ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

XII ΠΡΟΟΙΜΙΟ Συνεπώς, το ζήτημα δεν βρίσκεται στο ότι οι συνθήκες της οξύτατης οικονομι- κής κρίσης ανέδειξαν την αναγκαιότητα για εσπευσμένη αλλαγή της εργατικής νο- μοθεσίας, αλλά στο ότι ο Έλληνας νομοθέτης δεν έπαιξε στη διαδικασία αυτή έναν πρωταγωνιστικό ρόλο, ώστε ενσυνείδητα να συλλάβει τα προβλήματα και να προ- χωρήσει οργανωμένα στην θεραπεία αυτών, αλλά έναν ρόλο επιταγμένου και αδέ- ξιου τραυματιοφορέα, που δεν φαίνεται ούτε να γνωρίζει τι φταίει ούτε να έχει ιδέα για τη θεραπεία που απαιτείται. Με αυτά τα δεδομένα, δεν πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός ότι, στα δύο αυτά χρόνια που διέρρευσαν από την προηγούμενη έκδοση του παρόντος τόμου, ο νο- μοθέτης επανειλημμένως, όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης, παλινδρόμησε ρυθ- μιστικά επί των ίδιων θεμάτων που είχαν μάλιστα ήδη ρυθμιστεί υπό το κράτος των προηγουμένων μνημονίων. Επίσης, εξόχως σημαντικό είναι ότι και οι πρόσφατες αυτές παρεμβάσεις, λόγω της έλλειψης νομοθετικής συνείδησης για τους στόχους που εξυπηρετούν, δημιουργούν μια εντύπωση άκρας προσωρινότητας. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, το έργο που επιτελέσαμε για την επικαιροποίηση των «Συλλογικών Εργασιακών Σχέσεων» ήταν ιδιαίτερα επίπονο, αφού έπρεπε να σηκώσουμε κάθε ρυθμιστική «πέτρα» αυτής της περιόδου, δεδομένου ότι πλήθος νομοθετικών παρεμβάσεων στα ζητήματα του συλλογικού εργατικού δικαίου, κατά την προσφιλή τακτική του νομοθέτη, δεν έγινε στο πλαίσιο συστηματικά διατυπω- μένων ρυθμίσεων, αλλά βρίσκονταν διάσπαρτες σε πλήθος άσχετων νομοθετημά- των. Επίσης, κατά την επιτέλεση του έργου μας, παρακολουθήσαμε και το ανάλο- γο «δράμα» που ζει η εργατική νομολογία σε όλους τους δικαιοδοτικούς βαθμούς, η οποία κατά κυριολεξία αγκομαχά για να παρακολουθήσει τις άπειρες και αδιάκο- πες αλλαγές των νομοθετικών δεδομένων στο εργασιακό πεδίο και να κατορθώσει να συνθέσει μια συνεκτική κρίση σε έναν χώρο τόσο ευαίσθητο όπως είναι οι συλ- λογικές διαφορές εργασίας. Είναι προφανές ότι με το παρόν εγχείρημά μας προσπαθήσαμε, ελπίζουμε επιτυ- χώς, να εντοπίσουμε, να συστηματοποιήσουμε και να εκθέσουμε το νέο δίκαιο των συλλογικών εργασιακών σχέσεων, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις παραπάνω νομο- θετικές παρεμβάσεις όσο και τις νομολογιακές εξελίξεις, χωρίς να αλλάξουμε τη γε- νική τριμερή διάρθρωση της ύλης, δηλαδή ενός πρώτου κεφαλαίου που αφορά στη σ υ ν δ ι κ α λ ι σ τ ι κ ή ε λ ε υ θ ε ρ ί α (ίδρυση, λειτουργία και δράση των συνδικα- λιστικών οργανώσεων), ενός δεύτερου κεφαλαίου που αναφέρεται στη σ υ λ λ ο - γ ι κ ή α υ τ ο ν ο μ ί α κ α ι σ τ η ν ε π ί λ υ σ η τ ω ν σ υ λ λ ο γ ι κ ώ ν δ ι α φ ο - ρ ώ ν ε ρ γ α σ ί α ς (συλλογικές διαπραγματεύσεις, συλλογικές συμβάσεις εργα- σίας, μεσολάβηση και διαιτησία) και ενός τρίτου κεφαλαίου που αφιερώνεται στο δ ί κ α ι ο τ ω ν ε ρ γ α σ ι α κ ώ ν σ υ γ κ ρ ο ύ σ ε ω ν (απεργία). Κλείνουμε τις σύντομες αυτές σκέψεις μας με την ελπίδα ότι το νέο εγχείρημά μας θα καλύψει τις ανάγκες των κάθε είδους ασχολούμενων με το εργατικό δίκαιο

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=