Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΟΜΙΛΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ EΝΩΣΗ

263 ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ αλλοδαπής κύριας ή της δευτερεύουσας διαδικασίας δύναται να οδηγήσει σε νομική αβεβαιότητα, η οποία περιορίζει τις δυνατότητες συνεννοήσεως σε διασυνοριακό επί- πεδο. Οι δυνατότητες συνεργασίας εξαρτώνται ως ένα βαθμό από τη γνώση των εκα- τέρωθεν εθνικών δικαίων της αφερεγγυότητας προκειμένου οι διαχειριστές να είναι σε θέση να κρίνουν κατά πόσο η συνεργασία θα μπορούσε να συμβάλλει στην εξυγίανση της επιχειρήσεως καθώς επίσης και το βαθμό χρησιμότητας των πληροφοριών προς ανταλλαγή. Στην πράξη, η επικοινωνία των σημαντικών πληροφοριών θα πρέπει να λάβει τον έγγραφο τύπο και να ακολουθήσει κάποιους δικονομικούς κανόνες φέρο- ντας και το ανάλογο κόστος 998 . Οι πολιτιστικές διαφορές μπορεί από νομικής απόψεως να φαίνονται αμελητέα ποσότητα, ωστόσο το γεγονός ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας διαπραγμάτευσης, διότι στην πράξη αυτό γίνεται, η συμπεριφορά των εμπλεκομένων μερών απασχολεί και τη νομική επιστήμη. Άλλωστε, έχει υποστηριχθεί ότι η προστα- σία της πολιτισμικής ποικιλομορφίας όπως εκφράζεται στο άρθρο 167 ΣΕΕ εμπεριέχει, inter alia, και τη νομική ποικιλομορφία 999 . Έτσι, την πιθανότητα συνεργασίας μπορεί να δυναμιτίσει η θέση που θα λάβουν οι διαχειριστές και το κατά πόσο οι πολιτιστικές διαφορές θα συμβάλλουν στη διευκόλυνση της επικοινωνίας ή θα θέσουν περισσότερα εμπόδια συνεννοήσεως. 720. Ενόψει των ανωτέρω συνάγουμε το συμπέρασμα ότι η άμεση επικοινωνία παρά το γεγονός ότι φαίνεται απλή υπόθεση ωστόσο είναι ιδιαιτέρως πολύπλοκη λαμβανομέ- νων υπόψη όλων των παραμέτρων. Αυτό συμβαίνει διότι οι γλωσσικές, νομικές και πο- λιτισμικές διαφορές μπορεί να οδηγήσουν σε διαφορετική ερμηνεία των εθνικών αλλά και των ευρωπαϊκών κανόνων 1000 , όπως είδαμε να συμβαίνει πολλάκις στην περίπτωση του «κέντρου κύριων συμφερόντων» και άρα σε αδυναμία συνεργασίας μεταξύ των δι- αχειριστών αφερεγγυότητας αλλά και των υπόλοιπων οργάνων των διαδικασιών αφε- ρεγγυότητας. Ένας τρόπος μερικής εξομάλυνσης θα ήταν μέσω της εναρμονίσεως των κανόνων που διέπουν το επάγγελμα των διαχειριστών αφερεγγυότητας, διότι με αυτό τον τρόπο, ενδεχομένως οι ανωτέρω περιορισμοί να μην είχαν την ίδια ένταση και έτσι να μην μπορούν να αποσυντονίσουν τις ενέργειες συνεργασίας στον ίδιο βαθμό όπως τώρα. β. Ενδεχόμενη ύπαρξη περιορισμών παραγόμενων εκ της συγκρούσεως συμφερόντων 721. Σε ένα πρώτο επίπεδο, δεν φαίνεται να μπορεί προκληθεί σύγκρουση συμφερό- ντων αποδιδόμενη στο πρόσωπο του διαχειριστή αφερεγγυότητας κατά το στάδιο της ικανοποίησης των εταιρικών πιστωτών και την επιδίωξη μιας αποτελεσματικής ανα- διάρθρωσης εντός του ιδίου νομικού προσώπου. Μοναδική εξαίρεση θα μπορούσε να εντοπιστεί στην περίπτωση κατά την οποία ο διορισμένος διαχειριστής αφερεγγυότη- τας θα εκπροσωπούσε συγχρόνως και έναν εκ των πιστωτών του οφειλέτη του οποίου τη διαχείριση έχει αναλάβει. Ωστόσο, το γεγονός της ενάρξεως δύο παράλληλων 998 Βλ. European Commission, Impact Assessment, ο.π., 12.12.2012, σελ. 24. 999 Βλ. Sefton-Green R., Multiculturalism, Europhilia and harmonization: harmony or disharmony?, Ultrecht Law Review, vol. 6, issue 3, 2010, σελ. 52 επ. όπου επισημαίνεται και αναλύεται η σχέση μεταξύ πολιτισμικής ποικιλομορφίας και εναρμονίσεως των εθνικών κανόνων στα κράτη μέλη. 1000 Βλ. Pozzo B., Jacometti V., Multilingualism and the Harmonisation of European Law, Kluwer Law International, 2006, σελ. 9.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=