ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

8 ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ προς την πλευρά των εργαζομένων αλλά και ως προς την πλευρά των εργοδοτών, οι οποίοι δικαιούνται να ιδρύουν ελεύθερα οργανώσεις της εκλογής τους, ανεξάρ- τητα της ύπαρξης άλλης οργάνωσης που καλύπτει το ίδιο καταστατικό εύρος. Η αναγνώριση της αρχής της πολλαπλότητας σημαίνει ότι το ζήτημα της «συν- δικαλιστικής ενότητας» και η αποφυγή του άσκοπου πολλαπλασιασμού του αριθ- μού των συνδικαλιστικών οργανώσεων αφορά τους ίδιους τους δικαιούχους του συνδικαλιστικού δικαιώματος και δεν μπορεί να επιβληθεί με νομοθετικά μέτρα. Έτσι, κατ’ αρχήν η νομοθεσία δεν μπορεί να επιβάλει τέτοια κριτήρια στο αριθμητι- κό δυναμικό που απαιτείται για την ίδρυση των οργανώσεων, ώστε εμμέσως ουσι- αστικά να αποκλείεται η δημιουργία περισσοτέρων της μιας συνδικαλιστικής οργά- νωσης σε κάθε επαγγελματικό κλάδο ή επιχείρηση 27 . Κατά συνέπεια, η ίδρυση και η λειτουργία του σωματείου, υπόκειται μόνο σε δικαστικό έλεγχο νομιμότητας και όχι σε οποιοδήποτε έλεγχο σκοπιμότητας, με την έννοια ότι το Δικαστήριο δεν επι- τρέπεται να ελέγξει αν το Σωματείο είναι όχι κοινωνικά ωφέλιμο, αν πράγματι προ- άγει τα συμφέροντα των μελών του ή ακόμα αν ανταγωνίζεται ή όχι άλλο παρεμφε- ρές προϋπάρχον Σωματείο. Πολύ περισσότερο δεν επιτρέπεται η καθιέρωση απ’ τις εθνικές νομοθεσίες ενός συνδικαλιστικού μονοπωλίου (monopole syndical) με βάση το οποίο θα απαγο- ρεύεται η δημιουργία περισσοτέρων της μιας οργάνωσης, είτε πρόκειται για ορ- γάνωση βάσης (πρωτοβάθμιες οργανώσεις), είτε για οργάνωση ανώτατης βαθμί- δας (δευτεροβάθμιες ή τριτοβάθμιες), είτε για οργανώσεις σε επίπεδο επιχείρη- σης ή επαγγέλματος ή κλάδου παραγωγής 28 . Έτσι, για παράδειγμα, η επιβολή μιας υποχρέωσης στους εργαζόμενους να καταβάλλουν συνδικαλιστικές εισφορές σε ένα συνδικάτο, η σύσταση του οποίου έχει επιβληθεί κατά τρόπο αποκλειστικό σε κάποιο επαγγελματικό κλάδο, θεωρείται ότι δεν συμβιβάζεται με την αρχή σύμ- φωνα με την οποία οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν δικαίωμα να εντάσσονται σε 27. Τα όργανα ελέγχου εφαρμογής των ΔΣE της ΔOE έχουν επανειλημμένα αποφανθεί ότι δεν συνάδει με την παραπάνω αρχή η εθνική νομοθετική διάταξη που επιτρέπει τη δημιουργία μιας συνδικαλιστικής οργάνωσης μόνο με την προϋπόθεση να έχει ως μέλη 50 τουλάχιστον εργαζομένους του επαγγελματικού κλάδου ή της επιχείρησης που καλύπτει ή που απαιτεί ένα υψηλό ελάχιστο ποσοστό του συνολικού αριθμού των εργαζομένων, πράγμα που απο- κλείει τη δυνατότητα δημιουργίας περισσοτέρων της μιας οργάνωσης σε κάθε επαγγελματι- κό κλάδο ή επιχείρηση (βλ. BIT, Liberté syndicale et négociation collective, REC, CIT, 69e session, 1983, rapport III (partie 4B), Genève, §§ 123-124, BIT, La liberté syndicale. Recueil de décisions et de principes du Comité de la liberté syndicale du Conseil d’administration du BIT, έκδ. 3η, 1985, Genève, § 228. 28. Βλ. BIT, Liberté syndicale et négociation collective, CIT, 81 e session, 1994, Rapport III (par- tie 4B), έκδ. 1 η , 1994, Genève, σελ. 43 (αρ. 91-96), BIT, La liberté syndicale. Recueil de déci- sions et de principes du Comité de la liberté syndicale du Conseil d’administration du BIT, έκδ. 4 η , 1996, Genève, σελ. 67 (αρ. 292).

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=