ΠΟΙΝΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

194 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ Ν 1650/1986 αρχές, στις περιπτώσεις που η ρυπογόνος συμπεριφορά καλύπτεται από ορισμένη ουσια- στικά παράνομη διοικητική άδεια, να προβαίνουν ευθέως στην αποκατάσταση της συγκε- κριμένης «διοικητικής αταξίας» με την προσήκουσα οδό της ανάκλησης της ουσιαστικώς περιβαλλοντικά παράνομης και κατ’ επέκταση άκυρης άδειας ή της δικαστικής αναγνώ- ρισης της ακυρότητάς της από τα καθ’ ύλην αρμόδια διοικητικά δικαστήρια και όχι μέσω της πλαγίας οδού, δηλ. υπό την απειλή ποινής και την κατάγνωση αυτής από τα ποινι- κά δικαστήρια. Ερείζεται στην γερμανική θεωρία η ποινική αντιμετώπιση περιβαλλοντι- κών προσβολών, όταν η σχετική συμπεριφορά καλύπτεται από παλαιά νόμιμη διοικητική άδεια, στην οποία η διατύπωση είναι «γενναιόδωρη» για τον δράστη και δεν καλύπτει επαρκώς την πρόκληση μεταγενέστερα αναφυόμενων βλαβών ή κινδύνων για το περι- βάλλον. Εδώ καταρχήν αξιώνεται η ανάκληση αυτών των αδειών χωρίς βέβαια αναδρο- μική ισχύ, γεγονός που καθιστά συνακόλουθα αξιόποινη την περιβαλλοντική προσβολή από την έναρξη ισχύος της ανάκλησης και εφεξής. Κατά την ορθότερη άποψη, επίσης, υποστηρίζεται πως δεν μπορεί να ισχύσει η ερμηνευ- τική εκδοχή ότι πάντοτε μια παλαιά άδεια τέτοιου τύπου δεν συγκαλύπτει εκ των προτέ- ρων μια μεταγενέστερα διαπιστωμένη περιβαλλοντική προσβολή με την αιτιολογία ότι, αν πράγματι η διοικητική αρχή γνώριζε εξαρχής τον εν λόγω κίνδυνο, τότε αναμφίβολα δεν θα τον αποδεχόταν και θα είχε διατυπωθεί στενότερα και ακριβέστερα 505 . Καταστρατηγήσεις της εξάρτησης των ποινικών περιβαλλοντικών διατάξεων από σχετι- κές διοικητικές πράξεις, είτε με ευρεία είτε με στενή ερμηνεία του σημασιολογικού περι- εχομένου της άδειας, πρέπει να αποφεύγονται, διότι τούτο επιτάσσει η αυξημένη ανάγκη για ασφάλεια και σαφήνεια του δικαίου, έτσι ώστε να έχει αποφασιστική σημασία όχι η ενδιάθετη αλλά η εμπειρικά εκπεφρασμένη βούληση των οικείων διοικητικών αρχών, όπως μπορούν να την αντιλαμβάνονται οι αποδέκτες της αδείας με αντικειμενική αξιολό- γηση 506 . Αναιρετικά είναι περιορισμένα ελέγξιμη η ερμηνεία των περιβαλλοντικών αδειών από τα ποινικά δικαστήρια ουσίας 507 . Εντούτοις, ελλείπει μια ολοκληρωμένη ουσιαστική βάση για μια γενικότερα αποδεκτή ερ- μηνεία των περιβαλλοντικών αδειών από τα ποινικά δικαστήρια ουσίας και αυτό προσμε- τράται ως ουσιαστική έλλειψη των σχετικών αποφάσεών τους 508 . Επίσης, από την κρατούσα στη σχετική γερμανική θεωρία άποψη νοείται ορθά ως αντί- στροφη μορφή εξαίρεσης από το τεκμήριο νομιμότητας των διοικητικών πράξεων (περι- βαλλοντικών αδειών) η περίπτωση εκείνη, όπου έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία έκδοσης ορισμένης ουσιαστικά νόμιμης πλην δυσμενούς για τον διοικούμενο περιβαλλοντικής αδείας, αλλά ακόμη δεν έχει δημοσιευθεί αυτή (: όρος του ενεργού της ισχύος της). Εδώ, μολονότι δεν υπάρχει ακόμη υποστατή διοικητική πράξη, εντούτοις παράγεται εν τοις 505. Πρβλ. Sch/Schröder/Cramer Rdn 176. 506. Βλ. BGHSt 31, 314, 315, OLG Frankfurt JR 1988 168, 170. 507. Βλ. BGHSt 31, 314 ff. 508. Steindorf , σε LK, 11 Aufl 1997, Vor §324, Rn 37.

RkJQdWJsaXNoZXIy MjEyOTk=