ΠΟΙΝΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

192 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ Ν 1650/1986 Κατά της πιο πάνω αποδεκτής δογματικής λύσης (καθόσον παρεκκλίνει από την αρχή του τεκμηρίου νομιμότητας των διοικητικών πράξεων), θα μπορούσε καταρχήν να προβληθεί η αιτίαση ότι παραβιάζει την θεμελιώδη ποινική αρχή n.c.n.p.s.l. stricta, εφόσον απομα- κρύνεται από εκείνες τις διοικητικές πράξεις, οι οποίες εξειδικεύουν (κατά παραπομπή του εφαρμοστέου ποινικού κανόνα) την αξιόποινη συμπεριφορά. Όμως, κάτι τέτοιο δεν ισχύει στην προκειμένη περίπτωση της παραβίασης κανόνα του ουσιαστικού περιβαλλο- ντικού (διοικητικού) δικαίου, εφόσον εδώ η απόφαση της εκάστοτε αρμόδιας διοικητικής αρχής δεν εξειδικεύει στην πραγματικότητα την αντίστοιχη βούληση του εξουσιοδοτού- ντος αυτήν νομοθέτη, αλλά αποκλίνει ουσιαστικά από αυτήν 500 . Το πόσο εύθραυστα είναι τα επιχειρήματα και συνακόλουθα τα πορίσματα της πιο πάνω κρατούσας αντίθετης άποψης αποδεικνύεται από το γεγονός ότι αρκετοί από τους υπο- στηρικτές της αναγνωρίζουν πως ο κάτοχος μιας παράνομης διοικητικής άδειας δεν εί- ναι πάντοτε ατιμώρητος για τα περιβαλλοντικά εγκλήματα, που τελεί στα πλαίσια τήρη- σης της, αλλά αντιθέτως είναι αξιόποινη η σχετική βλαπτική συμπεριφορά του σε δυο περιπτώσεις: α. όταν υφίσταται συμπαιγνία ανάμεσα στον διοικούμενο και τον αρμόδιο υπάλληλο για την έκδοση της παράνομης άδειας και οπωσδήποτε όταν ο διοικούμενος γνωρίζει τον ουσιαστικά παράνομο χαρακτήρα της αδείας, τον οποίον αγνοεί ο υπάλλη- λος, εφόσον υπ’ αυτές τις συνθήκες συντρέχει καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος του διοικουμένου προς χρήση μιας τέτοιας άδειας 501 και β. όταν από την αξιοποίηση ορισμέ- νης ουσιαστικά παράνομης άδειας επέλθουν θάνατοι ή βαριές σωματικές βλάβες τρίτων, οπότε ο κάτοχος της αδείας θα τιμωρηθεί μόνο για τα εν λόγω εγκλήματα και όχι και για τα τελεσθέντα περιβαλλοντικά εγκλήματα, από τα οποία προήλθαν αιτιωδώς τα πιο πάνω εγκλήματα κατά ατομικών εννόμων αγαθών 502 . Τέτοιες δογματικές υποχωρήσεις ίσως αμβλύνουν ορισμένες από τις (νομοτελειακά επερ- χόμενες) άδικες συνέπειες της κρατούσας άποψης, πλην όμως οι παραδοχές και τα επι- χειρήματα της τελευταίας δεν μπορούν να εξαλείψουν πλήρως αυτές, ενώ συγχρόνως (το κυριότερο) δεν στηρίζουν την (προκρινόμενη κάθε φορά από την εν λόγω άποψη) λύ- ση σε δογματικά ξεκάθαρους κανόνες τόσον όσο αφορά την αιτιολόγηση και το εύρος της συλλογιστικής για την πιο πάνω καταχρηστική άσκηση δικαιώματος εκ μέρους του υπόσταση της διοικητικής άδειας ή έγκρισης είναι κατ’ εξοχήν πραγματική (30 παρ. 1 ΠΚ). Όσον αφορά αντίθετα τις άκυρες διοικητικές πράξεις, που πάσχουν εξ ορισμού από ουσιώδες και προφανές νομικό ελάττωμα προσήκει διαφορετική λύση: η πλάνη περί του ελαττώματος, που τις καθιστά άκυρες είναι νομι- κή (31 παρ. 2 ΠΚ). 500. Βλ. έτσι Schall , NJW 1990, 1267. 501. Βλ. LG Hanau , NJW 1988, 571 ff (576), Dolde , NJW 1988, 2329 ff, Horn , NJW 1988, 2335 ff und Winkelbauer, JuS 1988, 691 ff, Dolling, JZ 1985, 469, Bloy, ZStW 100 (1988), 304, StA Mannheim , NJW 1976, 585 ff (586), Heine-Meinberg , Empfehlen sich Änderungen im strafrechtlichen Umweltschutz, insb, in Verbindung mit dem Verwaltungsrecht - Gutachten zum 57, DJT Mainz 1988, σελ. D 50. 502. Βλ. Dolling , JZ 1985, 469, Lenckner , ό.π., σελ. 36, Steindorf , σε LK §324 Rdnr, 107, StA Landau, NStZ 1984, 553 (554), LG Bonn , NStZ 1987, 461.

RkJQdWJsaXNoZXIy MjEyOTk=