ΔΙΚΑΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ (2 ΤΟΜΟΙ)

176 Γ. Σωτηρόπουλος Γενικές διατάξεις Άρθρο 1 ασκούμενης από την εταιρία δραστηριότητας, αφού η εταιρία εξυπηρετεί σε τελική ανάλυ- ση τα συμφέροντα των μετόχων της σύμφωνα και με την κρατούσα μονιστική αντίληψη πε- ρί εταιρικού συμφέροντος. Με τα ανωτέρω, παρότι το ακριβές περιεχόμενό τους δεν είναι πάντοτε ξεκάθαρο, δεν μπορεί κανείς παρά να συμφωνήσει. (β) Η νομολογία – και εδώ ξεκινούν τα μεγάλα προβλήματα – καταφάσκει την κάμψη, όταν ο διαχωρισμός του νομικού προσώπου δεν είναι ανεκτός από το δίκαιο και πρέπει να καμ- φθεί με βάση την καλή πίστη, όπως αυτή αποτυπώνεται στα άρθρ. 281, 288 και 200 ΑΚ (ενί- οτε γίνεται επίκληση και των άρθρ. 5 παρ. 1, 12 παρ. 1, 3 και 25 παρ. 1γ Συν), δηλ. όταν γίνεται κατάχρηση της αυτοτελούς ύπαρξης του νομικού προσώπου, πράγμα που συμβαί- νει – κατά τη νομολογία – όταν οι πράξεις της εταιρίας είναι στην πραγματικότητα πράξεις του κυρίαρχου μετόχου της. Πότε συμβαίνει αυτό; Κατά τη νομολογία, κυρίως στις περι- πτώσεις που ο κυρίαρχος μέτοχος χρησιμοποιεί τη νομική προσωπικότητα της εταιρίας για να καταστρατηγήσει το νόμο (λ.χ. να παρακάμψει απαγόρευση που τον δεσμεύει ως φυσι- κό πρόσωπο) ή για να προκαλέσει με δόλο ζημία σε τρίτο (οπότε θα ανακύπτει [και] ζήτημα αδικοπρακτικής ευθύνης του) ή για να αποφευχθεί η εκπλήρωση εταιρικών υποχρεώσεων, που δημιουργήθηκαν καθ’ υπέρβαση των πραγματικών εταιρικών δυνατοτήτων. Κριτήρια ενδεικτικά μιας τέτοιας κατάχρησης είναι – πάντοτε κατά τη νομολογία – προπάντων η ανε- παρκής χρηματοδότηση της εταιρίας και η σύγχυση της εταιρικής με την ατομική περιου- σία του κυρίαρχου μετόχου, αφού εξ αιτίας μεν της ελλιπούς χρηματοδότησης, ο κυρίαρ- χος μέτοχος μετακυλύει αθέμιτα στους δανειστές της εταιρίας τους κινδύνους από τη δική του στην ουσία επιχειρηματική δραστηριότητα, ενώ και στην περίπτωση της σύγχυσης των περιουσιών, ο κυρίαρχος μέτοχος χρησιμοποιεί αθέμιτα την εταιρική περιουσία για τις δι- κές του δραστηριότητες. Κατά τη νομολογία, είναι καταχρηστική και η συμπεριφορά του κυ- ρίαρχου μετόχου που συναλλάσσεται με παρένθετο πρόσωπο την εταιρία (αυτό είναι μάλ- λον το νόημα της αναφοράς στη νομολογία σε «εικονικότητα» της εταιρίας [βλ. και Πασσιά , Δίκαιο ΑΕ, Ι, 184 επ.], καθώς εικονική ΑΕ με την αστικοδικαιική έννοια του όρου δεν μπο- ρεί να υπάρξει λόγω του ότι οι λόγοι ακυρότητας μιας ΑΕ προβλέπονται περιοριστικά στην ενωσιακής προέλευσης διάταξη του άρθρ. 11), όταν η εταιρία δεν έχει εταιρική οργάνωση ή δεν έχει αναπτύξει επιχειρηματική δράση και είναι αυτός στην ουσία που συναλλάσσε- ται υπό την εταιρική επωνυμία για δικό του όφελος. Τέλος, από ορισμένες αποφάσεις θεω- ρείται καταχρηστική και η αποφυγή παροχής εγγυήσεων του κυρίου ή μοναδικού μετόχου υπέρ του νομικού προσώπου παρά την προηγούμενη αντίθετη πρακτική του. Είναι προφα- νές ότι οι ως άνω θέσεις της νομολογίας δεν επιτρέπουν ασφαλή συμπεράσματα για το πό- τε δικαιολογείται η κάμψη (βλ. και Ν. Ρόκα , Εταιρίες, 391 επ.). Έτσι, π.χ. η έννοια της χρη- σιμοποίησης της εταιρίας για τη δόλια πρόκληση ζημιάς σε τρίτο είναι δυσχερώς προσδιο- ρίσιμη ενόψει μάλιστα του ότι η επιλογή του εταιρικού τύπου με κριτήριο τον περιορισμό της ευθύνης δεν είναι μεμπτή, όπως επίσης κάνει δεκτό η νομολογία. Περαιτέρω, η κατα- στρατήγηση νόμου αποτελεί απλά ζήτημα ερμηνείας του νόμου και πλήρωσης κενού και όχι κάμψης της νομικής προσωπικότητας ( Ελευθεριάδης , Η προστασία ..., 183 επ.). Επιπλέον, η χρήση της εταιρίας ως παρένθετου προσώπου δεν συνιστά ειδικό περιστατικό κάμψης, αλ- λά αποτελεί έκφανση του γενικού ζητήματος της άσκησης εμπορίας με παρένθετο πρόσωπο στο πεδίο της AE (έτσι ορθά ΑΠ 689/2013 ΧρΙΔ 2013, 688 = ΕΕμπΔ 2013, 946 = ΔΕΕ 2014, 44

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=