ΜΕΤΑΙΧΜΙΑΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ

6 | Ο ΜΕΤΑΙΧΜΙΑΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ της οποίας αντικείμενο είναι η μοναδικά κατανοήσιμη στιγμή της ιστορίας, δηλα- δή το νοηματικά προσανατολισμένο πράττειν των μεμονωμένων και περισσότε- ρων ανθρώπων. Πρόκειται για το «κοινωνικό πράττειν», στο οποίο ο ένας δρων αναφέρεται στον άλλον, και το οποίον η κοινωνιολογία του M. Weber το κατα- νοεί ερμηνευτικά και το εξηγεί αιτιακά. Ο Μ. Weber επιδιώκοντας την αλήθεια, προσπάθησε να απομακρύνει από παντού τη «μαγεία», αξιώνοντας αντικειμενική ισχύ στη γνώση των διαδικασιών και των φαινομένων της κοινωνιολογίας, με ερ- γαλείο τις αφαιρετικές έννοιες που δημιουργεί. Μέσω αυτών, η ιδέα της αξιολο- γικά ουδέτερης επιστήμης αποκτά ένα διαφορετικό νόημα από τις απλές αξιολο- γικές κρίσεις του αποδεκτού ή μη αποδεκτού, του επιθυμητού ή μη επιθυμητού. ΟWeber θέλει να διαπιστώσει, ποιο είναι το νόημα του πράττειν, το υποκειμενικό νόημα, το νόημα, που αποδίδεται από τους ίδιους τους δρώντες στο πράττειν τους, ως μία έσχατη συγκεκριμένη πραγματικότητα, που πρέπει να συλληφθεί εμπειρικά, και όχι με οποιεσδήποτε νοητικές κατασκευές, που έχουν τεθεί με ιδεαλιστικό τρόπο πάνω στην πραγματικότητα. Με τον τρόπο αυτό, η κατανο- ούσα κοινωνιολογία οριοθετείται έναντι όλων των δογματικών επιστημών, όπως η θεωρία του δικαίου, η λογική, η ηθική, η αισθητική, οι οποίες, με την έρευνά τους, αποβλέπουν να αποδώσουν στα αντικείμενά τους ένα «έγκυρο», «ορθό» ή «αληθές» νόημα, και βρίσκεται πλησιέστερα στην ιστορία. Έχει κοινά στοιχεία με αυτήν, την εξω-επιστημονική στιγμή, δηλαδή την επιλογή συμβάντων με πο- λιτισμικό νόημα, μέσα από μια πολλαπλότητα κατ’ αρχήν αδιάφορων δεδομέ- νων, τα οποία δεν μπορούν να τύχουν συστηματικής επισκόπησης, αλλά και την επιστημονική στιγμή, τον αιτιακό καταλογισμό και την ερμηνευτική κατανόηση, ως γνωστικά μέσα. Διαφέρει παρά ταύτα από την ιστορία, η οποία ενδιαφέρεται πρωτογενώς για την ανίχνευση των λόγων και των σημαντικών μεμονωμένων συσχετισμών, καθ’ όσον η κοινωνιολογία ασχολείται με το τυπικό, κατασκευάζει έννοιες-τύπους και αναζητεί τους γενικούς κανόνες τής διαρκώς και παντού επα- ναλαμβανόμενης πορείας του κοινωνικού πράττειν. Επομένως, ως προς αυτό το ενδιαφέρον για το γενικό, συγγενεύει με τη φυσική επιστήμη, διαφέρει όμως από αυτήν, όχι μόνο λόγω του αντικειμένου της, αλλά και λόγω της διαφορετικής λο- γικής σημασίας των γενικών εννοιών. Η εμπειρική έρευνα δεν παρέχει από μόνη της μία ενιαία αρχή, μέσω της οποίας οι συνιστώσες της πραγματικότητας θα μπορούσαν να οργανωθούν με συγκεκριμένο τρόπο, επιστημονικά δεσμευτικό. Η έρευνα αυτή οδηγεί σε ένα πλήθος ιδεών και βιοτικών δυνάμεων. Έτσι η ίδια η εμπειρική επιστήμη, έχοντας γνώση των εξω-επιστημονικών προϋποθέσεών της και αναγνωρίζοντας τις συνθήκες της, αυτοπεριορίζεται συνειδητά εντός των ορίων που θέτουν, αφ’ ενός οι γενικές ιδέες των πολιτισμικών αξιών, με βάση τις οποίες διαχωρίζεται το σημαντικό από μη σημαντικό και αφ’ ετέρου η ιδιαίτερη προσωπική ιδέα του ερευνητή. Πρόθεση της κατανοούσας κοινωνιολογίας είναι να απελευθερώσει τον πυρή- να της πραγματικότητας του τυπικού κοινωνικού πράττειν, απ’ όλες τις αξιακές

RkJQdWJsaXNoZXIy MjEyOTk=