ΤΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΟ ΓΑΛΛΙΚΟ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
XVII ΠΡΟΛΟΓΟΣ θεσία, μιά τέτοια αντίληψη δεν ευσταθεί στην πραγματικότητα, διότι – όπως έχουν αποδείξει οι αείμνηστοι Διδάσκαλοί μου Γεώργιος Θ. Ράμμος και Γεώργιος Γ. Μη- τσόπουλος με τις κλασικές, και διαχρονικές πάντοτε επίκαιρες, μελέτες τους – πολύ σημαντική ήταν και είναι στο Ελληνικό Αστικό Δικονομικό Δίκαιο και στην Ελληνική Επιστήμη του Αστικού Δικονομικού Δικαίου και η επιρροή της Γαλλικής Νομοθεσίας, καθώς και της Γαλλικής Επιστήμης του Αστικού Δικονομικού Δικαίου. Σχετικώς με αυτήν την πλευρά και με αυτήν την κατεύθυνση της επιστημονικής συμβολής των αειμνήστων Καθηγητών Γ. Θ. Ράμμου και Γ. Γ. Μητσοπούλου είχα επισημάνει στην πιο κάτω αναφερομένη μελέτη μου - με τίτλο: «Η επίδραση (άμε- ση ή έμμεση) της Γαλλικής Νομικής Σκέψεως (Νομοθεσίας και Θεωρίας) στην Ελλη- νική Δικονομική Επιστήμη και στη διαμόρφωση των θεσμών του Ελληνικού Αστικού Δικονομικού Δικαίου» - μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα: 6.1.- Η «επαναφορά» ή άλλως «επανένταξη» της γαλλικής επιστήμης του γαλλι- κού δικονομικού δικαίου τον εικοστό αιώνα πλέον – και ειδικότερα στο πρώτο ήμι- συ του 20 ου αιώνα – στο έδαφος της ήδη τότε ανδρωμένης ελληνικής επιστήμης του αστικού δικονομικού δικαίου και η επιστημολογική επανασύνδεση της τελευ- ταίας με τη γαλλική επιστήμη του αστικού δικονομικού δικαίου οφείλεται στο μνη- μειώδες έργο του Γεωργίου Θ. Ράμμου , ο οποίος μετέφρασε στα ελληνικά το θεμε- λιώδες κλασικό γαλλικό σύγγραμμα της Πολιτικής Δικονομίας – και πιο συγκεκρι- μένα την τρίτη έκδοση αυτού – των κορυφαίων Γάλλων Δικονομολόγων Glasson , Tissier και Morel . Εν προκειμένω – και δεν μπορεί να διαφύγει της προσοχής του ερευνητού/με- λετητού δικονομολόγου – εντυπωσιάζει οπωσδήποτε η «σύμπτωση», ότι ένας κατ’ εξοχήν και με πλήρη γερμανική θεωρητική νομική παιδεία στις Νομικές Σχολές των Πανεπιστημίων του Βερολίνου, της Λειψίας και του Μονάχου έλληνας δικονομολό- γος – ο αείμνηστος κορυφαίος έλληνας Δικονομολόγος και Δάσκαλός μου Γεώργιος Θ. Ράμμος (Καθηγητής της έδρας της Πολιτικής Δικονομίας στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών τα έτη 1934 έως 1968) – εί- ναι ακριβώς εκείνος, ο οποίος με την ως άνω θεμελιώδη, όχι απλώς μεταφραστι- κή αλλά κατά κύριο λόγο επιστημονική και ερμηνευτική, συγγραφική προσπάθεια «επανεντάσσει» τη δικονομική γαλλική επιστήμη στα θεμέλια της ελληνικής δικο- νομικής επιστήμης, ενώ ταυτοχρόνως καθιστά οικεία και προσιτή τη γαλλική δι- κονομική επιστήμη όχι απλώς στο μικρό αριθμό των πραγματικών δικονομολό- γων – που οι περισσότεροι ίσως και λόγω γνώσεως της γαλλικής γλώσσας θα μπο- ρούσαν να ανατρέξουν και στα πρωτότυπα δικονομικά συγγράμματα διατυπωμέ- να στη γαλλική γλώσσα – αλλά, όπερ και σπουδαιότερο, στο μέσο έλληνα νομικό – και ιδίως σε εκείνο το νομικό που δεν ήταν σε θέση, λόγω ελλείψεως γνώσεως της γαλλικής γλώσσας, να είχε άμεση δυνατότητα προσβάσεως σε γαλλικά δικονομικά συγγράμματα – και ο οποίος θα μπορούσε πλέον να έχει ουσιαστική και καρποφό- ρα πρόσβαση στα νάματα της γαλλικής δικονομικής θεωρίας, νομολογίας και επι- στήμης. Παράλληλα δεν μπορεί να διαφύγει της προσοχής του προσεκτικού παρα- τηρητού των ελληνικών ιστορικών νομοθετικών σταθμών, ότι η ουσιώδης ένταξη της δικονομικής γαλλικής νομικής σκέψεως, νομοθεσίας και επιστήμης στην ελληνι- κή έννομη τάξη αρχίζει με ένα θεσμικά αναμφισβήτητο τρόπο, τη θέση σε ισχύ της Πολιτικής Δικονομίας 1834 – έργο ως ελέχθη του μεγάλου νομικού Γεωργίου Λου- δοβίκου von Maurer , γνώστου, όπως λέχθηκε, τόσο της Γαλλικής Δικονομικής Επι-
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=