ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 6ης ΕΚΔΟΣΗΣ Με τον Ν. 4620/11.6.2019, που τέθηκε σε ισχύ από την 1.7.2019, κυρώνεται ο Κώδικας Ποι- νικής Δικονομίας- σε αντικατάσταση του καταργούμενου ΚΠΔ (Ν. 1493/1950)- σε συνδυα- σμό με την ΠΝΠ της 27.6.2019, τις διορθώσεις που γίνονται σε αυτόν (ΦΕΚ Α΄ 122/16.7.2019) και τον τροποποιητικό Ν. 4637/18.11.2019, γεγονός που καθιστά προφανώς αναγκαία την παρούσα έκδοση, αν και έχει παρέλθει μόλις διάστημα δύο ετών από την προηγούμενη έκ- δοση. Εξάλλου, ήδη από το έτος 1991 είχα επισημάνει (βλ. Υπεράσπιση, 1991.1043 επ.), την ανάγκη μιας συνολικής μεταρρύθμισης του ποινικού δικονομικού μας συστήματος, δεδομένου ότι ο ΚΠΔ του 1950 δεν αποτελούσε νέο δημιούργημα, αλλά μόνο αναθεώρηση της προϊσχύου- σας Ποινικής Δικονομίας του 1834, δηλαδή η βασική δομή του ποινικού δικονομικού μας δικαίου εξακολουθούσε να στηρίζεται -παρά τις κατά καιρούς μεταρρυθμίσεις- στην Ποινική Δικονομία του 1834 (βλ. και την ιστορική διαδρομή, όπως αναπτύσσεται σε σχετκή μελέτη μου, ΠΧρ ΞΕ/2015, σελ. 721 επ., όπου επισημαίνεται η άμεση σύνδεση με τη Γαλλική Ποινική Δικονομία του 1811 και η επιρροή της Ιταλικής Ποινικής Δικονομίας των ετών 1913 και κυ- ρίως 1930). Κυρίως, όμως, η ανάγκη ενός νέου Κώδικα ήταν επιβεβλημένη και επειδή ο ΚΠΔ του 1950 παρουσίαζε - (όπως σωστά παρατηρούσε και ο Ν. Ανδρουλάκης, Θεμελώδεις Έννοιες της Ποινικής Δίκης, 2012, σελ. 46) - σοβαρά ελαττώματα οφειλόμενα στην «έλλειψη πνευματικής ενότητας του συνόλου και την συνυφασμένη μαζί της άσκοπη ορολογική ποικιλία, όχι σπά- νια ολισθήματα σε επιμέρους θέματα ....... και κάποτε στρυφνή και δυσνόητη διατύπωση», με αποτέλεσμα και η ερμηνεία των μερικότερων διατάξεων του Κώδικα να εμφανίζει σε πολ- λά σημεία σοβαρές δυσχέρειες. Λαμβανόμενων υπόψη - προφανώς - και των ανωτέρω παρατηρήσεων ο νομοθέτης με τον Ν. 2145/1993 συνέστησε Ειδική Επιτροπή για τη «σύνταξη» Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, δη- λαδή όχι απλή αναθεώρηση, αλλά εξ υπαρχής κατάρτιση νέου Κώδικα. Ωστόσο, η συσταθείσα εν συνεχεία Επιτροπή υπό την προεδρία του καθηγητή Ι. Μανωλεδά- κη, το έτος 1995 υπέβαλε ΣχΚΠΔ, το οποίο, ναι μεν περιείχε τροποποποιήσεις του ισχύοντος Κώδικα, όμως δεν αποτελούσε νέο, δηλαδή εξ υπαρχής συνταγμένο κείμενο, με την αιτιολο- γία (βλ. σελ. 27 της σχετικής Εισηγητικής Έκθεσης) ότι η εμμονή στη βασική δομή του ισχύο- ντος Κώδικα υιοθετήθηκε εξαιτίας της δύναμης της πρακτικής (εφαρμογή του δικαίου επί μι- σό αιώνα). Κατά την άποψή μου (βλ. και βασικές παρατηρήσεις μου στο ως άνω Σχέδιο, ΠΧρ 1995, σελ. 1027 επ.), η ορθή κατεύθυνση θα έπρεπε να οδηγήσει αρχικά στη σύνταξη ενός Διαγράμ- ματος, το οποίο να τεθεί υπό την κρίση του νομικού κόσμου της Χώρας για τη διατύπωση παρατηρήσεων και εν συνεχεία με βάση και τις παρατηρήσεις αυτές να συνταχθεί ένα ΣχΚΠΔ εξ υπαρχής.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=