ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ
ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ 83 συνθηκών (εμπορίας, συμμετοχής σε διεθνείς Οργανισμούς, ειρήνης, κ.λπ .), σύστημα που ακολουθείται από την Ελλάδα, το Βέλγιο, τη Γαλλία (και το γαλλικό σύστημα ακο- λουθούν πολλά αφρικανικά κράτη), το Λουξεμβούργο, την Ελβετία κ.λπ . είτε β/ η κυ- βέρνηση υποχρεώνεται να καταθέσει στη Βουλή όλες τις συνθήκες των οποίων επιδιώ- κει τη σύναψη, αλλά η συγκατάθεση μπορεί να δίνεται ρητά ή σιωπηρά (μετά παρέλευ- ση μικρού χρονικού διαστήματος). Η τελευταία αυτή παραλλαγή ισχύει στην Ολλανδία (άρθρο 60 του Συντάγματος του 1956). Εξάλλου, στη Βρετανία, όπου η σύναψη της συν- θήκης αποτελεί προνόμιο του Στέμματος (λέγεται για αστεϊσμό πως η βασίλισσα μπορεί να πουλήσει τον βρετανικό στόλο χωρίς να ρωτήσει κανένα, κατά δε το κοινοδίκαιο τα δάση και οι ποταμοί ανήκουν στο Στέμμα είναι Property of the Crown), κατά κανόνα οι συνθήκες εισάγονται στο Κοινοβούλιο προς συγκατάθεση κατά το μέτρο που προϋπο- θέτουν την έκδοση νόμου (statute). γ/ Πρωτοτυπίες στο πλαίσιο του μικτού συστήματος παρουσιάζει η πρακτική των ΗΠΑ. Το άρθρο 2 παρ. 2 του ομοσπονδιακού Συντάγματος (1776) προβλέπει ότι ο Πρόεδρος συνάπτει τις συνθήκες (Treaties) ύστερα από σύμφω- νη γνώμη (Advice and Consent) της Γερουσίας, λαμβανομένη με πλειοψηφία 2/3 των πα- ρόντων. Ο ρόλος της Γερουσίας στο θέμα της συνάψεως συνθηκών υπήρξε πάντα πολύ έντονος και γι’ αυτό η εκτελεστική εξουσία προσπάθησε να απαλλαγεί από το consent του νομοθετικού αυτού οργάνου. Πράγματι, στο Σύνταγμα των ΗΠΑ γίνεται διάκριση ανάμεσα στις συνθήκες (Treaties), για τις οποίες όπως είπαμε απαιτείται συγκατάθεση της Γερουσίας και μάλιστα με αυξημένη πλειοψηφία, και στα εκτελεστικής φύσεως σύμ- φωνα (Executive Agreements), που συνάπτονται από τον Πρόεδρο μόνο. Στην τελευταία αυτή κατηγορία υπάγονται οι δευτερεύουσας σημασίας συνθήκες, αλλά το πρόβλημα είναι για ποιες συνθήκες πρόκειται. Γιατί οι ταχυδρομικές συμφω- νίες είναι βέβαια δευτερεύουσας σημασίας, αλλά το ίδιο δεν μπορεί να υποστηριχθεί και για τις συμφωνίες της Γιάλτας (1945), με τις οποίες καθορίσθηκε καταρχήν το μέλλον του μεταπολεμικού κόσμου, τις οποίες η αμερικανική κυβέρνηση θεώρησε ως Executive Agreements και δέσμευσε τη χώρα διεθνώς με πράξη του Προέδρου και μόνο. Στο πλαίσιο της Γερουσίας των ΗΠΑ καταβλήθηκε προσπάθεια (ιδίως με τις τροπο- ποιήσεις του Συντάγματος από τον γερουσιαστή Bricker το 1951, 1952,1953 και 1954) ώστε να μειωθούν οι εξουσίες του Προέδρου σε αυτόν τον τομέα. Το 1955 το State Department με εγκύκλιο του αναφέρθηκε σε πολλές κατηγορίες συνθηκών που χρήζουν Advice and Consent της Γερουσίας, ενώ συχνά η κυβέρνηση εισάγει μόνο για Advice (γνώμη) και όχι για Consent (συγκατάθεση) μερικές συνθήκες που συνάπτει μόνος ο Πρόεδρος. Αλλά ο μεγαλύτερος αριθμός δεσμεύσεων των ΗΠΑ γίνεται με προεδρι- κή πρωτοβουλία και η αμερικανικής εμπνεύσεως πρακτική αυτή έχει επεκταθεί σε όλα σχεδόν τα κράτη με τη σύναψη των λεγομένων «συμφώνων απλοποιημένης μορφής» ή Executive Agreements. Έτσι η εκτελεστική εξουσία αποφεύγει τον έλεγχο αλλά και τις χρονοβόρες διαδικασίες του Κοινοβουλίου. Σε μερικά ομοσπονδιακά κράτη, αρμόδια όργανα για τη σύναψη συνθηκών είναι και τα τοπικά καντόνια (άρθρο 8 και 9 του Συντάγματος του 1874 της Ελβετίας) ή τα Länder (άρθρο 22 του Συντάγματος του 1948 της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας). Σε αυτήν την περίπτωση τα τοπικά όργανα δεσμεύουν διεθνώς το κράτος στον τομέα
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=