ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΈΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ

ΣΧΕΣΗ ΕΝΩΣΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ «ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ» ΣΥΝΘΗΚΕΣ 53 ότητας στο πεδίο των άμεσων επενδύσεων. Αυτό συνάγεται και από τη σκέψη 12 του προοιμίου του κανονισμού, όπου αναφέρεται ότι «η εξουσιοδότηση τροποποίησης ή σύναψης διμερών επενδυτικών συμφωνιών που προβλέπεται στον παρόντα κανονι- σμό θα πρέπει να επιτρέπει κυρίως στα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν ενδεχόμε- νες ασυμβατότητες μεταξύ των διμερών επενδυτικών συμφωνιών τους και του δικαί- ου της Ένωσης, εκτός από τις ασυμβατότητες που προκύπτουν από την κατανομή αρ- μοδιοτήτων μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, με τις οποίες ασχολείται ο παρών κανονισμός». 122. Σε περίπτωση δηλαδή ασυμβατότητας των εν λόγω συνθηκών με το ενωσιακό δίκαιο τα κράτη μέλη οφείλουν να λαμβάνουν όλα τα πρόσφορα μέτρα (που διαθέ- τει το διεθνές δίκαιο) για την άρση της ασυμβατότητας. Τέτοιο μέτρο μπορεί να εί- ναι η αντικατάσταση των εν λόγω συνθηκών από νέα συμφωνία στην οποία θα εί- ναι συμβαλλόμενο μέρος η Ένωση (ή και η Ένωση), χωρίς όμως αυτή η δυνατότητα που προβλέπεται και στον κανονισμό να απαλλάσσει για όλο το μεταβατικό διάστη- μα τα κράτη από την υποχρέωση χρήσης τυχόν άλλων πρόσφορων κατά το διεθνές δίκαιο μέσων για την άρση της ασυμβατότητας, όπως είναι η επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας με σκοπό την τροποποίησή της ή ενδεχομένως ακόμα και η καταγγε- λία της. Αν τα κράτη μέλη δεν αναλάβουν παρόμοια δράση, τότε ο προσήκων μηχανι- σμός συμμόρφωσης είναι η προσφυγή του άρθρου 258 ΣΛΕΕ για παράβαση του ενω- σιακού δικαίου 102 . 123. Η ασυμβατότητα συνεπώς δεν συνεπάγεται αυτομάτως το ανίσχυρο ή ανεφάρ- μοστο της διμερούς συνθήκης (κατά ανάλογη εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 351 ΣΛΕΕ που αφορά τις προενταξιακές συμφωνίες κρατών μελών με τρίτες χώρες, οι οποίες κατά τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου αυτού δεν θίγονται και συνεπώς ανα- πτύσσουν έννομα αποτελέσματα) 103 , αλλά ενεργοποιεί την υποχρέωση λήψης όλων 102. Πρβλ. σχετικά Βασίλειος A. Χριστιανός , «Συνθήκη ΕΕ & ΣΛΕΕ, Κατ’ άρθρο ερμηνεία», op.cit., υπ’ άρθρο 351 ΣΛΕΕ, σελ. 1367 και τη νομολογία που εκεί παρατίθεται ( Ρ.Ε. Πα- παδοπούλου ). 103. Η διάταξη του άρθρου 351 παρ. 1 ΣΛΕΕ ρυθμίζει τη σύγκρουση ανάμεσα σε δύο ασύμ- βατες μεταξύ τους υποχρεώσεις προκρίνοντας την προγενέστερη υποχρέωση και ως εκ τούτου κωδικοποιεί τη γενική αρχή του διεθνούς δικαίου ότι μεταγενέστερη σύμβα- ση αντίθετη προς άλλη προγενέστερη δεν επηρεάζει τα δικαιώματα κράτους, το οποίο αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος μόνο στην προγενέστερη σύμβαση (βλ. σχετικά από- φαση ΔΕΚ, 15.9.2011, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Σλοβακικής Δημοκρατίας, C-264/09, EU:C:2011:580, όπου κρίθηκε ότι ένα πλεονέκτημα που διασφαλίζεται στον επενδυτή δυ- νάμει προενωσιακής διμερούς συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων μπορεί να πα- ραμείνει σε ισχύ, αν δεν μπορεί νομικά να καταργηθεί χωρίς να παραβιάζονται οι εκ της συμφωνίας υποχρεώσεις του κράτους μέλους έναντι της τρίτης χώρας, ακόμα και αν δεν συνάδει με την αρχή της μη διάκρισης που επιτάσσει Ενωσιακή Οδηγία). Σημειωτέον ότι η διάταξη του άρθρου 351 παρ. 1 ΣΛΕΕ αποτελεί ρήτρα συντονισμού μεταξύ των συνθη- κών ΕΕ και των προγενέστερων συνθηκών και δεν έχει καμία «προστατευτική λειτουρ- γία» των εν λόγω προγενέστερων συνθηκών, καθώς αναγνωρίζει απλώς την υποχρέω- ση των θεσμικών οργάνων της Ένωσης να μην εμποδίζουν την εκπλήρωση υποχρεώσε- ων των κρατών μελών που απορρέουν από προηγούμενες συνθήκες που τα συνδέουν με τρίτες χώρες και δεν προστατεύει ούτε επιβεβαιώνει τις αναληφθείσες υποχρεώσεις των κρατών μελών έναντι των τρίτων χωρών, ούτε (και πολύ περισσότερο) τυχόν δικαιώμα- τα που αντλούν οι ιδιώτες από παρόμοιες συνθήκες (βλ. Προτάσεις Γενικού Εισαγγελέα Capotorti, υπόθεση 812/79, Attorney General v. Burgoa, EU:C:1980:196, σημεία 3 και 4,

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=