Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΑΔΟΧΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ

Η προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων του αναδόχου δημοσίας συμβάσεως 76 C-28/01, Επιτροπή κατά Γερμανίας, με την οποία διαπιστώθηκε η εκ μέρους του εν λόγω κράτους μέλους παράβαση του ενωσιακού δικαίου περί σύναψης δημοσίων συμβάσεων) αφορούσε τα συμπεράσματα που όφειλε να συναγάγει το κράτος μέλος από την προγενέστερη, αναγνωριστική της παράβασής του απόφαση του Δικαστηρίου, προκειμένου να εκπληρώσει την υποχρέωση απο- κατάστασης μιας σύμφωνης προς το ενωσιακό δίκαιο κατάστασης. Ενώ η Επι- τροπή υποστήριξε ότι οι αρχικώς συναφθείσες συμβάσεις μεγάλης χρονικής διάρκειας έπρεπε να λυθούν, το κράτος μέλος αρνήθηκε ότι υφίσταται σχετική νομική υποχρέωση, επικαλούμενο το κατά το άρθρο 2, παράγραφος 6 της οδη- γίας 89/665/ΕΟΚ δικαίωμα των κρατών μελών να περιορίζουν τις εξουσίες της υπεύθυνης για τις διαδικασίες προσφυγής αρχής στη χορήγηση αποζημίωσης. Το Δικαστήριο δεν διευκρίνισε το περιεχόμενο της υποχρέωσης συμμόρφωσης στην απόφασή του που διαπιστώνει την παράβαση των διατάξεων που διέπουν τη σύναψη των δημοσίων συμβάσεων. Υπενθύμισε ότι «στο πλαίσιο διαδικασί- ας λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ [νυν άρθρου 258 ΣΛΕΕ], το Δικαστήριο υποχρεούται μόνο να διαπιστώσει ότι παραβιάστηκε διάταξη του ενωσιακού δικαίου. Δυνάμει του άρθρου 228, παράγραφος 1, ΕΚ [νυν άρθρου 260 παρ. 1 ΣΛΕΕ], απόκειται στη συνέχεια, στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος « να λάβει τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστη- ρίου », αντλώντας « τις συνέπειες που θεωρεί ότι απορρέουν από τη διαπιστώ- νουσα παράβαση απόφαση » [και] « να δικαιολογήσει το βάσιμο των συνεπειών αυτών, εάν η Επιτροπή τις επικρίνει ». Στην περίπτωση, πάντως, της απόφασης που διαπιστώνει τον παράνομο χαρακτήρα δημόσιας σύμβασης λόγω παράβα- σης των σχετικών ενωσιακών διατάξεων, το Δικαστήριο έκρινε ότι « μέτρα … που αφορούν αποκλειστικά την πρόληψη συνάψεως νέων συμβάσεων που θα συνιστούσαν παραβάσεις παρεμφερείς με τις διαπιστωθείσες, δεν εμποδίζουν το ότι η συναφθείσα από τον Δήμο του Braunschweig σύμβαση εξακολουθούσε να παράγει πλήρως τα αποτελέσματά της …». Επομένως, « εφόσον δεν τέθηκε τέλος στην εν λόγω σύμβαση…, η προσβολή της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών εξαιτίας της παράβασης των διατάξεων της οδηγίας 92/50 εξακολουθεί να υφί- σταται καθ’ όλη τη διάρκεια της εκτελέσεως των συμβάσεων που συνάφθηκαν κατά παράβαση της οδηγίας αυτής », οπότε, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η Ομο- σπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας είχε λάβει, … τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της διαπιστώνουσας την παράβαση απόφασης του ΔΕΚ της 10ης Απριλίου 2003, C-20/01 και C-28/01,Επιτροπή κατά Γερμανίας. Κατά συνέπεια, όπως προκύπτει από την απόφαση Braunschweig II, η συμμόρφωση στην πρώ- τη απόφαση του ΔΕΚ (της 10ης Απριλίου 2003, C-20/01 και C-28/01,Επιτροπή κατά Γερμανίας) συνίσταται στην εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής λύση της σύμβασης. Ειδικότερα, με την απόφαση Braunschweig II κρίθηκε, περαιτέρω, ότι το άρ- θρο 2 παρ. 6 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ επιτρέπει μεν στα κράτη μέλη να διατηρούν τα αποτελέσματα συμβάσεων συναφθεισών κατά παράβαση των σχετικών οδηγιών και προστατεύει, με τον τρόπο αυτό, τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των αντισυμβαλλομένων, δεν μπορεί όμως να έχει ως αποτέλεσμα

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=