ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ

206  Β. ΤΣΙΓΑΡΙ∆ΑΣ Ν 4194/2013 [1]  Ν 4194/2013 Άρθ. 47 ΚΩ∆ΙΚΑΣ ∆ΙΚΗΓΟΡΩΝ β) εφόσον ο δικηγόρος δεν υπάγεται στις εξαιρέσεις της παρ. 2, που έχουν κοινω- νικό χαρακτήρα. Σε περίπτωση που ο δικηγόρος υπάγεται στην παρ. 2 δεν τίθεται ζήτημα υποχρέωσης επιλογής, αφού μπορεί να συνεχίσει να λαμβάνει τη σύνταξή του με τις λοιπές παροχές και, ταυτόχρονα, να ασκεί το επάγγελμά του. Όπως προ- κύπτει από τη διατύπωση της παρ. 1 του άρθρ. 47, η οποία κάνει λόγο για δικη- γόρους, σε συνδυασμό με τις παρ. 4, 5 και 6 του ίδιου ά., η εφαρμογή της διάτα- ξης προϋποθέτει, σε κάθε περίπτωση, εγγραφή του συνταξιούχου που διορίσθη- κε δικηγόρος στο μητρώο του οικείου ΔΣυλλ. Σύμφωνα με τη νομολογία, δεν ανα- κύπτει ζήτημα άσκησης της υποχρέωσης επιλογής που προβλέπεται από τις δια- τάξεις αυτές στην περίπτωση συνταξιούχου που διορίσθηκε μεν δικηγόρος, αλλά δεν ακολούθησε εγγραφή του στο μητρώο του οικείου ΔΣυλλ. [ΣτΕ 2255/2012, ΣτΕ 3745/2002] . Να σημειωθεί βέβαια ότι, βάσει πάγιας νομολογίας, η απόφαση περί διορισμού δικηγόρου, η οποία εκδίδεται από το Υπ.Δ. δεν υπόκειται σε έλεγχο νο- μιμότητας από τον ΔΣυλλ., ο οποίος υποχρεούται να εγγράψει τον διορισθέντα δι- κηγόρο στο σχετικό μητρώο εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου [εν- δεικτικά ΣτΕ 3211/2013] . Ας επισημανθεί ότι η σχολιαζόμενη διάταξη αφορά, κυ- ρίως, τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρ. 27 παρ. 1 και 2 ΚΔ (δηλαδή πρόσω- πα που επαναδιορίζονται μετά από παραίτηση από το δικηγορικό λειτούργημα· βλ. παραπάνω ερμηνεία άρθρ. 27). Συνταγματικότητα της ρύθμισης. Ηυποχρέωση επιλογής αποτελεί, στην ουσία, έναν βαρύτατο περιορισμό στην πρόσβαση στο δικηγορικό επάγγελμα, ο οποίος, σύμφω- να με άποψη που έχει διατυπωθεί στη νομολογία, είναι αντίθετος στο Σύνταγμα και συγκεκριμένα στο άρθρ. 5 παρ. 1, αφού η εν λόγω διάταξη αποκλείει de factο την άσκηση του επαγγέλματος για λόγο που δεν συνάπτεται με ηθικές και πνευματικές προϋποθέσεις αλλά οικονομικές, ήτοι την απολαβή ασφαλιστικών παροχών [έτσι η μειοψηφία στην ΣτΕ 3643/2001] . Κατά την κρατήσασα, ωστόσο, γνώμη, η διάταξη του άρθρ. 63Β του ΝΔ 3026/1954 (και νυν 47 ΚΔ), δεν αντίκειται στο Συντ., αφού η ανα- στολή καταβολής της σύνταξης (την οποία η παλαιότερη ρύθμιση προέβλεπε ρητά ως συνέπεια της επιλογής άσκησης δικηγορίας στο άρθρ. 63Β παρ. 1), σε περίπτωση επι- λογής άσκησης της δικηγορίας, συνιστά απλώς δυσμενή εξέλιξη των ασφαλιστικών σχέσεων που είχε δημιουργήσει ο δικηγόρος, του οποίου η πρόσβαση στο επάγγελ- μα ή η άσκησή του δεν εμποδίζεται [έτσι η πλειοψηφία στην ΣτΕ 3643/2001] . Οι περιπτώσεις διαγραφής από το μητρώο του ΔΣυλλ. Ο δικηγόρος οφείλει να προβεί στην επιλογή του εντός της αποκλειστικής προθεσμίας των δύο μηνών [πρβλ. ΣτΕ 1557/2009] με δήλωση που θα κοινοποιηθεί με δικαστικό επιμελητή στον ΔΣυλλ. Η παρ. 1 περιλαμβάνει μεταβατική διάταξη για όσους υπάγονται στο πεδίο εφαρμο- γής της ήδη κατά την έναρξη ισχύος του νέου ΚΔ ορίζοντας την ανωτέρω προθεσμία στους έξι μήνες. Ο δικηγόρος θεωρείται ότι παραιτήθηκε από τη δικηγορία στις εξής περιπτώσεις: α) αν κοινοποιήσει ρητή δήλωση συνέχισης απόληψης των ασφαλιστι- κών παροχών, κατά την παρ. 1 σε συνδυασμό με την παρ. 3, οπότε και διαγράφεται από το μητρώο του οικείου ΔΣυλλ. την επομένη της κοινοποίησης, β) αν κοινοποιή- σει εκπρόθεσμα τη δήλωση επιλογής, κατά την παρ. 4, οπότε και διαγράφεται κατό- 2 3

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=