ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΟΥ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ

VIII λογή είναι ορθολογική από οικονομική σκοπιά εάν είναι συνειδητή, αξιολογήσι- μη και συστηματική. Όπως είναι ορατό, η θεωρία αυτή στηρίζεται στην ικανό- τητα του υποκειμένου να αξιολογεί τα δεδομένα και να καταλήγει στη βέλτιστη επιλογή σταθμίζοντας τη σχέση κόστους - οφέλους, χωρίς εντούτοις να εκλαμ- βάνει το μοντέλο αυτό απαραίτητα ως πιστή περιγραφή της πραγματικότητας, αλλά ως ένα σύνολο υποθέσεων, οι οποίες θα πρέπει να επαληθεύονται μέσω εμπειρικών μελετών (έτσι η Σχολή του Chicago). Αλλά ακόμη κι αν ενίοτε λαμ- βάνουν χώρα ανορθολογικές επιλογές, μακροπρόθεσμα τα φαινόμενα αυτά εξα- λείφονται μέσω μίας εξελικτικής διαδικασίας αυτοδιόρθωσης και επαναπρο- σανατολισμού στο ορθολογικό πρότυπο. Ως εκ τούτου στο βαθμό που το άτο- μο προβαίνει σε ορθολογικές επιλογές κινούμενο από ιδιοτελή κίνητρα δεν χρειάζεται εξωγενή καθοδήγηση μέσω νομοθετικών παρεμβάσεων, οι οποίες ενδέχεται να οδηγήσουν σε στρεβλώσεις. Όπως είναι εμφανές, η θεωρία της ορθολογικής επιλογής απηχεί τις πλέον φιλελεύθερες απόψεις σχετικά με την αυτονομία δράσης και την οικονομική ελευθερία του ατόμου. Στον αντίποδα της ως άνω θεωρίας έχει αναπτυχθεί η λεγόμενη Behavioral Decision Theory, η οποία εκκινεί από την αμφισβήτηση της αποτελεσματικότη- τας του μοντέλου του homo economicus: το άτομο δεν λαμβάνει πάντοτε τις πλέον ενδεδειγμένες οικονομικά αποφάσεις και αυτό είτε λόγω ελλιπούς πλη- ροφόρησης, είτε λόγω πλημμελούς επεξεργασίας των διαθέσιμων δεδομένων, είτε λόγω έλλειψης συστηματικότητας των προτιμήσεων, οπότε μόνο για πε- ριορισμένη ορθολογικότητα μπορεί να γίνει λόγος. Οι συμπεριφορικές αυτές ανωμαλίες, οι οποίες είναι αποτέλεσμα γνωστικών και βουλητικών ανωμαλι- ών, αντικατοπτρίζουν την κοινωνική πραγματικότητα και καθιστούν αναγκαία την εξωγενή διόρθωση με στόχο την επίτευξη της επιδιωκόμενης οικονομι- κής αποτελεσματικότητας. Μέσω δηλαδή συστηματικών εμπειρικών μελετών μπορούν να διαπιστωθούν συστηματικά εμφανιζόμενα σφάλματα στην ανθρώ- πινη συμπεριφορά, τα οποία θα πρέπει να διορθωθούν μέσω στοχευμένης νομο- θετικής παρέμβασης καθοδηγητικού ή/και διορθωτικού χαρακτήρα. Η ως άνω διάσταση των δύο θεωριών έχει μεταφερθεί και στο χώρο της κε- φαλαιαγοράς, ένα πεδίο λήψης αποφάσεων κατεξοχήν οικονομικού περιεχο- μένου. Έτσι σύμφωνα με την υπόθεση των αποτελεσματικών κεφαλαιαγορών (Efficient Capital Market Hypothesis) οι επενδυτές, τουλάχιστον η πλειοψηφία αυτών, λαμβάνουν ορθολογικές επενδυτικές αποφάσεις επεξεργαζόμενοι κατά τρόπο αποτελεσματικό το σύνολο της υφιστάμενης πληροφόρησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ενσωματώνεται σχεδόν αυτόματα μέσω των συναλλαγών η πληροφόρηση στις τιμές των τίτλων, πράγμα που καθιστά ανέφικτη την επί- τευξη έκτακτων κερδών, οι δε μεταβολές τιμών είναι τυχαίες και ως εκ τού- του μη προβλέψιμες. Όπως μαρτυρεί και η ονομασία της, πρόκειται εντούτοις για μία «υπόθεση», η οποία στηρίζεται σε συνθήκες εργαστηρίου: οι προϋποθέ- σεις λειτουργίας της (διάχυση πληροφόρησης, ικανότητα επεξεργασίας αυτών

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=