ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Θεωρία της ποινής 178 κή . Μπορεί βέβαια οι συνθήκες της φυλακής να προσφέρονται για υποκριτική δρά- ση των κρατουμένων – και κατά τούτο έχει δίκαιο η νομολογία, που τηρεί κατ’ αρ- χάς αρνητική στάση στο εν λόγω ζήτημα (βλ. ενδεικτικά ΑΠ 939/2008 , ΠοινΔ 2008, σελ. 1530. ΑΠ 625/2006 , ΠΧρ 2007, σελ. 603. ΑΠ 2048/2003 , ΠΧρ 2004, σελ. 745. ΑΠ 1993/2002 , ΠΧρ 2003, σελ. 731. Σύμφωνος με τη νομολογία αυτή ο Μ. Μαργα- ρίτης , ΠΚ, 2014, σελ. 245 αριθμ. 10. Πρβλ. Κ. Σταμάτη , ΣυστΕρμΠΚ, άρ. 84, α.π. 19). Δεν είναι όμως σωστό να πηγαίνει κάποιος στο άλλο άκρο και να απορρίπτει άνευ ετέρου, όπως παγίως πράττει η νομολογία, την διερεύνηση της ελαφρυντικής αυτής περιστάσεως, μόνον επειδή προέρχεται από τον χώρο της φυλακής. Κάθε κρατούμε- νος έχει την δική του προσωπικότητα, της οποίας έκφραση είναι και η συμπεριφορά του, μέσα ή έξω από την φυλακή. Δεν είναι συνεπώς ίδιες όλες οι περιπτώσεις της κα- λής συμπεριφοράς μέσα στις φυλακές και ως εκ τούτου δεν πρέπει να αξιολογούνται με τα ίδια κριτήρια (βλ. και Η. Αναγνωστόπουλου , ΠΧρ 1991, σελ. 1192). Πάντως την εν λόγω ερμηνεία αυτής της ελαφρυντικής περίστασης που υπαγορεύει η λογική, την καθιστά πλέον επιβεβλημένη η αναδιατύπωση της σχετικής διάταξης στον νέο ΠΚ, εφ’ όσον ορίζεται ρητά σε αυτόν ότι πρέπει να λαμβάνεται πλέον υπ’ όψη και το χρο- νικό διάστημα της κράτησης του δράστη. Ως ελαφρυντική περίσταση θεωρεί ο νέος ΠΚ στο άρ. 84 παρ. 3 και την μη εύλο- γη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, που δε οφείλεται σε υπαιτιότητα του κατη- γορούμενου. Πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με την απολύτως κρατούσα άποψη στη θεω- ρία και στη νομολογία, όλες οι ελαφρυντικές περιστάσεις συνιστούν αυτοτελείς ισχυρι- σμούς , που πρέπει να προτείνονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο , για να δεσμεύουν ως προς την αιτιολόγησή τους το Δικαστήριο. Αμφισβήτηση υπάρχει μόνον ως προς τον χρόνο της προβολής τους. Η μέχρι τώρα πάγια νομολογία (η οποία, ευτυχώς, αρχί- ζει να παρουσιάζει παρήγορες «ρωγμές») δεχόταν ότι οι ελαφρυντικές περιστάσεις πρέπει να προτείνονται πριν από την έναρξη ή πάντως μέχρι την λήξη της αποδεικτικής διαδικασίας, αλλιώς είναι απαράδεκτες (βλ. ενδεικτικά ΑΠ 1152/1987 , ΠΧρ 1987, σελ. 986. ΑΠ 1119/1986 , ΠΧρ 1987, σελ. 32. ΑΠ 813/1974 , ΠΧρ 1975, σελ. 175. Σύμφωνος και ο Κ. Σταμάτης , ΣυστΕρμΠΚ, άρ. 84, α.π. 7). Κατά την αντίθετη ορθώς κρατούσα άπο- ψη στην επιστημονική θεωρία, οι ελαφρυντικές περιστάσεις πρέπει να προτείνονται μετά την κήρυξη της ενοχής του κατηγορούμενου. Διότι είναι παράλογο και πάντως αντίκειται στην αρχή της δίκαιης δίκης να υποχρεώνεται ο κατηγορούμενος να ομολο- γεί έμμεσα την ενοχή του και να ζητεί μέσω των ελαφρυντικών περιστάσεων την συ- γκατάβαση του Δικαστηρίου στην επιβολή μειωμένης ποινής (βλ. ενδεικτικά Ν. Αν- δρουλάκη , ΠΧρ 2015, σελ. Του ίδιου , «Πρακτικά» Α΄, σελ. 12 επ. Του ίδιου , Συ- στΕρμΠΚ, άρ. 79 α.π. 32. Μ. Μαργαρίτη , ΠΚ, 2014, σελ. 245 αριθμ. 13. Χ. Μπάκα , «Πρακτικά», σελ. 108. Α. Ψαρούδα-Μπενάκη , ΠΧρ 1970, σελ. 146). 3. Το μέτρο μείωσης της ποινής (άρ. 83 ΠΚ) Εφ’ όσον συντρέχει κάποιος από τους προαναφερθέντας (α.π. 206 επ.) ειδικά προ- βλεπόμενους στο νόμο λόγους μείωσης της ποινής ή κάποια από τις ελαφρυντικές πε- 217 218

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=