ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΑΠΟΣΠΑΣΤΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

∆ΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΑΠΟΣΠΑΣΤΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ 6 Υπουργείου Εξωτερικών 11 . ∆ια της αυτής μεθόδου, πολλές δεκαετίες ενωρί- τερον, είχε διακρίνει μεταξύ διεθνούς συνθήκης και της διοικητικής πράξεως εκτελέσεως αυτής 12 . Η πορεία αυτή της γαλλικής θεωρίας και νομολογίας θα μπορούσε ασφαλώς να αποτελέσει παράδειγμα δια την Χώρα μας. Όμως η απουσία σχετικής θε- ωρητικής επεξεργασίας είχε ως αποτέλεσμα η επίκληση της ανωτέρω θεω- ρίας να γίνεται μόνον επί συμβάσεων. Εάν ανοίξουμε λοιπόν τα παλαιά ευρε- τήρια των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας εις το λήμμα «απο- σπαστές πράξεις», δεν ευρίσκουμε παρά διοικητικές πράξεις αποσπαστές από διοικητικές συμβάσεις 13 . Η ελληνική νομολογία δεν επενόησε την θεωρία των αποσπαστών πράξεων. Την δανείσθηκε από την γαλλική ήδη από τα πρώτα έτη της λειτουργίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, χωρίς βεβαίως να την αντιγράψει εξ ολοκλή- ρου. ∆εν την χρησιμοποίησε σε άλλους τομείς πλην των συμβατικών σχέσε- ων. Τούτο μπορεί να εξηγηθεί από την κατάσταση της ∆ιοικητικής ∆ικαιο- σύνης στην Χώρα μας. Τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια έκαμαν την εμφά- νισή τους στην Ελλάδα το έτος 1977, οπότε οι έως τότε φορολογικοί δικα- σταί μετετράπησαν εις διοικητικούς. Ο νόμος 1406/1983 ολοκλήρωσε την δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων, μεταφέροντας εις αυτά όλες τις διοικητικές διαφορές ουσίας, οι οποίες μέχρι τότε δεν τους είχαν ανατεθεί (άρθρο 1 παρ. 1 αυτού). Μέχρι τότε το Συμβούλιο της Επικρατείας χρησιμο- ποιούσε την θεωρία των αποσπαστών πράξεων, προκειμένου να αποχωρίζει από τις διοικητικές συμβάσεις, οι διαφορές των οποίων τότε υπήγοντο στα πολιτικά δικαστήρια, τις μονομερείς διοικητικές πράξεις που τις αφορούσαν. Οι εν λόγω πράξεις δεν ήταν δυνατόν να ακυρωθούν από τα πολιτικά δικαστή- ρια και δια τον λόγο αυτόν η παρέμβαση του ακυρωτικού δικαστού ήταν απα- ραίτητη. Θέμα οριοθετήσεως μεταξύ ακυρωτικών διαφορών και διοικητικών διαφο- ρών ουσίας τίθεται κυρίως μετά την θέσπιση του νόμου 1406/1983. Όμως πλέον η ιστορική συγκυρία είναι διαφορετική. Στην Γαλλία των αρχών του ει- κοστού αιώνος η κυρίαρχη τάση ήταν η ενδυνάμωση του ακυρωτικού δικα- στού, καθώς μέσω της αιτήσεως ακυρώσεως καθίστατο δυνατός ο έλεγχος 11.  C.E. 22.12.1978 Vo Thanh Nchia. 12.  C.E. 27.06.1924 Goldsmith et Strauss. 13.  Εδώ πρέπει να επισημαίνουμε πόσο χρήσιμα ήσαν δι’ όλους τους ασχολουμένους με το δημόσιο δίκαιο τα ευρετήρια των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, τα οποία έχουν σταματήσει στο έτος 1991. ∆υστυχώς η συγγραφή των περιλήψεων των αποφάσεων και η ευρετηρίασή τους δεν ήσαν έργο ιδιαιτέρως αγαπητό στις νε- ώτερες γενεές των εισηγητών του Συμβουλίου της Επικρατείας.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=