ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ΓΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΕΛΕΓΧΟ

§ 5. Συμπληρωματικές παρατηρήσεις 115 Έτσι, εκτός από τις παραπάνω περιπτώσεις θετικών δικαιωμάτων της μειο- ψηφίας, στις οποίες το περιεχόμενο των δικαιωμάτων συνίσταται σε απονο- μή εξουσίας προς θετική ενέργεια, υφίστανται στο δίκαιο της αε και πρόσθε- τα δικαιώματα, τα οποία παρέχουν στη μειοψηφία των μετόχων τη δυνατό- τητα να εμποδίζει την λήψη αποφάσεων από την (συνήθη ή απόλυτη) πλειο- ψηφία είτε μέσα από καθιέρωση μεγαλύτερων ποσοστών μ.κ. ως ελάχιστων ορίων απαρτίας/πλειοψηφίας για τη λήψη τους είτε μέσα από παροχή σε μία μειοψηφία μετόχων δικαιώματος εναντίωσης (veto) στη λήψη της απόφασης («αρνητικά» δικαιώματα) 427 . Tα δικαιώματα μειοψηφίας του παρόντος κεφαλαίου διαφοροποιούνται από τα μόλις αναφερθέντα. Απονέμονται σε μέτοχο ή μετόχους που εκπροσωπούν ορισμένο ποσοστό του καταβεβλημένου μ.κ., ανεξαρτήτως του αν οι ασκού- ντες μέτοχοι συγκαταλέγονται στη σχηματιζόμενη «μειοψηφία» ή την «πλειο- ψηφία» της εταιρίας. Επίσης, τα δικαιώματα αυτά, δύνανται να ασκούνται από μια μείζονα από την οριζόμενη μειοψηφία, ενώ από την άσκησή τους δεν απο- κλείονται και οι μέτοχοι της πλειοψηφίας. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας της απρό- σωπης κεφαλαιουχικής βάσης τους στο νόμο σε συνδυασμό με το γεγονός ότι, για την άσκησή τους, ο νόμος δεν θέτει ως όρο ένα ανώτατο ποσοστό του κε- φαλαίου (βλ. και άρθρ. 36) 428 . Η πλειοψηφία ασκεί στις περιπτώσεις αυτές τα παραπάνω δικαιώματα ως δικαιούχος μετοχών που εκπροσωπούν το προβλε- πόμενο ποσοστό μ.κ. και με τους ίδιους όρους 429 . 3. Ευρύς κύκλος προστατευόμενων προσώπων Τα καθοριστικά νομικά κριτήρια για την απονομή των ερευνώμενων δικαιω- μάτων θεωρούνται de lege lata η μετοχική ιδιότητα και το εκπροσωπούμενο μ.κ., ενώ δεν είναι κριτήριο η κατοχή του δικαιώματος ψήφου, ούτε μια άλ- λη εξουσία ή ένα άλλο γνώρισμα της μετοχικής σχέσης. Άρα, τα εν λόγω με- τοχικά δικαιώματα, μπορούν να ασκούνται από κάθε μέτοχο, αλλά μόνο από μετόχους ακόμη και μόνο από μετόχους – «κατόχους» προνομιούχων μετοχών 427. Αν και η σχετική τελική απάντηση πρέπει να δίνεται με βάση την ερμηνεία της εκάστο- τε σχετικής διάταξης του νόμου, πρέπει εν τούτοις στο ισχύον δίκαιο να γίνει γενικά δεκτό ότι το καταστατικό δύναται να μειώνει το απαιτούμενο για την άσκηση ποσοστό μ.κ., όχι όμως και να το αυξάνει (βλ. άρθρ. 141 § 13). Βλ. π.π. υπό § 1 ΙV. 428. Η ιδιότητα του μετόχου της σχηματιζόμενης μειοψηφίας είναι απόρροια της «κατοχής» της μετοχικής σχέσης. Δεν συνιστά κατ’ ακρίβειαν στοιχείο του πραγματικού ούτε είναι προϋπόθεση για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων. Βλ. π.κ. υπό § 5 4. 429. Τα εν λόγω δικαιώματα μειοψηφίας στρέφονται όχι μόνο εναντίον συμπαγών αλλά και εναντίον ευκαιριακών πλειοψηφιών της γσ και του δσ. Τούτο π.χ. μπορεί να συμβαίνει επί αλλαγής διοικήσεων ή πλειοψηφιών της εταιρίας ή επί μη οργανωμένων και αδιά- φορων πλειοψηφιών. Βλ. επ’ αυτού και Καραβά , ΕγχειρΕΔ, τ. Β΄, τεύχ. α΄, 1965, σελ. 189, Δρακόπουλο , ΔικΑΕ, γ΄ έκδ., άρθρο 39 αρ. 1, 22.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=