ΤΟ ΝΕΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΗΜΑΤΩΝ (Ν 4679/2020)
8 | ΤΟ ΝΕΟ ΔΙΚΑΙΟ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΗΜΑΤΩΝ (Ν 4679/2020) νες ονομασίες προέλευσης, τις προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις, τις πα- ραδοσιακές ενδείξεις οίνων, τα εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα, και τις φυτικές ποικιλίες (αρ. 4 παρ. 1 εδαφ. ι ως ιγ’ και αρ. 5 παρ. 3 εδαφ. ε’). ζ) Κακόπιστη κατάθεση σήματος από αντιπρόσωπο. Ρυθμίζεται ρητά (ως ειδική έκφανση κακής πίστης κατά την κατάθεση της δήλωσης του σήματος) η περί- πτωση όπου ο πληρεξούσιος ή αντιπρόσωπος καταθέτει στο όνομά του δήλω- ση για σήμα που πραγματικά ανήκει στον αντιπροσωπευόμενο από αυτόν, εν αγνοία του τελευταίου (δηλ. του αντιπροσωπευόμενου). Στην περίπτωση αυτή, παρέχεται η ευχέρεια στον αντιπροσωπευόμενο να διεκδικήσει το σήμα (αρ. 5 παρ. 3 εδαφ. δ’ και αρ. 10). Ειδικότερα προβλέπεται ότι ο αντιπροσωπευόμενος (πραγματικός δικαιούχος) μπορεί να ζητήσει την απαγόρευση της χρήσης του σήματος, ή την ακύρωσή του, ή τη μεταβίβαση του σήματος σε αυτόν. Κατά τη μεταφορά της σχετικής διάταξης της Οδηγίας στην ελληνική έννομη τάξη υπήρ- ξε μέριμνα ώστε ο αντιπροσωπευόμενος να μπορεί να ζητήσει τη μεταβίβαση του σήματος με αγωγή στα πολιτικά δικαστήρια. Στην περίπτωση αυτή η αγωγή για απαγόρευση της χρήσης και για τη μεταβίβαση του σήματος θα μπορούν να σωρευτούν στο ίδιο δικόγραφο, πράγμα που ανταποκρίνεται στην αρχή της οι- κονομίας της δίκης. Η εφαρμογή της διάταξης προϋποθέτει το στοιχείο της κακής πίστης, δηλαδή της άγνοιας του αντιπροσωπευόμενου. Αντίθετα, δεν υπάρχει περιθώριο για ευθεία ή ανάλογη εφαρμογή της διάταξης, αν ο αντιπροσωπευ- όμενος είχε εν γνώσει του συμφωνήσει να καταθέσει ο αντιπρόσωπος το σήμα στο όνομά του, γιατί στην περίπτωση αυτή ελλείπει το στοιχείο της κακής πίστης. Η δυνατότητα να ζητήσει ο αντιπροσωπευόμενος τη μεταβίβαση του σήματος, αντί της ακυρότητάς του ένεκα κατάθεσης αντίθετης στην καλή πίστη, δίνει στον αντιπροσωπευόμενο την ευχέρεια να διατηρήσει το σχετικό δικαίωμα στο όνομά του με τη χρονική προτεραιότητα που έχει αποκτήσει με την κατάθεσή του από τον κακόπιστο αντιπρόσωπο. Αντίθετα, η ακυρότητα του σήματος οδηγεί στην πλήρη διαγραφή του από το μητρώο, χωρίς να διατηρείται η χρονική προτεραιό- τητα που αποκτήθηκε με την τυπική πράξη της (έστω κακόπιστης) κατάθεσης της δήλωσης σήματος στο μητρώο. η) Μεταβίβαση. Το αρ. 16 για τη μεταβίβαση του σήματος είναι όμοιο με το αντί- στοιχο αρ. 131 του Ν 4072/2012. Συμπληρώθηκε, όμως, η παρ. 4 έτσι ώστε να αναφέρει ρητά ότι η άσκηση παρέμβασης από τον ειδικό ή καθολικό διάδοχο τον καθιστά κύριο διάδικο και ότι ο δικαιοπάροχος αποβάλλεται από τη δίκη. Επίσης, συμπληρώθηκε η παρ. 5. Ήδη υπό το Ν 4072/12, η παράγραφος αυτή προέβλεπε ότι ο καταθέτης δήλωσης σήματος μπορεί να αποκτήσει εκ μεταβιβάσεως προγε- νέστερο σήμα που κωλύει την καταχώριση της δικής του δήλωσης, καθώς και ότι στην περίπτωση αυτή η καταχώριση της μεταβίβασης στο μητρώο αίρει αυτο- δικαίως το κώλυμα της καταχώρισης. Η διάταξη αυτή συμπληρώθηκε έτσι ώστε να προβλέπει ρητά ότι το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που το προγενέστερο σήμα που εμπόδιζε την καταχώριση έπαυσε να ισχύει. Υπόψιν, ότι το αρ. 36 παρ.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=