ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

604 Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ομολόγου του να προσθαφαιρεί κατηγορίες. Επίσης στην παρ. 4 το πλαίσιο ποινής εντός του οποίου μπορεί να κινηθεί η τιμή της προσυμφωνημένης μειωμένης ποι- νής διαμορφώνεται σε χαμηλότερα επίπεδα από εκείνα που προβλέπονται σε πε- ρίπτωση αναγνωρίσεως ελαφρυντικών περιστάσεων, προκειμένου να δημιουργη- θεί κίνητρο στον κατηγορούμενο να ακολουθήσει τη διαδικασία διαπραγμάτευσης. Αναφορικά με τα επί μέρους ανακύπτοντα ζητήματα η Επιτροπή κατέληξε στις ακόλουθες επιλογές: α) Προκρίθηκε η εφαρμογή του νέου θεσμού σε αφηρημένο επίπεδο – εκτός των πλημμελημάτων – σε όλα τα κακουργήματα που τιμωρούνται με πρόσκαιρη κάθειρξη και όχι μόνο στα ελαφρύτερα κακουργήματα που τιμωρούνται με κάθειρ- ξη μέχρι δέκα έτη και τούτο με το σκεπτικό να ενισχυθεί η αποσυμφορητική δρά- ση του νέου θεσμού. Σε συγκεκριμένο επίπεδο εναπόκειται στον Εισαγγελέα να αξι- ολογήσει, αν τα χαρακτηριστικά ορισμένης εγκληματικής συμπεριφοράς (π.χ. εί- δος εγκλήματος, συνθήκες τέλεσης, προσωπικότητα του υπαιτίου) είναι τέτοια ώστε να δικαιολογείται η παράκαμψη της τακτικής ποινικής διαδικασίας και η ανταμοι- βή της ομολογίας με μειωμένη ποινή. Ex lege ακατάλληλα προς διαπραγμάτευση θεωρούνται λόγω της αυξημένης ηθικοκοινωνικής απαξίας τους : (i) τα κακουργή- ματα, για τα οποία προβλέπεται και ποινή ισόβιας κάθειρξης, (ii) τα κακουργήματα του άρθρου 187Α ΠΚ (τρομοκρατικές πράξεις – τρομοκρατική οργάνωση) και (iii) τα κακουργήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και της οικονομικής εκμετάλλευ- σης της γενετήσιας ζωής. Επί πλέον προβλέπεται ότι στα περιουσιακά εγκλήματα, τα οποία είναι δεκτικά και ποινικής συνδιαλλαγής και ποινικής διαπραγμάτευσης ο Εισαγγελέας δύναται να εξαρτήσει την έναρξη της διαπραγμάτευσης από την απο- κατάσταση ή τουλάχιστον τη σοβαρή προσπάθεια αποκατάστασης της ζημίας, έτσι ώστε οι δύο νέοι εναλλακτικοί θεσμοί να συνεργασθούν αρμονικά και όχι ανταγω- νιστικά μεταξύ τους. Για να διαμορφώσει, μάλιστα, πληρέστερη εικόνα της υπόθε- σης σε σχέση με τη θέση του θύματος και τη ζημία μπορεί, αν το κρίνει αναγκαίο, να καλέσει αυτοτελώς τον παθόντα, μόνο του ή μετά συνηγόρου, ενώπιόν του. β) Στο συντασσόμενο πρακτικό διαπραγμάτευσης απαιτήθηκε η ύπαρξη ομολο- γίας με τη σκέψη ότι, όπου ισχύει εξεταστικό σύστημα, για την καταδίκη του κατη- γορουμένου απαιτείται νόμιμη απόδειξη της ενοχής του, η οποία λόγω του ακρω- τηριασμού της αποδεικτικής διαδικασίας μόνο στην ομολογία μπορεί να στηριχθεί. Αν δεν αξιωθεί ομολογία, τότε η καταδίκη, που έπεται του plea bargaining, δεν στηρίζεται σε κανένα αποδεικτικό μέσο με συνέπεια να παραβιάζεται το τεκμήριο αθωότητας (βλ. α. 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ). γ) Θεσπίστηκε η δυνατότητα του δικαστηρίου να μειώσει περαιτέρω τη συμ- φωνηθείσα ποινή. Τούτο γιατί, τυχόν πλήρης δέσμευση του ποινικού δικαστηρί- ου από τη συμφωνηθείσα μεταξύ κατηγορουμένου και Εισαγγελέα μειωμένη ποι- νή θα αντέβαινε στο άρθρο 96 παρ. 1 Σ., ενόψει του ότι η ποινή θα επιβαλλόταν de facto από τον Εισαγγελέα και όχι από το ποινικό δικαστήριο. Η εξομοίωση του Ει- σαγγελέα με τους δικαστικούς λειτουργούς δεν αποδυναμώνει την ανωτέρω αντίρ- ρηση, διότι σύμφωνα με το Σύνταγμα η αποκλειστική δικαιοδοσία για την επιβολή

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=