Η ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
Εισαγωγικό σημείωμα του συγγραφέα Από τα πρώτα χρόνια της εισόδου μου στο Δικαστικό κλάδο, αποδέχθηκα κριτικά αυτό που το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήδη από τις αποφάσεις 6/64 Costa v ENEL και 106/77 Simmenthal είχε διακηρύξει, δηλαδή αφενός την υπεροχή του Ενωσιακού έναντι του Εθνικού Δικαίου, όταν εθνικός κανόνας δικαίου ερχόταν σε σύγκρουση με ενωσιακό, αφετέρου την διφυή υπόσταση των Δικαστών της Ευρω- παϊκής Ένωσης, ως Εθνικών και Ενωσιακών ταυτόχρονα. Την επιλογή μου αυτή υπο- στήριξα εμπράκτως και με την υποβολή δύο προδικαστικών ερωτημάτων προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης 1 . Στην νομική μου κοσμοθεωρία και εξ’ αιτίας αυτής της αποδοχής της διφυούς δικα- στικής υπόστασης, ουδέποτε με απασχόλησε με ιδιαίτερη ένταση, η θεωρητική δι- αμάχη για το ζήτημα της υπεροχής ή μη του Ενωσιακού έναντι του Εθνικού Δικαίου, αφού ως ενωσιακός Δικαστής και κατά το μέτρο που ένας ενωσιακός κανόνας ερ- χόταν σε σύγκρουση με κάποιον αντίθετο εθνικό κανόνα δικαίου, αποδέχθηκα ότι λόγω της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου ο τελευταίος δεν εφαρμοζόταν, χωρίς να απαιτείται είτε η ανάκληση του είτε η ακύρωση του. Τούτο προεχόντως, διότι δυνάμει της αρχής της υπεροχής του Ενωσιακού Δικαίου αλλά και της άμεσης ισχύος του, ως προαπαιτούμενου της υπεροχής, οι διατάξεις της Συνθήκης και οι άμεσα ισχύουσες πράξεις των κοινοτικών οργάνων έχουν ως αποτέλεσμα, στη σχέση τους προς το εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών, όχι μόνο να καθιστούν με μόνη τη θέση τους σε ισχύ, αυτοδικαίως ανεφάρμοστη κάθε αντί- θετη διάταξη της υφισταμένης εθνικής νομοθεσίας, αλλά και να κωλύουν την έγκυ- ρη έκδοση νέων εθνικών νομοθετικών πράξεων, αντίθετων με τους κανόνες του Ενωσιακού Δικαίου. Στα πλαίσια αυτά ο Εθνικός Δικαστής στον οποίο έχει ανατεθεί, στο πλαίσιο της αρμοδιότητας του, να εφαρμόζει τα διατάξεις του ενωσιακού δικαί- ου, έχει τη υποχρέωση να εξασφαλίσει την πλήρη αποτελεσματικότητα των κανό- νων αυτών, αφήνοντας εν ανάγκη κυριαρχικά ανεφάρμοστη κάθε αντίθετη διάταξη της εθνικής νομοθεσίας, έστω και μεταγενέστερη, χωρίς να υποχρεούται να ζητήσει ή να αναμείνει την προηγούμενη εξαφάνιση της είτε δια της νομοθετικής οδού είτε με οποιαδήποτε άλλη συνταγματική διαδικασία. 1. Επί των οποίων εκδόθηκαν οι :1] ΔΕΕ C-85/03, της 10.2.2004, Μαυρωνάς κατά Δέλτα Συμμετο- χών EEL 382, σ. 17 και 2] ΔΕΕ C-217/2016 της 9 Νοεμβρίου 2017, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Δή- μου Ζαγορίου ECLI:EU:2017:841 . XI
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=