ΠΑΡΑΓΡΑΦΕΣ ΥΠΕΡ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ

ΜΕΡΟΣ ∆ΕΥΤΕΡΟ - Η παραγραφή των αξιώσεων κατά του ∆ημοσίου, των ΝΠ∆∆ και των ΟΤΑ 103 στοίχως, εξακολουθητικά, αλλά έχει γεννηθεί τη στιγμή που εκδηλώθη- καν οι πρώτες επιζήμιες συνέπειες και, συνεπώς, η έναρξη της παραγρα- φής προσδιορίζεται στο τέλος του ίδιου έτους. Για παράδειγμα, αν η επι- δείνωση βλάβης στο σώμα ή την υγεία ορισμένου προσώπου μπορούσε να προβλεφθεί εξ αρχής, τότε δεν γεννάται νέα αποζημιωτική αξίωση ούτε νέα παραγραφή. Απεναντίας, νόσημα το οποίο συνδέεται μεν αιτιωδώς με την παράνομη πράξη ή παράλειψη οργάνων του ∆ημοσίου, αλλά δεν ήταν δυνατόν να διαγνωσθεί ή να προβλεφθεί τη στιγμή που έλαβε χώρα η αδι- κοπραξία, γεννά νέα αξίωση, η οποία υπόκειται σε αυτοτελή παραγραφή. 159 Όταν όμως δεν πρόκειται για μία και την αυτή αδικοπραξία, αλλά μια συνε- χιζόμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά, κάθε (αυτοτελής) επανάληψη της οποίας προκαλεί και νέα ζημία, γεννάται αυτοτελής αποζημιωτική αξίωση για κάθε νέα εμφάνιση επιζήμιων επιπτώσεων, επομένως και νέα παρα- γραφή. 160 Εξάλλου, όταν η εξακολουθητική πρόκληση ζημιών δεν συνδέεται με μια αποπερατωθείσα, άπαξ τελεσθείσα αδικοπραξία, 161 αλλά με διαρκή παρά- 159.  Βλ. Α. Γεωργιάδη , σε: Α. Γεωργιάδη/Μ. Σταθόπουλο, Αστικός Κώδικας, τ. 4, 1982, ό.π., άρθρο 937, αρ. περ. 18-20. 160.  Βλ. Α. Γεωργιάδη , Ενοχικό ∆ίκαιο, ό.π., § 62, αρ. περ. 102, Π. Κορνηλάκη , Ειδικό Ενοχικό ∆ίκαιο, ό.π., § 107, αρ. περ. 3. Από τη νομολογία βλ., για παράδειγμα, ΑΠ 347/2010 ΤΝΠ ∆ΣΑ. 161.  Παρότι έννοιες του Ποινικού ∆ικαίου, όπως αυτή του «κατ’ εξακολούθηση εγκλή- ματος» δεν μπορούν να μεταφερθούν στο παρόν πλαίσιο, βλ. Α. Γεωργιάδη , σε: Α. Γεωργιάδη/Μ. Σταθόπουλο, Αστικός Κώδικας, τ. 4, 1982, ό.π., άρθρο 937, αρ. περ. 21, πρβλ και BGH, απόφαση της 12.10.2006 – III ZR 144/05, αρ. περ. 53, δι- αθέσιμη στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.bundesgerichtshof.de/DE/ Entscheidungen/EntscheidungenBGH/entscheidungenBGH_node.html, δεν είναι αδιάφορη για τα εδώ εξεταζόμενα ζητήματα η διάκριση μεταξύ στιγμιαίων και διαρκών εγκλημάτων στο πλαίσιο του Ποινικού ∆ικαίου, βλ. ενδεικτικά Ν. Ανδρουλάκη , Ποινικό ∆ίκαιο, Γενικό Μέρος Ι, εκδ. Π.Ν. Σάκκουλα, 2006, σελ. 181 επ., Λ. Κοτσαλή , Ποινικό ∆ίκαιο, Γενικό Μέρος, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, 2013, 2η έκδ., σελ. 91-92, Χ. Μυλωνόπουλο , Ποινικό ∆ίκαιο, Γενικό Μέρος Ι, εκδ. Π.Ν. Σάκκουλα, 2007, σελ. 154 επ. Στην πρώτη κατηγορία εμπίπτουν « οπωσδήποτε όλα τα εγκλήματα που συνιστούν προσβολές ανελαστικών αγαθών », βλ. Ι. Μανωλεδάκη , Ποινικό ∆ίκαιο, Άρθρα 1-49 ΠΚ, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2001, 6η έκδ., αρ. περ. 420. Πρβ. επίσης ΑΠ 1438/2017 ΤΝΠ ∆ΣΑ, στην οποία τα πραγματι- κά περιστατικά είχαν ως εξής: Το 2002, εξαιτίας επανειλημμένων αστοχιών υλι- κού στο δίκτυο της ΕΥ∆ΑΠ ΑΕ προκλήθηκε, σωρευτικά και εξακολουθητικά, ζημία σε ακίνητο των εναγόντων στο επίδικο ακίνητο των εναγόντων, η οποία συνίστα- το: «α) στην συσσώρευση εντός αυτού υγρασίας, που απαιτούσε να αντιμετωπισθεί με ιδιαίτερες εργασίες και υλικά στεγανοποιήσεως και β) στην αδυναμία εκμισθώ- σεως του ίδιου, εξαιτίας της εν λόγω υγρασίας. Ειδικότερα, υπήρξαν τρείς ανεξάρ- τητες ζημιογόνες αιτίες σε τρείς διαφορετικούς αγωγούς της ΕΥ∆ΑΠ, σε διαφορε- τικούς χρόνους εντός του 2002, οι οποίες σωρευτικά προκάλεσαν την επανεμφάνι- ση υγρασίας στο ακίνητο των εναγόντων και οι οποίες επισκευάσθηκαν άμεσα η κα-

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=