ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ 27 κεφαλαιαγοράς 130 . Σε ορισμένες περιπτώσεις ενδέχεται να υπερέχει η εξυπηρέτηση του ενός έννομου αγαθού, αποδυναμώνοντας ή ενδεχομένως και αποκλείοντας την προστασία του άλλου, ή να προστατεύονται εξίσου και τα δύο. Σε κάθε περίπτωση, η φύση ενός κανόνα δικαίου κεφαλαιαγοράς, ως προστατεύ- οντος δημόσιο ή ιδιωτικό έννομο αγαθό ή και τα δύο, δεν δύναται να καθορισθεί in abstracto αλλά θα εξαρτηθεί από το ειδικότερο περιεχόμενό του, όπως αυτό προκύ- πτει από τη χρήση των μεθοδολογικά πρόσφορων ερμηνευτικών εργαλείων. Άλλη, για παράδειγμα, είναι η φύση ενός κανόνα που επιβάλλει στις επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ένα όριο κεφαλαιακής επάρκειας, διαφορετική η φύση του κανόνα που επιβάλλει έλεγχο καταλληλότητας της επενδυτικής συμβουλής, διαφο- ρετική η φύση των κανόνων για την απαγόρευση κατάχρησης της αγοράς και επίσης διαφορετική η φύση της υποχρέωσης υποβολής δημόσιας πρότασης. Τυχόν απόπει- ρα ενιαίας τελολογικής ένταξης των ως άνω κανόνων στην υπηρεσία ενός στόχου, αφενός δεν ανταποκρίνεται στις διαφορετικές δικαιοπολιτικές αφετηρίες τους και αφετέρου οδηγεί σε μη επιθυμητά αποτελέσματα, όπως η στέρηση ατομικής αξίω- σης προστασίας σε περιπτώσεις όπου η άρνηση παροχής της ισοδυναμεί με ματαίω- ση του ad hoc κρινόμενου ως υπέρτερου στόχου της προστασίας του επενδυτή (π.χ. σε περίπτωση παράβασης υποχρέωσης δημόσιας πρότασης) 131 . Είναι διαφορετικό το ζήτημα του εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι δυσχερής ο εντοπισμός του υπο- κειμένου προστασίας (όπως π.χ. σε περίπτωση κατάχρησης προνομιακής πληροφο- ρίας). Σε κάθε περίπτωση, ακόμη κι εάν γίνει δεκτός ο χαρακτηρισμός ενός κανόνα δικαίου κεφαλαιαγοράς ως εξυπηρετούντος ιδιωτικό συμφέρον, η επίκλησή του στη συγκεκριμένη περίπτωση, ιδίως σε συνδυασμό με διατάξεις όπως η ΑΚ 914, θα πρέ- πει να διέλθει τον έλεγχο συνδρομής των εκάστοτε τασσόμενων προϋποθέσεων. Χαρακτηριστική περίπτωση κανόνων, στους οποίους υπερτερεί η προστασία των συμφερό- ντων των επενδυτών, ενώ απουσιάζει κάθε αναφορά στην αποτελεσματικότητα και την ακε- ραιότητα της αγοράς, είναι οι κανόνες της Οδηγίας 2004/25/ΕΚ για τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς 132 . Από την συστηματική επισκόπηση των διατάξεων της Οδηγίας προκύπτει ότι οι ρυθμίσεις της είναι προσανατολισμένες αποκλειστικά στην προστασία των κατόχων των κι- νητών αξιών της υπό εξαγορά εταιρίας, με ιδιαίτερη έμφαση στην προστασία των μετόχων της μειοψηφίας, στη βάση τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισής τους από τον προτείνο- ντα 133 . Στη συγκεκριμένη περίπτωση κανόνων, το ειδικότερο, ατομικό συμφέρον του επεν- δυτή που προστατεύεται είναι η διατήρηση της αξίας της επένδυσής του σε κινητές αξίες, η οποία επιδιώκεται κυρίως μέσω των κανόνων για την υποβολή υποχρεωτικής δημόσιας 130. Λιάππης , ό.π. Ιδίως βλ. την ΕφΑθ 787/2013, ΔΕΕ 2014, 251, σύμφωνα με την οποία η προ- στασία της κεφαλαιαγοράς ως θεσμού και η ατομική προστασία του επενδυτή λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία. 131. Βλ. και Τουντόπουλου , ό.π., 11 επ. 132. Όπως έχει τροποποιηθεί με τον Κανονισμό (ΕΕ) 219/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2009 και την Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινο- βουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαΐου 2014. 133. Βλ. παρ. 1, 2, 9 Προοιμίου Οδηγίας, άρθρο 3, 5. 47 48
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=