Η ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ 45 πάροχος να γνωστοποιήσει τις ευαίσθητες αυτές πληροφορίες στους ανταγωνι- στές της επιχείρησης 180 . Με βάση τις ανωτέρω παραδοχές εν τέλει κρίθηκε από το ΔΕΕ ότι η εναρμο- νισμένη πρακτική, που προκύπτει από την συμπεριφορά του φερόμενου ως ανεξάρτητου παρόχου, δύναται να καταλογιστεί στην ίδια την επιχείρηση που έκανε και χρήση των υπηρεσιών αυτού, εφόσον αυτή, εύλογα μπορούσε να προβλέψει ότι αυτός θα διαμοιραζόταν τις ευαίσθητες εμπορικές της πληρο- φορίες με τους ανταγωνιστές της και αποδέχθηκε τον σχετικό κίνδυνο, κρίση η οποία κατά το ΔΕΕ ανήκει στο εθνικό Δικαστήριο 181 . Β.8 Εναρμονισμένη πρακτική και παράλληλη συμπεριφορά Η παράλληλη συμπεριφορά των επιχειρήσεων δεν συνιστά ipso facto απόδειξη ύπαρξης εναρμονισμένης πρακτικής, παρόλα αυτά, αποτελεί μία ισχυρή ένδειξη της, αν εξαιτίας αυτής της παράλληλης συμπεριφοράς, ο ανταγωνισμός οδηγείται σε μία κατάσταση, η οποία δεν ανταποκρίνεται στην υπό συνθήκες υγειούς αντα- γωνισμού αναμενόμενη λειτουργία της σχετικής αγοράς, ιδίως δε σε σχέση, με τα δομικά στοιχεία της σχετικής αγοράς όπως είναι ο αριθμός και το μέγεθος των επι- χειρήσεων, η φύση των προϊόντων, όπως επίσης και η ένταση του ανταγωνισμού στην οικεία αγορά 182 . Η εναρμονισμένη πρακτική όμως ως τρόπος συναγωγής συμπερασμάτων για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, αποτελεί σε κάθε περίπτωση μία κρίση που ενέχει εξαιρετικό χαρακτήρα, αφού στην περίπτωση αυτή δεν υφίσταται συμφωνία και ερευνάται η παράλληλη συμπεριφορά των επιχειρήσε- ων, ως γεγονός πραγματικό και στην συνέχεια ηθελημένο. Αυτός ακριβώς ο εξαιρετικός χαρακτήρας εντείνεται περισσότερο στην περί- πτωση κατά την οποία η επιδεικνυόμενη παράλληλη συμπεριφορά δεν αποδει- κνύεται βάσει συγκεκριμένων στοιχείων, ούτε ως άμεση επαφή των επιχειρή- σεων 183 , αλλά και ούτε ως έμμεση επαφή, η οποία προκύπτει από περιφερειακά αποδεικτικά στοιχεία, όπως ανακοινώσεις των επιχειρήσεων ή στοιχεία αυτών εις χείρας τρίτων 184 . Στην περίπτωση αυτή, πολλές φορές η σχετική κρίση για εναρμονισμένη πρα- κτική, λόγω της παράλληλης συμπεριφοράς, προκύπτει λόγω της λεγόμενης 180. ΔΕΕ C-204-2019/2000 Aalborg Portland v Commission όπ, σκέψεις 82 έως 84, C-74/2014 Lietuvos Respublikos Konkurencijos taryba,EU:C:2016:42, σκέψη 28. 181. ΔΕΕ C-542/14 όπ σκέψεις 31 και 32. 182. Κατσουλάκος Ι, Μικροοικονομική πολιτική, Μέτρα και Εφαρμογές , 1998, σελ 181. 183. ΔΕΕ C-89 Aelstromόπ, σκέψη 70. 184. ΔΕΕ C-48/69 Imperial Chemical όπ, σκέψη 101.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=