Η ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ

Το πρωτογενές νομικό πλαίσιο καταπολέμησης της τρομοκρατίας της ΕE 203 απειλής και να θεσπιστούν ενδεχομένως νέα 536 . Γίνεται, συνεπώς, αντιληπτό ότι η συνεργασία στα θέματα της τρομοκρατίας αρχίζει να αναδεικνύεται έστω και αρχικά σε ένα επίπεδο δηλώσεων ως ένα ζήτημα για το οποίο τα κράτη μέλη θα πρέπει να εντατικοποιήσουν τη δράση τους. Τα μέσα υλοποίησης της πολιτικής συνεργασίας στο πεδίο του τρίτου πυλώνα δεν διευκολύνουν την ομοιόμορφη ανάπτυξή του. Η Συνθήκη εισάγει τα «εργα- λεία» της κοινής θέσης και της κοινής δράσης που διευκολύνουν τη σύγκλιση των πολιτικών απόψεων σε τομείς όπου θα έπρεπε να διέπονται από κανόνες δικαίου. Η επιλογή αυτή μπορεί εύκολα να εξηγηθεί καθώς η πρακτική λειτουρ- γίας της διακυβερνητικής συνεργασίας στο πλαίσιο της ΕΕ αποδεικνύει ότι πρώ- τα χαράζονται οι πολιτικές, δηλαδή εκφράζεται η πολιτική βούληση, και στη συ- νέχεια ακολουθούν οι νομικοί κανόνες. Ο υποχρεωτικός χαρακτήρας της κοινής θέσης ποτέ δεν διευκρινίζεται ξεκάθαρα. Η δε κοινή δράση, ως μία υποχρέωση αποτελέσματος, συχνά εκφυλίζεται μέσα από τις επισυναπτόμενες δηλώσεις των κρατών μελών που αποδυναμώνουν το περιεχόμενό της. Μέσω των κοινών δράσεων καθορίζεται κοινό αξιόποινο σε τομείς όπως ο ρατσισμός και η ξενοφο- βία 537 ή η συμμετοχή σε παράνομη εγκληματική οργάνωση 538 χωρίς να διευκρινί- ζεται το επίπεδο των κυρώσεων. Οι συμβάσεις χρησιμοποιούνται ελάχιστα κα- θώς δεν παρέχουν ικανοποιητικά περιθώρια ευελιξίας κατά την εφαρμογή τους και στην πράξη κρίνονται ακατάλληλες για τη θέσπιση κανόνων ουσιαστικού ποι- νικού δικαίου σε ένα πλαίσιο υπερεθνικής συνεργασίας. Παράλληλα, στα μειονε- κτήματά τους να προσμετρηθεί και το γεγονός ότι αφενός απαιτούν μία μακρά διαδικασία κύρωσης μέσω των εθνικών κοινοβουλίων θέτοντας συχνά εν αμφι- βόλω την εφαρμογή τους 539 , αφετέρου ότι τα κράτη μέλη διατυπώνουν πολλές φορές επιφυλάξεις για τη μεταφορά της σύμβασης στο εσωτερικό τους δίκαιο, εξαιρώντας εαυτά από διάφορες ρυθμίσεις, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται κενά στην επιδιωκόμενη ομοιόμορφη προστασία. Το ίδιο, βέβαια, το γεγονός της απόφασης κατάληξης σε μία σύμβαση μέσω ομοφωνίας δυσχεραίνει εξ’αρχής την υιοθέτησή της. Στα πέντε χρόνια εφαρμογής της Συνθήκης του Μάαστριχτ υιοθετούνται περισ- σότερα από τριακόσια σχετικά με την ύλη του τρίτου πυλώνα κείμενα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην κατασταλτική διά- 536.  Βλ., Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του ∆ουβλίνου 13 και 14 ∆εκεμβρίου 1996, διαθέσιμο στο http://www.consilium.europa.eu/media/21140/91416.pdf [προσπελάστηκε 19.3.2018]. 537.  96/443/∆EY: Κοινή δράση της 15ης Ιουλίου 1996 που ενέκρινε το Συμβούλιο βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, ό.π. 538.  98/733/∆ΕΥ: Κοινή δράση της 21ης ∆εκεμβρίου 1998 που θεσπίστηκε από το Συμβού- λιο δυνάμει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σχετικά με το αξιό- ποινο της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένω- σης, ό.π. 539.  Π. Ιωακειμίδης , Η Συνθήκη του Άμστερνταμ, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1998, σ. 108.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=