμφανίζεται το στοιχείο αυτό στον ισολογισμό.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=