ΔΙΚΑΙΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

IX και της εξωτερικής αμέλειας. Η έρευνα αυτή -επιβεβλημένη από τη σκοπιά του αστικού δόγματος- οδηγεί σε χρήσιμα συμπεράσματα σχετικά με τα όρια της αντικειμενικοποίησης της ευθύνης από επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, από πρόστηση κ.ά. Πλεονέκτημα του βιβλίου αποτελεί επίσης η ενίσχυση της επιχειρηματολογί- ας του με προσφυγή στη νομολογία των ελληνικών και διεθνών δικαστηρίων, ιδίως δε της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της λεγόμενης Ομάδας του άρθρου 29. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες είναι και οι κριτικές de lege ferenda παρατηρήσεις του συγγραφέα, γνωστού άλλωστε για το κριτικό πνεύμα του. Πειστική, εξάλ- λου, είναι η γνώμη του για τη σχετικότητα της διάκρισης των προσωπικών δεδομένων σε απλά και ευαίσθητα και η ανάγκη άμβλυνσης της απολυτότητας με την οποία ο νομοθέτης απαρίθμησε τον κατάλογο των ευαίσθητων δεδομέ- νων. Άξια ιδιαίτερης έξαρσης είναι, τέλος, η εξέταση από τον συγγραφέα, στην τελευταία παράγραφο του βιβλίου του, προβλημάτων προστασίας της προ- σωπικότητας πέρα από τα όρια που τάσσει το πεδίο εφαρμογής της κείμενης νομοθεσίας για τα προσωπικά δεδομένα, με έμφαση σε δύο επιπλέον πεδία, αυτό του γενικού δικαιώματος πληροφοριακού αυτοκαθορισμού και αυτό του «δικαιώματος στην ησυχία» (right to be let alone). Το βιβλίο παίρνει σαφείς και εμπεριστατωμένες θέσεις, ακόμη και στα αμφι- σβητούμενα θέματα, δίνοντας έτσι ερεθίσματα για αναστοχασμό. Τελειωτικές θέσεις ποτέ δεν υπάρχουν. Σε σχέση με την τελευταία αυτή παρατήρησή μου θα ήθελα να προσθέσω ότι δικαιολογείται κάποιος προβληματισμός ως προς την εφαρμογή της νομο- θεσίας για τα προσωπικά δεδομένα. Διότι υπάρχουν, κατά τη γνώμη μου, ορι- σμένα φαινόμενα υπερπροστασίας των προσωπικών δεδομένων σε βάρος της διαφάνειας· ακτιβισμός (καμιά φορά και από την ίδια την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα) που δεν λαμβάνει υπόψη ότι υπάρχουν και άλλες αξίες και αγαθά με συνταγματική επίσης προστασία, οι οποίες, όπως το επισημαίνει και ο συγγραφέας, δεν βαίνουν προς την ίδια κατεύθυνση με το αγαθό της ιδιωτικότητας. Σε περίπτωση, συνεπώς, σύγκρουσης αξιών ή αγαθών εξίσου κατοχυρωμέ- νων στο Σύνταγμα, ο ερμηνευτής, όταν δεν προκύπτει σαφώς η επιλογή του νομοθέτη, θα πρέπει να σταθμίζει τη βαρύτητα των συγκρουόμενων αγαθών, στη βάση όλων των περιστάσεων της ατομικής περίπτωσης, ώστε να μπορεί να επιλέξει το τελικά προστατευτέο στη συγκεκριμένη περίπτωση ή να συγκε- ράσει την ικανοποίηση αμφότερων των αγαθών με αμοιβαίες υποχωρήσεις

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=