ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ

80 ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ αποδοχή α/ δια βοής (by acclamation) β/ με καταγραφή των ψήφων υπέρ, κατά και απο- χών (registered vote) ή γ/ χωρίς ψηφοφορία (without a vote). δ. Ιδιομορφίες των Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας Ν. Valticos: International Labour Law, ό.π. – J.-Cl. Javillier, B. Gernigon, G. Politakis: Les normes inter- nationales du travail: un patrimoine pour l’avenir, BIT, Genève, 2004. Ιδιάζουσα θέση στην παραγωγή των διεθνών συνθηκών αποτελούν οι Συμβάσεις που υιοθετούνται από το κύριο συλλογικό όργανο της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας (Γενεύη), τη Γενική Διάσκεψη του Οργανισμού. Ήδη από της ιδρύσεως της ΔΟΕ έχουν υι- οθετηθεί και ισχύουν διεθνώς 183 διεθνείς συμβάσεις εργασίας (με 7161 επικυρώσεις), των οποίων η επεξεργασία παρουσιάζει δυο βασικά χαρακτηριστικά: Πρώτον, στη δια- πραγμάτευση μετέχουν ισοτίμως αντιπρόσωποι κρατών, εργοδοτών και εργαζόμενων και δεύτερον, η ψηφοφορία γίνεται κατά αντιπρόσωπο και όχι κατά εκπροσωπούμενο φορέα ή κράτος μέλος. Ένα άλλο χαρακτηριστικό των Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας (International Labor Conventions) είναι ότι μετά την υιοθέτησή τους τα κράτη μέλη οφείλουν εντός προθε- σμίας 18 μηνών να τα εισαγάγουν προς ψήφιση ή έγκριση από τα αρμόδια εσωτερικά όργανα (επικύρωση, αποδοχή, κ.λπ) , άλλως πρέπει να εξηγήσουν τους λόγους για την μη προώθηση των κειμένων στα ως άνω όργανα. 3. Υπογραφή (Signature) συνέπειες Π. Λιάκουρας: Από την Υπογραφή στην Επικύρωση των Διεθνών Συνθηκών, 33-98 – Ph. Cahier: "L’obligation de ne pas priver un traité de son objet et son but avant son entrée en vigueur", Mélanges F. Dehousse (I), Paris 1979, 31. H υπογραφή ανάλογα με την βούληση των υπογραφόντων και τις εσωτερικές συ- νταγματικές επιταγές που αφορούν στη σύναψη των συνθηκών έχει δύο διαφορετικές όψεις και συνέπειες. Η υπογραφή είτε α) αποτελεί την πρώτη φάση προς τη διεθνή δέ- σμευση και συνίσταται στην αναγνώριση της αυθεντικότητας του κειμένου και στην υπό- σχεση ότι το κράτος θα εξετάσει εντός ευλόγου χρόνου τη δυνατότητα επικυρώσεως (άρ- θρο 17 παρ. 1 Συμβάσεως περί συνθηκών του 1969), είτε β) εκφράζει τη βούληση των συμβαλλομένων να δεσμευθούν άνευ ετέρου από το κείμενο της συνθήκης, οπότε αρ- κεί η υπογραφή και συνεπώς η συνθήκη δεν υπόκειται στη διαδικασία της επικυρώσεως (άρθρο 12 Συμβάσεως περί συνθηκών του 1969). Συνήθως η υπογραφή έχει την έννοια της συναινέσεως των μετεχόντων στη διαπραγ- μάτευση, ότι αυτό είναι το κείμενο στο οποίο απέληξε η διαπραγμάτευση. Έχει δε ως νο- μική συνέπεια ότι το κράτος, ο αντιπρόσωπος του οποίου υπέγραψε το κείμενο, υπο- χρεούται να απέχει από πράξεις που θα αποστερούσαν τη συνθήκη από το αντικείμε- νο και το σκοπό της. Αυτή η αποχή από πράξεις καταστροφικές για το κείμενο της συν- θήκης μπορεί να διαρκέσει, σύμφωνα με το άρθρο 18 της Συμβάσεως της Βιέννης του 1969, επί ένα εύλογο χρονικό διάστημα, δηλαδή ώσπου το κράτος να επικυρώσει τη συνθήκη ή αντίθετα να εκδηλώσει τη βούλησή του να μη δεσμευθεί από αυτήν. Άλλωστε

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=